H ιστορία είναι παλιά. Αρχίζει από τις αρχές της δεκαετίας του

’90, όταν απελευθερώθηκε η τραπεζική αγορά και νέοι δυναμικοί παίκτες

έκαναν την εμφάνισή τους και πλασαρίστηκαν δίπλα στα παραδοσιακά κρατικά

πιστωτικά ιδρύματα.

Γιώργος Αλογοσκούφης. Στην αρχή της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης ο υπουργός

Οικονομίας διεκήρυσσε ότι η κυβέρνηση δεν ευνοεί τις συγχωνεύσεις μεταξύ

ελληνικών τραπεζών και πως προτιμά την είσοδο ξένων τραπεζών με σκοπό την

ενίσχυση του ανταγωνισμού. Προϊόντος του χρόνου όμως, εκείνη η τόσο απόλυτη

προσέγγιση διαφοροποιήθηκε

Αρχικώς η ίδρυση δύο ιδιωτικών τραπεζών, της Eurobank από τον όμιλο Λάτση και

της XiosBank από τον όμιλο Βαρδινογιάννη, καθώς και η σχεδόν ταυτόχρονη

εξαγορά της κρατικής Τράπεζας Πειραιώς από ομάδα ιδιωτών επιχειρηματιών υπό

τον Μιχάλη Σάλλα, δημιούργησαν προϋποθέσεις αναγέννησης της ελληνικής

τραπεζικής αγοράς.

Τάραξαν τα νερά. Οι νέοι αυτοί παίκτες θα συγκεντρώσουν σταδιακά άλλες

μικρότερες τράπεζες, θα μεγαλώσουν και θα ταράξουν τα νερά, τα οποία μέχρι

τότε έμοιαζαν αδιατάρακτα για τις παραδοσιακές δυνάμεις της Εθνικής, της

Εμπορικής, της Αγροτικής και της Πίστεως, η οποία από τη δεκαετία του ’80 είχε

κερδίσει σημαντικά μερίδια και αποτελούσε ένα είδος έκφρασης του ιδιωτικού

τομέα στο κρατικό τραπεζικό σύστημα.

H Eurobank του Σπύρου Λάτση, γιου του μεγαλοεφοπλιστή Γιάννη Λάτση, θα

αγοράσει πρώτα την Τράπεζα Κρήτης, ακολούθως την Αθηνών και το 1998 θα κάνει

το άλμα εξαγοράζοντας με επιθετική κίνηση την ανθηρή Τράπεζα Εργασίας. Είχαν

προηγηθεί κινήσεις γιγάντωσης της Εθνικής Τράπεζας, η οποία αρχικώς θα

απορροφήσει την Εθνική Στεγαστική, μετά την Κτηματική και στη συνέχεια την

ETEBA. Σχεδόν κατ’ αντιστοιχία με τα παραπάνω η Τράπεζα Πειραιώς του Μιχάλη

Σάλλα εξαγόρασε την Τράπεζα Μακεδονίας – Θράκης, τη Xiosbank και τελευταία την

ETBA. H παλαιά Τράπεζα Πίστεως, σήμερα Alpha Bank του Γιάννη Κωστόπουλου, δεν

έμεινε αμέτοχη. Το 1998 θα διεκδικήσει και τελικώς θα εξαγοράσει την Ιονική

Τράπεζα, προικοδοτώντας τη μητρική Εμπορική με κεφάλαια ύψους περίπου 270 δισ.

δρχ., τα οποία θα χαθούν στην τρέλα του Χρηματιστηρίου μεταξύ 1999 και 2000.

Έτσι τελείωσε η πρώτη φάση γιγάντωσης των ελληνικών τραπεζών. Απ’ αυτή τη

διαδικασία ξεχώρισαν τέσσερις ισχυροί όμιλοι. Της Εθνικής, της Eurobank, της

Alpha Bank και της Πειραιώς, ενώ στην περιφέρειά τους έμειναν προς διεκδίκηση

η Εμπορική Τράπεζα, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και μικρότερες τράπεζες όπως η

Γενική, η Τράπεζα Αττικής και άλλες. H Εμπορική δεσμεύθηκε από τους Γάλλους

της Credit Agricole, η Γενική εξαγοράστηκε από τη Societe και το Ταχυδρομικό

Ταμιευτήριο ξέμεινε να το καλοβλέπουν όλοι ως το επόμενο πιο ισχυρό εργαλείο

γιγάντωσης.

H μεγάλη συγχώνευση. H κατάσταση έμοιαζε στάσιμη, μέχρι που το 2002

Εθνική και Alpha επιχείρησαν τη μεγάλη συγχώνευση. Οι Θόδωρος Καρατζάς και

Γιάννης Κωστόπουλος ήλθαν σε συμφωνία συνεργασίας με όραμα τη δημιουργία μιας

μεγάλης ελληνικής τράπεζας, ενός «εθνικού πρωταθλητή», ο οποίος θα διεκδικούσε

μερίδια στην Ευρώπη και θα μεταβαλλόταν σε παίκτη υπολογίσιμο στην μεγάλη

αγορά της γηραιάς ηπείρου. Φαντάζονταν και οι δυο τους μια μεγάλη τράπεζα που

θα συγκέντρωνε δυνάμεις σε όλη τη Βαλκανική.

Εκείνο το σχέδιο, μεγαλεπήβολο και σπουδαίο, προσέκρουσε σε μικρά και μεγάλα

συμφέροντα, συνάντησε την έντονη αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, των άλλων

τραπεζικών ομίλων, ακόμη και επιχειρηματιών, που δεν ήθελαν να δεσμευθούν

απέναντι σε ένα τόσο μεγάλο και ισχυρό τραπεζικό ίδρυμα.

Τα νεοδημοκρατικά σχέδια. Μετά τη νεοδημοκρατική νίκη, η περιβόητη «νέα

διακυβέρνηση» αρχικώς θα μείνει άπραγη, δεν θα κινήσει το θέμα των τραπεζών. Ο

υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφης θα διακηρύξει ότι η κυβέρνηση δεν

ευνοεί τις συγχωνεύσεις μεταξύ ελληνικών τραπεζών και πως προτιμά την είσοδο

ξένων τραπεζών, με σκοπό την ενίσχυση του ανταγωνισμού. Με αυτό το επιχείρημα

θα αρνηθεί την πώληση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, η οποία θα του έλυνε

ταμειακά προβλήματα και θα προτιμήσει την είσοδό του στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Προϊόντος του χρόνου όμως, εκείνη η τόσο απόλυτη προσέγγιση θα διαφοροποιηθεί.

Όταν αρχίσει να διαφαίνεται λύση στο Ασφαλιστικό των τραπεζών, από τα

κυβερνητικά γραφεία θα διαδίδονται σενάρια συγχωνεύσεων και εξαγορών, καθώς

και φήμες για χρηματιστηριακή έκρηξη, η οποία όντως οδήγησε τον Γενικό Δείκτη

πάνω από τις 3.200 μονάδες.