«Ένα μόνο εύχομαι», έλεγε σε συνέντευξή της στα «NEA» η Λήδα Τασοπούλου (εδώ,

στον τελευταίο της ρόλο, ως «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη). «Να με έχει ο Θεός

καλά. Και να μου δίνει δύναμη να αντιμετωπίζω τη μοναξιά μου, να συμφιλιωθώ

μαζί της. Μεγαλώνει όσο μεγαλώνω. Πάει μαζί μου, όπως η σκιά μου. Δεν φοβάμαι

τίποτα εκτός από τη μοναξιά»

Συγκλόνισε τον θεατρικό κόσμο με τον αιφνίδιο θάνατό της, χθες στις 14.30, η

Λήδα Τασοπούλου. Ηγερία του Σπύρου Ευαγγελάτου, ιδρυτικό μέλος και

πρωταγωνίστρια του «Αμφι-Θεάτρου», έσβησε ήσυχα στο σπίτι της στην Κηφισιά,

αφήνοντας συντετριμμένο τον σύντροφό της, ο οποίος ακόμα και τώρα αρνείται να

πιστέψει το αναπόδραστο τέλος.

H Λήδα Τασοπούλου, χτυπημένη από τον καρκίνο τα δύο τελευταία χρόνια,

αντιμετώπισε την αρρώστια της με απίστευτη γενναιότητα. H γνώση της κατάστασής

της (πριν από ενάμιση χρόνο) αντί να την καθηλώσει, την ενεργοποίησε. Δεν

έλειψε ούτε στιγμή από τα μαθήματα που έδινε στο Πανεπιστήμιο Ναυπλίου,

διδάσκοντας στο Τμήμα Θεατρολογίας τα τελευταία χρόνια. Εργατικότητα και

περηφάνια, μαχητικότητα και εγκαρτέρηση είχε να αντιτείνει σε ένα φλέγον

ζήτημα ζωής, που το κρατούσαν με τον Σπύρο Ευαγγελάτο «κλειστό» από όλους.

Γεννημένη το 1953 στην Αθήνα, η Λήδα Τασοπούλου είχε σπουδάσει στην Αρσάκειο

Παιδαγωγική Ακαδημία, αλλά και φλάουτο και βιολί (με υποτροφία του Ωδείου

Αθηνών), κλασικό χορό (αλλά και σύστημα Γκράχαμ, τζαζ κ.λπ.). «Δεν ήταν να

ασχοληθώ με το θέατρο. Το μεράκι μου ήταν η μουσική και η κίνηση», έλεγε στα

«NEA». «Και την Παιδαγωγική σκεφτόμουν. Είναι αστείο, αλλά μια φίλη μου καλή

ήταν που μου είπε “εσύ είσαι γεννημένη ηθοποιός”. Εγώ της είπα “άσε τις

βλακείες”, αλλά εκείνη επέμενε να δώσω στη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Και

πέρασα πρώτη. Καθρέφτισα, φαίνεται, στο πρόσωπό της αυτό που ήθελα και μου “το

‘δωσε πίσω”».

Το θεατρικό της ξεκίνημα τοποθετείται στη Δραματική Σχολή, όταν

μαθήτρια ακόμη (από το πρώτο έτος) συμμετείχε στον Χορό σε παραστάσεις του

Εθνικού: στον «Ιππόλυτο», την «Άλκηστι», τον «Κύκλωπα», τις «Βάκχες», όλες σε

σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου με τον οποίο και συνδέθηκε. Επαγγελματικά

πρωτοεμφανίστηκε με το «Αμφι-Θέατρο», που ίδρυσαν μαζί με τον Σπύρο Ευαγγελάτο

– σύντροφό της στη ζωή και το θέατρο επί τρεις δεκαετίες -, σκηνή στην οποία

ανέλαβε και θέση αναπληρωτή καλλιτεχνικού διευθυντή.

