H θεωρία του Μάρσαλ βοήθησε πολύ τους οικονομολόγους να καταλάβουν τον κόσμο.

Σήμερα, όμως, υπάρχει η αίσθηση ότι για να εξηγηθεί η πρόοδος στα οικονομικά

θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί μια νέα θεωρία, η οποία να εξηγεί πώς μικρές

αλλαγές οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερες

Το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης οικονομικής θεωρίας βασίζεται στη θεωρία του

Βρετανού οικονομολόγου Άλφρεντ Μάρσαλ, που υποστηρίζει ότι «η φύση δεν

μεταλλάσσεται με τεράστια άλματα». Και όμως, εμείς οι οικονομολόγοι πολλές

φορές βλέπουμε ότι οι θεωρίες μας, οι οποίες βασίζονται στις ιδέες του Μάρσαλ,

αδυνατούν πλέον να εξηγήσουν όσα συμβαίνουν στον κόσμο.

H βασική αρχή αυτής της θεωρίας είναι ότι η αγορά λύνει μόνη της όλα τα

προβλήματα και πως δεν θα πρέπει να περιμένουμε μικρές (ή και μεγάλες) αλλαγές

να έχουν καταλυτική επίδραση σε αυτήν. Για παράδειγμα, όταν συντελείται ένα

μεγάλο τεχνολογικό άλμα που οδηγεί σε αύξηση των μισθών όσων έχουν υψηλή

εξειδίκευση, αυτό θα κάνει και άλλους να επιζητήσουν υψηλή εξειδίκευση και να

αποκτήσουν καλύτερη μόρφωση, με αποτέλεσμα να αποκαθίσταται η ισορροπία και να

μην ευνοείται η δημιουργία μεγάλων ανισοτήτων. Μια χώρα με χαμηλή

παραγωγικότητα, για παράδειγμα, θα προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Αυτό θα

προκαλέσει αύξηση στην αναλογία κεφαλαίου – εργασίας και θα δημιουργήσει τις

προϋποθέσεις για αύξηση της παραγωγικότητας. Όπου και να κοιτάξει κανείς, υπό

το πρίσμα της θεωρίας του Μάρσαλ, βλέπει ότι συντελείται μια οικονομική

εξισορρόπηση, η οποία αντισταθμίζει τα αποτελέσματα των αναταραχών που ενίοτε

εμφανίζονται.

Νέα θεωρία

H θεωρία του Μάρσαλ βοήθησε πολύ τους οικονομολόγους να καταλάβουν τον κόσμο.

Σήμερα, όμως, υπάρχει η αίσθηση ότι για να εξηγηθεί η πρόοδος στα οικονομικά

θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί μια νέα θεωρία, η οποία να εξηγεί πώς μικρές

αλλαγές οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερες. Ίσως έτσι να ήταν πάντα. Σε σχέση με τα

δεδομένα που ίσχυσαν στον κόσμο πριν από αιώνες, σήμερα ζούμε μέσα σε

απίστευτο πλούτο. Σε δύο γενιές ο αναλφαβητισμός θα έχει σχεδόν εξαφανιστεί

από τον κόσμο.

Και όμως, τεχνολογική πρόοδος υπήρχε και πριν από τρεις αιώνες. Το μηχανικό

ρολόι, ο μύλος που λειτουργεί με νερό, το κανόνι, οι σπόροι ρυζιού που μπορεί

να δώσουν τρεις σοδειές ετησίως ή η αναπαραγωγή προβάτων τα οποία μπορεί να

ζήσουν στα βουνά της Ισπανίας υπήρξαν σπουδαίες εφευρέσεις, οι οποίες όμως

συνέβαλαν μόνο στην αύξηση του πληθυσμού και δεν ανέβασαν τα επίπεδα

διαβίωσης.

Αν σήμερα διαιρούσαμε σε ίσα μέρη όλα όσα παράγουμε παγκοσμίως, μήπως αυτό θα

μας επέτρεπε να συμπεράνουμε ότι το επίπεδο διαβίωσής μας είναι δέκα φορές

καλύτερο από αυτό των προγόνων μας; Είκοσι φορές; Εκατό φορές; Έχει αξία αυτή

η ερώτηση;

Ο David Landes αρέσκεται να λέει την ιστορία του Nathan Meyer Rothchild, του

πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου

αιώνα, ο οποίος πέθανε σε ηλικία λίγο μεγαλύτερη των 50 ετών από μολυσματική

ασθένεια. Αν μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στη ζωή που έζησε ως οικονομικός

πρίγκιπας της Ευρώπης και στο να ζούσε σήμερα, πολύ φτωχότερος αλλά έχοντας

μπροστά του ακόμη 30 χρόνια ώστε να παίζει με τα δισέγγονά του, τι νομίζετε

ότι θα διάλεγε;

Χωρίς απαντήσεις

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ζούμε σε έναν κόσμο εξαιρετικά άνισο.

