Ψηφίσθηκε από τη Βουλή τις προάλλες ο κρατικός προϋπολογισμός 2003. Κατά τη

συζήτηση δεν έλειψαν οι οξύτητες, οι υπερβολές. Η αξιωματική αντιπολίτευση

ξεπέρασε και φέτος σε κοπετούς για την οικονομία τις μανιάτισσες

μοιρολογίστρες. Κρίμα, γιατί η ελληνική οικονομία παρά τη διεθνή συγκυρία και

τις διαρθρωτικές της αδυναμίες, κινείται στον αστερισμό της σταθερότητας και

της ανάπτυξης, όπως επιβεβαιώνεται συνεχώς από τους διεθνείς οργανισμούς.

Ο νέος προϋπολογισμός βασίζεται, ορθώς, σε συγκρατημένες εκτιμήσεις λόγω της

διεθνούς αβεβαιότητας από τη συνεχιζόμενη ύφεση και την ανησυχητική προοπτική

πολέμου στο Ιράκ. Στο επισφαλές αυτό περιβάλλον, υπηρετεί με ρεαλισμό τους

στόχους για ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, διατήρησης της δημοσιονομικής

σταθερότητας και εξοικονόμηση πόρων για ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Ο

προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ στο 3,8%, είναι για όγδοη συνεχή χρονιά

πολύ πάνω από τον μέσο της ευρωζώνης. Η δημοσιονομική πειθαρχία συνεχίζεται,

με περιορισμό των καταναλωτικών δαπανών του Δημοσίου προς όφελος των

επενδύσεων και των δαπανών του κοινωνικού κράτους.

Με την ψήφιση του προϋπολογισμού έκλεισε ο πρώτος κύκλος. Ανοίγει τώρα ο

δεύτερος κύκλος, της προσπάθειας για την πιστή εκτέλεσή του. Το βάρος πέφτει

στην κυβέρνηση και στη διοίκηση. Αλλά όλοι οφείλουν να συμπράξουν. Θεωρώ ότι

ορισμένες επισημάνσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Πρώτον, τα όργανα ελέγχου της πολιτείας επωμίζονται μεγάλο βάρος για την

δημοσιονομική πειθαρχία, την διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα. Οι

ελεγκτικοί μηχανισμοί καθώς και ανεξάρτητες αρχές οφείλουν να αναλάβουν

πρόσθετες δράσεις όπως και το κοινό μέτωπο διοικητικών και δικαστικών αρχών,

ιδιαίτερα για την πάταξη της σπατάλης και της διαφθοράς. Ο δίδυμος στόχος της

μείωσης των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους είναι αναγκαιότητα, πέρα από

όρος του Συμφώνου Σταθερότητας. Από τον αυστηρό έλεγχο των δαπανών και τον

περιορισμό της παραοικονομίας θα εξοικονομηθούν πόροι για την ανάπτυξη και το

κοινωνικό κράτος. Ιδιαίτερη εγρήγορση των αρχών επιβάλλει η δυσμενής εξέλιξη

του πληθωρισμού και τα εμφανιζόμενα φαινόμενα ακρίβειας που πλήττουν τα

ασθενέστερα στρώματα και εξανεμίζουν τα λαϊκά εισοδήματα.

Δεύτερον, η επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης προϋποθέτει οπωσδήποτε την

ταχύτερη και ομαλή εξέλιξη των δράσεων και έργων του Γ’ ΚΠΣ. Η συνεχής

βελτίωση της επιχειρηματικότητας σε όλους τους κλάδους παραμένει κεντρικός

στόχος. Η ενίσχυση των μικρομεσαίων μέσα από την ψηφισθείσα φορολογική

μεταρρύθμιση είναι θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως, δεν αρκεί. Η

διευκόλυνση των μικρομεσαίων, με νέες ευκαιρίες για να συμμετάσχουν στις

δράσεις του Γ’ ΚΠΣ, καθώς και η κάλυψή τους στη χρηματοδότηση από το συσταθέν

Ταμείο Εγγυήσεων έχουν καθοριστική σημασία. Μην ξεχνάμε ότι οι μικρές και

μεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν την «ραχοκοκαλιά» της ελληνικής οικονομίας αλλά

και «κλειδί» για την ανάκαμψη της αγοράς και της απασχόλησης.

Τρίτον, όσον αφορά το κοινωνικό κράτος. Ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή είναι οι

δύο όψεις του ίδιου νομίσματος για την πρόοδο και την ευημερία των Ελλήνων.

Κάτω από αυτό το πρίσμα η ανεργία είναι το μεγάλο «αγκάθι» σε όλη την Ευρώπη.

Στη χώρα μας, παρά τα θετικά δείγματα, το πρόβλημα της απασχόλησης παραμένει

οξύ. Η ελληνική προεδρία έχει την ευκαιρία για πιο προωθημένες και

αποτελεσματικές δράσεις στο πλαίσιο των αποφάσεων της Λισαβώνας. Πρέπει να μας

απασχολήσει ο βαθμός απόδοσης, στην απασχόληση, προγραμμάτων που προωθεί η

Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Τι πραγματικά συνεισφέρουν π.χ. τα προγράμματα

κατάρτισης στην απασχόληση; Επιβάλλεται αξιολόγηση και επανεξέταση.

Τέλος, τα προγράμματα για την ενίσχυση των ασθενέστερων οικονομικά ομάδων, των

πολυτέκνων, των μισθωτών και συνταξιούχων καθώς και οι δράσεις του «δικτύου

καταπολέμησης της φτώχειας» μπορεί στο 2003 να δώσουν χειροπιαστό «κοινωνικό

μέρισμα». Δεν έχουν ακόμα αγγίξει πολλές ομάδες – στόχους. Η πολιτική

κοινωνικής δικαιοσύνης προωθείται πράγματι ως ένα βαθμό με τις πρόσφατες

φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ των οικονομικά «αδυνάτων». Όμως χρειάζεται να

επεκτείνεται στο σύνολο των δράσεων και εκφάνσεων του κοινωνικού κράτους.

Οι πολίτες έχουν σίγουρα ανάγκη – το δείχνουν και οι σφυγμομετρήσεις – από

περισσότερες εγγυήσεις για το εισόδημα, την εργασία, την καθημερινή τους ζωή.

Οι ανέξοδες, όμως, ρητορείες ευαισθησίας της αντιπολίτευσης, ο λαϊκισμός τύπου

«τα μπορούμε όλα», δεν εγγυώνται, παρά το τίποτα. Με την προώθηση των στόχων

που εμπεριέχονται στον προϋπολογισμό, θα φανεί έμπρακτα η ευθύνη και η

ευαισθησία μας στα προβλήματα και τα μηνύματα της κοινωνίας.

Ο Κώστας Γείτονας είναι Α’ αντιπρόεδρος της Βουλής, βουλευτής ΠΑΣΟΚ Β’

Αθήνας