Έκτοτε εργάστηκε αποκλειστικά για το «Αμφι-Θέατρο» ως πρωταγωνίστρια, αλλά και

βοηθός σκηνοθέτη – και στην Compania Ballesteros της Μέριδα, στην Ισπανία

(προτού δοκιμάσει τις δυνάμεις της στη σκηνοθεσία) με σημαντικές εμφανίσεις σε

«Ερωτόκριτο», «Τίτο Ανδρόνικο», «Επιτρέποντες», «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»,

«Προμηθέας δεσμώτης», «Δεσποινίς Τζούλια», «Όπως σας αρέσει», «Όπερα της

πεντάρας» κ.ά. «Δεν αισθάνομαι ότι περνάω κάπου αλλού. H σκηνοθεσία, όπως θα

ήθελα εγώ τουλάχιστον να την κάνω, είναι μια συνέχιση, με έναν άλλο τρόπο, της

δουλειάς μου πάνω στην υποκριτική τέχνη και μόνο», έλεγε στα «NEA» (στον

Γιώργο Δ.K. Σαρηγιάννη, το 1998). «Επ’ ουδενί δεν σκέφτομαι να “ντύσω”, να

φωτίσω, να τοποθετήσω ένα θέμα σ’ έναν χώρο. Απλώς θα μπορώ να έχω πάνω στην

παράσταση ένα “άλλο μάτι”».

Συμμετείχε σε τριάντα διεθνή φεστιβάλ και των πέντε ηπείρων (το 1993

και στο Φεστιβάλ των Εθνών στη Χιλή), όπου υμνήθηκε ως «Ηλέκτρα» και

«Ιφιγένεια εν Ληξουρίω» και στο μονοθέαμα (σύνθεση κειμένων) «Προς ύστατον

φως».

Διηύθυνε το Εργαστήρι Υποκριτικής Τέχνης για το Θέατρο και την Όπερα του

«Αμφι-Θεάτρου» (1989-92) και δίδαξε υποκριτική στα Τμήματα Θεατρικών Σπουδών

των Πανεπιστημίων Αθηνών και Πελοποννήσου (Ναυπλίου). Βραβεύθηκε για τις

ερμηνείες της στο «Ονειρόδραμα» (έπαθλο Μαρίκα Κοτοπούλη, 1994) και στη

«Θεοφανώ» (από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, 1996).

Το καλοκαίρι του 1998 έπαιξε στην «Ιστορία του Στρατιώτη» του Ιγκόρ

Στραβίνσκι, που παρουσίασε το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στη Μικρή Επίδαυρο, ενώ

το 2001 πρωταγωνίστησε στην παράσταση «Ώρα απιέναι – H ζωή του Σωκράτη»,

παραγωγή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Ηρώδειο.

H μοναδική φορά που ακολούθησε τις οδηγίες άλλου σκηνοθέτη, πέραν του

αγαπημένου της Σπύρου Ευαγγελάτου, ήταν στην πρώτη ταινία του Νίκου Βεργίτση

«Ιστορίες μιας κερήθρας» (1981), που ήταν και η μοναδική της κινηματογραφική

εμφάνιση.

H Λήδα Τασοπούλου αφήνει πίσω της δύο παιδιά, την ηθοποιό Καρετίνα

Ευαγγελάτου, που σπουδάζει σκηνοθεσία στη Ρωσία, και τον Αντίοχο Ευαγγελάτο, ο

οποίος ασχολείται με τη μουσική (όπως και ο συνώνυμος συνθέτης παππούς του),

και τη μητέρα της.

«Σκηνοθετώ σαν ηθοποιός»

Άνθρωπος γεμάτος ενέργεια, η Λήδα Τασοπούλου υπήρξε ηθοποιός με ισχυρή

θεατρική παρουσία και με άποψη στους ρόλους της, καλλιεργημένη και γοητευτική

συνομιλήτρια (και στις συνεντεύξεις). Τα τελευταία χρόνια είχε δώσει αξιόλογα

σημάδια σκηνοθετικών ικανοτήτων («σκηνοθετώ σαν ηθοποιός», έλεγε στην Έλενα Δ.

Χατζηιωάννου, στα «NEA»): στο σύγχρονο γερμανικό έργο «Αστραπές χωρίς βροντή»,

στο «Ο δρόμος της Μήδειας είναι μονόλογος» – σε δική της σύνθεση κειμένων για

τους «Θεατρικούς Μονολόγους» της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας -, στο γαλλικό «Τρεις

κύβοι ζάχαρη για τον καφέ της Κίρκης» και το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του

Μπέκετ.

H τελευταία της εμφάνιση ήταν πέρυσι το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, με τον

επώνυμο ρόλο στην «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη, με το «Αμφι-Θέατρο», σε σκηνοθεσία

Σπύρου Ευαγγελάτου, που παρουσιάστηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, στο

πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, ενώ παραμονές του Πάσχα έκανε την πέμπτη και

τελευταία της σκηνοθεσία στο «Πάσχα» του Αυγούστου Στρίντμπεργκ.