H ΛΕΞΗ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ: Δημοσιογράφος. Ίσως ο πρώτος δημοσιογράφος ήταν ο

Θουκυδίδης, με κορυφαία στιγμή του την περιγραφή του λοιμού στην Αθήνα (Τζ.

Κάρεϊ, «Τα μεγάλα ρεπορτάζ της Ιστορίας», Εκδόσεις Νάρκισσος).

1982-2006: Επαναστάτης με αιτία

«Με πήρε ο τάδε υπουργός, έλεγε συχνά ο Καραπαναγιώτης, να με συγχαρεί για το

τάδε ρεπορτάζ. Που σημαίνει ότι για να ‘ναι ευχαριστημένος κάποια μαλακία

κάναμε». Όμως, τρέμαμε όλοι στα «NEA» την κριτική του θυρωρού της

πολυκατοικίας όπου έμενε. Γιατί «αυτός δεν είχε σκοπιμότητες»

17 NOEMBPIOY 1987, βράδυ, στον τρίτο όροφο στη Χρήστου Λαδά 3 στο

γραφείο του διευθυντή των «ΝΕΩΝ». Ο Καραπαναγιώτης συγκρατούσε τον θυμό του

μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο. «Είναι ο…» (σ.σ.: υπουργός, δεν αναφέρω το

όνομα διότι δεν ζει), του είπε η Ευγενία η γραμματέας του. Λίγες ώρες πριν,

κατά τη διάρκεια της πορείας στην αμερικανική πρεσβεία, είχαν σημειωθεί

επεισόδια, αλλά ο στόχος των MAT ήταν οι δημοσιογράφοι. Είχε προηγηθεί από «TA

NEA» (και άλλες εφημερίδες) κριτική στην Αστυνομία για τα επεισόδια δυο μέρες

πριν στα Εξάρχεια, όταν άνδρες των MAT είχαν ρίξει δακρυγόνα στην πλατεία και

σε άλλους σχετικά «κλειστούς» χώρους. Τη μέρα της πορείας, το απόγευμα, οι

αστυνομικοί που βρίσκονταν γύρω από την πρεσβεία είχαν προειδοποιήσει για το

τι θα επακολουθούσε. Ένας ένστολος πλησίασε τον φωτορεπόρτερ των «ΝΕΩΝ» Σωτήρη

Καδινόπουλο και του ειπε: «Εσένα σε θυμάμαι, θα τα πούμε σε λίγο». Κάποιοι

άλλοι πλησίασαν τον υπογράφοντα και τον συνάδελφο Λεωνίδα Αντωνόπουλο –

καλύπταμε την πορεία για «TA NEA» – και μας συμβούλευσαν να προμηθευτούμε

βαζελίνη. (Τη χρησιμοποιούσαμε ως αλοιφή κάτω από τα μάτια για να περιορίζεται

το τσούξιμο από τα δακρυγόνα, αλλά εκείνοι υπονοούσαν άλλη χρήση). Όταν

επιστρέψαμε στα γραφεία, ο Καδινόπουλος ήταν μέσα στα αίματα από «καδρονιά»

από τον προαναφερθέντα ένστολο και ο Αντωνόπουλος με σχισμένο το πρόσωπο στο

ύψος του ματιού και ένα τεράστιο καρούμπαλο. Ο Καραπαναγιώτης μάς είδε και μας

κράτησε στο γραφείο του. Ίσως για να ακούσουμε τη συνέχεια. Απ’ ό,τι

καταλάβαμε, ο υπουργός χαρακτήρισε τα επεισόδια «υπερβολές». Ήταν λάθος του.

Προφανώς το κατάλαβε όταν άκουσε έναν έξαλλο Καραπαναγιώτη να απαιτεί τον

εντοπισμό των ενόχων και – κυρίως – να «μην ξανατολμήσεις ούτε εσύ ούτε

κανένας να μιλήσεις έτσι για τους δημοσιογράφους μου. Απειλές στην εφημερίδα

μου δεν δέχομαι από κανέναν». Είπε κι άλλα ο Λέων Καραπαναγιώτης. Τόσα, ώστε

σε λίγα λεπτά χτύπησε πάλι το τηλέφωνο. «Από το γραφείο του Πρωθυπουργού»,

είπε η Ευγενία. (Ο υπουργός τον είχε ενημερώσει για την οργή του Λέοντα). «Δεν

είμαι εδώ», βροντοφώναξε στο ακουστικό ο Καραπαναγιώτης ώστε να τον ακούσει

όχι μόνο ο στενός του φίλος και πρωθυπουργός, αλλά ολόκληρος ο τρίτος όροφος.

