Οι φιάλες άνοιξαν και το πρώτο κρασί της χρονιάς υποβλήθηκε χθες στο τεστ

της γεύσης, καθώς άνθρωποι στη Γαλλία και σε όλο τον κόσμο δοκίμαζαν τα πρώτα

ποτήρια του Beaujolais Nouveau, του καινούργιου Μποζολέ.

Κάθε χρόνο, την τρίτη Πέμπτη του Νοεμβρίου, οι πραγματικοί connoisseurs

απαξιούν, αλλά οι καταναλωτές κάνουν ουρές για να πιουν την πρώτη τους γουλιά

από το ελαφρό, ζωηρό κόκκινο κρασί που έχει παλιώσει μόλις λίγες εβδομάδες και

η ζύμωσή του μόλις και με τα βίας έχει τελειώσει. Η παράδοση θέλει τα

μεσάνυχτα της Τετάρτης προς την Πέμπτη να αποτελούν το χρονικό όριο, μετά το

οποίο το κρασί αυτό είναι έτοιμο προς πόσιν. Και τα μπουκάλια ανοίγουν σε

βακχικά πάρτι που οργανώνονται την Πέμπτη όχι μόνο στο Παρίσι, αλλά και στο

Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, το Τόκιο και το Πεκίνο. «Συνηθίζουμε να λέμε πως είναι

το μεγαλύτερο παγανιστικό φεστιβάλ της ανθρωπότητας, επειδή είναι παγκόσμιο»,

εξηγεί η Αν Μασόν της Διεπαγγελματικής Ένωσης των Κρασιών του Μποζολέ, στην

οποία μετέχουν οινοπαραγωγοί και έμποροι. «Δεν ήταν εξαιρετική χρονιά, αλλά

δεν ήταν και κακή και τα κρασιά έχουν καλή υφή», προσθέτει.

Φέτος έχουν παραχθεί περίπου 60 εκατομμύρια μπουκάλια Beaujolais Nouveau και

είχαν από νωρίτερα σταλεί ανά τον κόσμο εν όψει της χθεσινής ημέρας. Το κρασί

αυτό έχει πιστούς κυρίως στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Γερμανία, αλλά η

μεγαλύτερη γιορτή γίνεται, όπως είναι φυσικό, στη Γαλλία. Αφίσες στα μπαρ του

Παρισιού καλούσαν χθες τον κόσμο να δοκιμάσει το νέο κρασί: «Κόκκινο σαν τα

χείλη σου, μαλακό σαν το δέρμα σου, ξυπνά τους πόθους μας», έγραφαν για να

καταλήξουν: «Το Beaujolais Nouveau είναι ποίημα».

Βέβαια το θέμα δεν είναι το κρασί αυτό καθεαυτό, αλλά η ευκαιρία για πάρτι που

προσφέρει η κυκλοφορία του τη συγκεκριμένη μέρα. Τα μπαρ γεμίζουν ανθρώπους,

εστιατόρια προσφέρουν παραδοσιακά φαγητά της περιοχής στην οποία παράγεται το

Μποζολέ και γιορτές οργανώνονται σε σπίτια. «Είναι το ίδιο όπως πάντα, ούτε

καλύτερο ούτε χειρότερο, αλλά είναι μια καλή παράδοση», έλεγε χθες ένας

πελάτης σε μια μεγάλη κάβα του Παρισιού. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ένα

Beaujolais Nouveau πρέπει συνήθως να πίνεται ως τον Μάιο της χρονιάς που

ακολουθεί εκείνη της παραγωγής του.

Ωστόσο, με το φετινό τα πράγματα είναι διαφορετικά, σύμφωνα τουλάχιστον με τον

Ζιλμπέρ Γκαριέ, συγγραφέα της «Εκπληκτικής Ιστορίας του Beaujolais Nouveau»,

από τους λίγους τυχερούς που δοκίμασαν το καινούριο κρασί ήδη το προηγούμενο

Σαββατοκύριακο. Και συνιστά να περιμένει κανείς τουλάχιστον έξι μήνες πριν

ανοίξει τα μπουκάλια της φετινής σοδιάς. «Θα μπορούσε να είναι πολύ καλό τον

Απρίλιο. Είναι υπερβολικά νέο… Είναι ακόμη παιδί. Είναι όπως όταν θέλεις να

κάνεις έρωτα: είναι καλύτερα να κάνεις έρωτα με μια 40χρονη γυναίκα».

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα γιόρτασαν και οι Έλληνες λάτρεις

Το μποζολέ Νουβό (Beaujolais Nouveau) έφτασε και στην Ελλάδα. Ένα λεπτό

μετά τα μεσάνυχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη οι λάτρεις του οίνου γεύονταν το

«νέο» κρασί. Οι πρώτες φιάλες είχαν μόλις ανοιχτεί σε ένα πάρτι με την

παρουσία και του Γάλλου πρέσβη σε γνωστό μπιστρό της Αθήνας.

Οι Έλληνες λάτρεις του «Beaujolais Nouveau» έχουν την ευκαιρία κάθε χρόνο να

γευτούν περίπου 10 διαφορετικές «ετικέτες» που εισάγονται στην Ελλάδα. Μεταξύ

αυτών είναι οι γνωστοί παραγωγοί Drouhin, Jadot, Patriarch, Duboeuf. Η τιμή

της φιάλης (750 ml) στις κάβες της ελληνικής αγοράς ξεκινάει περίπου από τα

6,50 ευρώ και φτάνει έως τα 8,10 ευρώ, έχοντας σημειώσει φέτος μία μικρή

αύξηση. Στα σούπερ μάρκετ, ωστόσο, μπορεί να το βρει κανείς ακόμα φτηνότερα

(3-4 ευρώ). Σε εστιατόριο, το «νουβό» κοστίζει περίπου 3,50 – 4 ευρώ το

ποτήρι, ενώ η φιάλη κυμαίνεται μεταξύ 20 και 44 ευρώ. Χθες, σε αρκετά

εστιατόρια της Αθήνας οι υπεύθυνοι των καταστημάτων προσέφεραν δωρεάν στους

πελάτες το φρέσκο κρασί, ώστε να το γνωρίσουν και όσοι δεν το έχουν δοκιμάσει.

Όσο για την ποσότητα που καταναλώνεται στην Ελλάδα, δεν ξεπερνά τις 60.000

φιάλες (45.000 λίτρα). «Η μόδα του Nouvau στην Ελλάδα δεν έχει μεγάλη διάδοση.

Η ποσότητα θεωρείται μικρή», λέει η κ. Έλλη Κορρέ από την λέσχη κρασιού

«Κύκλος των Οινοφίλων – Οινέας». «Είναι ειδικό το κοινό που το καταναλώνει.

Κυρίως άνθρωποι που έχουν ζήσει στο εξωτερικό και ειδικότερα στη Γαλλία.