Το κλείσιμο των ανέλεγκτων υποθέσεων των μικρομεσαίων με βάση τη συνάφεια

παύει στο τέλος του 2002 – τουλάχιστον, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του

υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών – όχι όμως και η λογική του καθεστώτος

αυτού για την Εφορία.

Στην ίδια λογική θα εξακολουθήσουν να βασίζονται οι έλεγχοι της Εφορίας στους

μικρομεσαίους επαγγελματοβιοτέχνες και τους ελεύθερους επαγγελματίες τα

επόμενα χρόνια.

Έτσι, μπορεί από το 2003 να καταργούνται τα αντικειμενικά κριτήρια για τον

προσδιορισμό των ελάχιστων καθαρών κερδών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και

των ελεύθερων επαγγελματιών, η Εφορία όμως, στους ελέγχους που θα

πραγματοποιεί, θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί τα τέσσερα «αντικειμενικά»

κριτήρια της συνάφειας, για να προσδιορίζει τα εισοδήματά τους. Πρόκειται για

τα τέσσερα επίμαχα κριτήρια που βρίσκονται στο στόχαστρο των μικρομεσαίων

επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών: Το κόστος των πωληθέντων, τις

πραγματικές δαπάνες (φως, νερό, τηλέφωνο κτλ), τις αποσβέσεις και το ποσοστό

κέρδους, όπως αυτό προκύπτει από τον μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους. Η

Εφορία στους δειγματοληπτικούς ελέγχους της θα λαμβάνει υπόψη το άθροισμα των

τεσσάρων αυτών κριτηρίων και θα το συγκρίνει με το δηλωθέν εισόδημα,

προκειμένου να κρίνει την ειλικρίνεια των δηλώσεων τους και να υπολογίζει τον

φόρο που τελικά θα επιβάλει.

Τα κριτήρια

Η λογική του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και… της συνάφειας είναι

η εξής: Τα κριτήρια αυτά αντιστοιχούν σε πραγματικές δαπάνες που κάνει κάθε

επιχείρηση για να λειτουργήσει. Δηλαδή, θεωρείται ότι κάθε επιχείρηση είχε

έσοδα τουλάχιστον τόσα ώστε να καλύπτει τις δαπάνες αυτές, επί των οποίων η

Εφορία υπολογίζει και ένα περιθώριο κέρδους. Με βάση τη φιλοσοφία της

συνάφειας δεν μπορεί μια επιχείρηση να επιβιώνει αν δεν έχει έσοδα που να

καλύπτουν τα βασικά έξοδά της.

Οι αντιρρήσεις

Από την πλευρά τους οι μικρομεσαίοι δέχονται ότι σε κάποιο βαθμό τα κριτήρια

αυτά δείχνουν τις ελάχιστες δαπάνες που κάνει μια επιχείρηση. Για τους ίδιους,

όμως, τα κριτήρια αυτά δεν αποτελούν στοιχεία που προσδιορίζουν το ελάχιστο

ύψος του εισοδήματός τους, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη τις επιχειρήσεις που

έχουν ζημίες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να φορολογούνται ζημιογόνες επιχειρήσεις

για κέρδη που δεν πραγματοποίησαν.

Το αγκάθι της συνάφειας

Το θέμα της συνάφειας αποτελεί πλέον – από την περασμένη άνοιξη – το μεγάλο

«αγκάθι» στις σχέσεις των μικρομεσαίων εμπόρων, επαγγελματοβιοτεχνών και των

ελεύθερων επαγγελματιών με το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Η

αντιπαράθεση αυτή, που υποβόσκει αρκετούς μήνες, φαίνεται τώρα να προσλαμβάνει

διαστάσεις σύγκρουσης. Οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων κατηγορούν το υπουργείο

για εκβιασμό. «Με το τελευταίο πογκρόμ της κυβέρνησης να εισπράξει φόρους, το

κλείσιμο των ανέλεγκτων υποθέσεων από προαιρετικό γίνεται εκβιαστικό,

αναγκαστικό», λέει στα «ΝΕΑ» ο υπεύθυνος του τμήματος τεκμηρίωσης της ΓΣΕΒΕΕ,

Στέργιος Βασιλείου. Ο ίδιος αναφέρει ότι «με τέτοιες προϋποθέσεις δεν χτίζεται

κλίμα εμπιστοσύνης» και προσθέτει ότι «οι μικρομεσαίοι δεν αντέχουν παρά μόνο

μία λύση: τη φορολόγηση με βάση τα πραγματικά τους εισοδήματα, για να

εφαρμοσθεί έτσι και η ανάλογη συνταγματική επιταγή. Κάθε άλλη ρύθμιση

συνάφειας, που υποτίθεται ότι διευκολύνει, είναι έξω από την έννοια της

φορολογικής δικαιοσύνης, γι’ αυτό και δεν βρίσκει ανταπόκριση».

Η ΓΣΕΒΕΕ και οι άλλες οργανώσεις των μικρομεσαίων είχαν συμφωνήσει αρχικά με

τη ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων με βάση τη συνάφεια. Τώρα, ύστερα από την

τροπή που πήρε το θέμα αλλά και τη διαπίστωση ότι το κλείσιμο των υποθέσεων

της πενταετίας στοιχίζει κατά μέσον όρο σε κάθε μικρή επιχείρηση από 600.000

δρχ. έως 800.000 δρχ., στην αιχμή του δόρατος των μικρομεσαίων είναι η

αναστολή των ρυθμίσεων αυτών και η κατάργηση του καθεστώτος της συνάφειας.

Χθες, το Δ.Σ. της ΓΣΕΒΕΕ εξουσιοδότησε το προεδρείο να αποφασίσει μέχρι τις 4

Δεκεμβρίου για κινητοποιήσεις, αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Έτσι,

όλα δείχνουν ότι η αντιπαράθεση θα έχει συνέχεια.