Υπάρχουν, σήμερα, οικογένειες στο Xian (στην Κίνα) που κάποτε ήταν η καρδιά

της δυναστείας Tang, οι οποίες δεν έχουν στην κατοχή τους παρά μια ξερή φάρμα

δύο εκταρίων και μια κατσίκα, ενώ άλλες οικογένειες, που ζουν σε άλλες

περιοχές του κόσμου, θα μπορούσαν να αγοράσουν τη φάρμα αυτή με τα χρήματα που

κερδίζουν μέσα σε μία μόλις ημέρα. H οικονομική θεωρία του Μάρσαλ δεν μας

βοηθά καθόλου να καταλάβουμε γιατί γίνεται αυτό. Γιατί το μέσο επίπεδο

διαβίωσης έμεινε στάσιμο τόσον καιρό σε ολόκληρο τον κόσμο; Για ποιο λόγο ο

ρυθμός της ανάπτυξης επιταχύνθηκε τόσο πολύ μέσα σε τόσο μικρή χρονική

περίοδο; Πού είναι η ανάλυση των επιπτώσεων, της καινοτομίας, της

προσαρμοστικότητας και της διάχυσης του πλούτου; Και γιατί ο κόσμος σήμερα

είναι τόσο άνισος; Όλα αυτά σίγουρα δεν μπορούμε να τα βρούμε στον Μάρσαλ.

Έχουν λίγα να πουν

Πέρασαν ολόκληρες γενιές από τότε που οι οικονομολόγοι Rober Solow και Moses

Abramovitz επεσήμαναν ότι η θεωρία του Μάρσαλ είναι φτωχή για να μας βοηθήσει

να κατανοήσουμε τη σύγχρονη οικονομική ανάπτυξη. Οι πραγματικές πηγές

ανάπτυξης δεν εντοπίζονται στον νόμο προσφοράς και ζήτησης ή στην κατανομή

πεπερασμένων πόρων σε εναλλακτικές χρήσεις, αλλά στις αλλαγές που συντελούνται

στην τεχνολογία και στον τομέα της οργάνωσης – πράγματα για τα οποία οι

οικονομολόγοι έχουν πολύ λίγα να πουν.

Οι ιστορικοί της οικονομίας, όπως ο Ken Pomeranz, δικαίως επισημαίνουν ότι

πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση οι διαφορές στο μέσο επίπεδο διαβίωσης

ανάμεσα στους ανεπτυγμένους πολιτισμούς της Ευρώπης και της Ασίας ήταν μικρές.

Μπορεί στα τέλη του 17ου αιώνα ένας αγρότης στην κοιλάδα του Γιαντζέ να ζούσε

διαφορετικά από ό,τι ένας αγρότης στην κοιλάδα του Τάμεση, όμως κανείς δεν

ζούσε πολύ καλύτερα από τον άλλον.

Δύο αιώνες μετά, αυτό είχε αλλάξει. Στα τέλη του 19ου αιώνα το μέσο επίπεδο

διαβίωσης στη Βρετανία – και σε άλλες χώρες στις οποίες εξαπλώθηκε η

Βιομηχανική Επανάσταση – ήταν, για πρώτη φορά στην Ιστορία, έτη φωτός μπροστά

από το αντίστοιχο του νεο-Μαλθουσιανισμού. Και αυτό συνέβη παρά το γεγονός

ότι, στις περιοχές αυτές, σημαντικό μέρος του εθνικού εισοδήματος χάθηκε

καταλήγοντας στην τσέπη μιας διεφθαρμένης, παρακμιακής αριστοκρατίας. Συνέβη

παρά τον τριπλασιασμό του πληθυσμού, που δημιούργησε μεγάλες πιέσεις στην

οικονομία (σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των φυσικών πόρων) και παρά τα τεράστια

ποσά τα οποία χρειάστηκε να δαπανηθούν σχεδόν για έναν αιώνα στους πολέμους

της Βρετανίας εναντίον της Γαλλίας, μιας υπερδύναμης με πληθυσμό τρεις φορές

μεγαλύτερο από εκείνον της Βρετανίας.

Πολύ διαφορετική

Πώς ακριβώς, λοιπόν, επιτεύχθηκαν όλα αυτά; Ποιες ήταν οι μικρές διαφορές που

οδήγησαν σε τόσο μεγάλες αλλαγές; Οι οικονομολόγοι αρχίζουν τώρα να

συνειδητοποιούν ότι η θεωρία του Μάρσαλ δεν μπορεί να απαντήσει στα πιο

κρίσιμα ερωτήματά τους. Είναι ξεκάθαρο ότι η επιστήμη των Οικονομικών – για να

επιτύχει και να προοδεύσει – θα πρέπει να είναι πολύ διαφορετική στην επόμενη

γενιά.

Ο J. Bradford DeLong είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο

Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας και πρώην βοηθός του υπουργού Οικονομίας των ΗΠΑ επί

προεδρίας Κλίντον

Project Syndicate, 2005 www.project-syndicate.org

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