Ο Καραπαναγιώτης πίστευε βαθιά ότι το κεντρικό νευρικό σύστημα…

… της δημοσιογραφίας είναι το ρεπορτάζ. Και φρόντιζε να εξασφαλίζει στους

ρεπόρτερ του συνθήκες ελευθερίας. Εκτός αλλά και εντός της εφημερίδας. Ήταν ο

πρώτος στην Ελλάδα που άνοιξε το ρεπορτάζ σε συνθήκες ανταγωνισμού σπάζοντας

τα λεγόμενα δημοσιογραφικά τραστ. (Δημοσιογράφοι ομοειδών ρεπορτάζ απ’ όλα τα

μέσα συμφωνούσαν μεταξύ τους για το πότε και πώς θα δώσουν την είδηση από τον

χώρο που κάλυπταν. Αυτό είχε συνήθως ως αποτέλεσμα άνευρα και καρμπόν-ρεπορτάζ

σ’ όλες τις εφημερίδες. Για να διασφαλίσουν τη δύναμή τους – και την ησυχία

τους – είχαν επιβάλει – ατύπως – απαγόρευση στην πρόσβαση άλλων «μη

διαπιστευμένων» δημοσιογράφων. Με τα χρόνια είχε δημιουργηθεί έτσι μια

«αριστοκρατία» του ρεπορτάζ και γύρω τους πληβείοι ρεπόρτερ). Ήταν (και)

ηθικοί οι λόγοι που ο Καραπαναγιώτης έσπασε αυτή την αριστοκρατία; Δεν ξέρω.

Αυτή του η κίνηση πάντως εντασσόταν σ’ αυτό που πρώτος ο Καραπαναγιώτης διείδε

στην Ελλάδα. Στον ανταγωνισμό της τηλεόρασης μια δεκαετία πριν από τον ερχομό

της (ιδιωτική TV). Την εποχή που στην έντυπη δημοσιογραφία κυριαρχούσε η σχολή

Φιλιππόπουλου στο «ΕΘΝΟΣ» (με πολλά αστυνομικά και πολύ αίμα στην πρώτη

σελίδα) ο Καραπαναγιώτης πέταξε «τα φέρετρα» από την πρώτη σελίδα των «ΝΕΩΝ».

Σταμάτησε το κυνήγι της φωτογραφίας του νεκρού στα σπίτια των συγγενών. Γιατί

ήξερε τι ήθελε να φτιάξει: Μια λαϊκή (ως προς την εμβέλεια), πολυσυλλεκτική

αλλά ταυτόχρονα και σοβαρή εφημερίδα. Όταν το 1988 επισκέφθηκε «TA NEA» ένας

διάσημος σήμερα σχεδιαστής εφημερίδων, ο Γκαρσία, η πρώτη του κουβέντα ήταν

ότι δέχθηκε να έρθει σε μια μικρή αγορά γιατί είδε έναν άνθρωπο να βάζει ένα

τόσο μεγάλο στοίχημα.

Ο Καραπαναγιώτης δεν ενδιαφερόταν για τα εντυπωσιακά ρεπορτάζ αλλά για τα

τεκμηριωμένα. Γι’ αυτό και τα ενίσχυσε με μικρές στήλες («Αιχμές»,«Ναι και

Όχι») οι οποίες προσέδιδαν όχι μόνο πλουραλισμό αλλά και εγκυρότητα στα

ρεπορτάζ. Ήταν ο πρώτος που εισήγαγε στον ελληνικό Τύπο τα ένθετα. Αλλά

φρόντισε δίπλα στο εκλαϊκευτικό ιατρικό «Υγεία» να βάλει στο κέντρο της

εφημερίδας του (καθημερινά) το καλλιτεχνικό ρεπορτάζ, το «Πανόραμα» (σήμερα

«Ορίζοντες»). Σύντομα τον αντέγραψαν όλοι.

«Ο Τύπος ψηφίζεται καθημερινά», έλεγε. Και βαθιά δημοκράτης ο ίδιος φρόντιζε

να έχουν (έστω δυνητικά) πρόσβαση σ’ αυτή την ψηφοφορία όλοι. Διανοούμενοι,

επιστήμονες και εργάτες. Έτσι δίπλα στο λαϊφστυλίστικο «Καλύτερη ζωή» έβαλε το

κουλτουριάρικο «Σάββατο». Παράλληλα, διαισθανόμενος τη δύναμη αλλά και τις

αδυναμίες της εικόνας, ήταν ο πρώτος που επένδυσε στα λεγόμενα

«ινφογραφήματα». Τις πληροφορίες με μορφή εικόνας. Έστειλε στο εξωτερικό τον

σημερινό art-director της εφημερίδας και λίγο μετά «TA NEA» έγιναν η πρώτη

ελληνική εφημερίδα με ένα μεγάλο τμήμα γραφημάτων. H επιλογή του δικαιώθηκε το

1991 στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, όταν η πληθώρα πληροφοριών και ο

ανταγωνισμός των καναλιών δεν πέταξαν «TA NEA» έξω από το παιχνίδι της

ενημέρωσης (και) διότι υπήρχε η υποδομή για την παραγωγή υψηλής ποιότητας

γραφημάτων από την εφημερίδα. Και επειδή με πολλές μικρές(;) κινήσεις είχε

δημιουργήσει μια εφημερίδα με υψηλή αυτοεκτίμηση. Που πίστευε ότι είχε λόγο

στα πράγματα και τρόπο να τα πει.

H περίοδος Κοσκωτά ήταν ίσως η κορυφαία…

… στιγμή του Λέοντος Καραπαναγιώτη. Από τον τότε συμπολιτευόμενο Τύπο μόνο

«TA NEA» δεν έπεσαν στην εύκολη λύση: Στην πλειοδοσία της σκανδαλολογίας. Ο

Καραπαναγιώτης σε μια κρίσιμη στιγμή για το δημοκρατικό κίνημα (όροι εποχής)

στάθηκε αταλάντευτος. Αισθάνθηκε ότι ένας ολόκληρος κόσμος ένιωθε υπό διωγμόν

και ο Καραπαναγιώτης τον κράτησε ψηλά και τον συσπείρωσε γύρω από την

εφημερίδα του. Δεν έκρυψε πράγματα (χαρακτηριστική η αντιμετώπιση του

Κουτσόγιωργα και άλλων τότε πρωτοκλασάτων) και απέδωσε στον Παπανδρέου ό,τι

πραγματικά του αναλογούσε: Τις πολιτικές ευθύνες λόγω – κυρίως – της

(βιολογικής) αδυναμίας του να κυβερνήσει. Αλλά δεν τον χτύπησε ποτέ τόσο

προσωπικά όσο το σύνολο του (τότε) συμπολιτευόμενου Τύπου. Ο Καραπαναγιωτης

δεν υποχώρησε στο ρεύμα της εποχής και δικαιώθηκε. Έζησα από κοντά τα

ξημερώματα εκείνης της Τετάρτης τη σύλληψη του Κοσκωτά στις ΗΠΑ χάρη στα

«NEA». Ο δημοσιογράφος Καραπαναγιώτης ούτε στιγμή δεν ταλαντεύτηκε παρ’ όλο

που έβλεπε ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ βολευόταν με τη

φυγή του Κοσκωτά. Έσπαζε το ένα τηλέφωνο μετά το άλλο προσπαθώντας να πείσει

υπουργούς να ζητήσουν από τις αμερικανικές αρχές τη σύλληψη του Κοσκωτά στη

Βοστώνη – όπου τον είχαμε εντοπίσει. Έτσι συνελήφθη ο Κοσκωτάς…

Λένε ότι σημαντικός είναι ο άνθρωπος που δίνει ευκαιρίες στους άλλους.

(Έγραψαν γι’ αυτές πολλοί συνάδελφοι τις προηγούμενες μέρες).

Λένε επίσης ότι ο πλούσιος δεν κρίνεται από αυτά που έχει αλλά από τον τρόπο

που τα διαχειρίζεται σε σχέση με τους άλλους.

Ο Καραπαναγιώτης είναι ο σημαντικότερος και πλουσιότερος άνθρωπος που έχω

γνωρίσει…

Enstaseis – blog

Θα μας βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

http: //enstaseis.blogspot.com