Η αγορά αυτήν τη στιγμή δεν χρειάζεται μέτρα. Χρειάζεται μέτρο. Με τον

λακωνικό αυτό τρόπο ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας κ. Θεόδωρος Καρατζάς

δίνει το στίγμα για το «φάρμακο» που θα αναστρέψει το αρνητικό χρηματιστηριακό

κλίμα, που χαρακτηρίζει τον τελευταίο καιρό την αγορά.

Θεόδωρος Καρατζάς: Μια κάμψη στις ΗΠΑ και την Ε.Ε. θα επηρεάσει και την Ελλάδα

Ο επικεφαλής της μεγαλύτερης ελληνικής τράπεζας προχωρεί μάλιστα ακόμα

περισσότερο λέγοντας ότι θα πρέπει να «απομακρύνουμε το βλέμμα μας από τον

παραμορφωτικό φακό οποιασδήποτε υπερβολής ή απαισιοδοξίας», δίδοντας με τον

τρόπο αυτό τη δική του ερμηνεία για τα αίτια των πρόσφατων χρηματιστηριακών

εξελίξεων. Επίσης κάνει λόγο για υπερβολή, απαισιοδοξία αλλά και για «ιδιότυπη

ομαδική ψυχολογία», η οποία έχει σημαντική συμβολή στις χρηματιστηριακές

εξελίξεις των τελευταίων μηνών.

Ο κ. Θεόδωρος Καρατζάς όταν ερωτάται για την πορεία και τις προοπτικές της

ελληνικής οικονομίας είναι κατηγορηματικός:

«Είναι καλό να αναλογιστούμε πως επί μία πενταετία ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ

στην Ελλάδα βρίσκεται σταθερά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και

ότι ίσως κανένας άλλος από τους εταίρους μας δεν διαθέτει τόσο θετικές

προοπτικές ζήτησης και ανάπτυξης όσο αυτές που έχει εξασφαλίσει η χώρα μας για

τα επόμενα χρόνια. Οι συνεχιζόμενες επενδύσεις με τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών

κονδυλίων, αλλά και η προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων αποτελούν δύο μόνο

παραδείγματα αυτής της διαπίστωσης».

Η ύφεση και η ελληνική οικονομία

Όταν όμως καλείται να σχολιάσει τις επιπτώσεις από μία ενδεχόμενη ύφεση στις

ΗΠΑ και στην Ε.Ε., τονίζει ότι μία τέτοια εξέλιξη δεν αφήνει ανεπηρέαστη την

ελληνική οικονομία: «Ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι η παγκόσμια οικονομία

διέρχεται μία δύσκολη περίοδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μεγαλύτερη οικονομία

του κόσμου ­ η αμερικανική ­ βρίσκεται σε ένα σχετικά χαμηλό σημείο του

οικονομικού της κύκλου, ενώ παράλληλα έχει σημειωθεί μία σχετική επιβράδυνση

του ρυθμού ανάπτυξης και στην ευρωζώνη, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τις

μεγαλύτερες οικονομίες της: τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι λογικό να αναγνωρίσουμε ότι η ελληνική

οικονομία δεν μπορεί να μείνει εντελώς ανεπηρέαστη. Ουδείς όμως μπορεί να

αρνηθεί, επίσης, ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία διήνυσε μία

τεράστια απόσταση επιτυγχάνοντας αυτό που πολλοί θεωρούσαν εντελώς ακατόρθωτο:

να συγκλίνει με τις υπόλοιπες χώρες-μέλη της ζώνης ευρώ», επισημαίνει

χαρακτηριστικά ο κ. Καρατζάς.

Ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας αναφερόμενος στο ελληνικό Χρηματιστήριο και

στη «συμπεριφορά» του τους τελευταίους μήνες, κάνει κατ’ αρχήν ένα συνολικό

απολογισμό για την πορεία της αγοράς, επισημαίνοντας ότι η είσοδος της Ελλάδας

στη ζώνη του ευρώ είναι βασικό συστατικό της ωρίμανσης και της ανάπτυξης της

αγοράς.

«Η χρηματιστηριακή αγορά στην Ελλάδα, όπως και γενικότερα η κεφαλαιαγορά,

γνώρισε ιδιαίτερη δραστηριότητα τα τελευταία χρόνια, καθώς η ελληνική

οικονομία συνέκλινε με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η επιτυχής είσοδος της

Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ συνιστά την επιτομή της επιτυχίας της διαδικασίας

οικονομικής σύγκλισης. Παράλληλα, αποτελεί το βασικότερο συστατικό της

ωρίμανσης και της ανάπτυξης της αγοράς. Όπου κι αν ανατρέξουμε στην παγκόσμια

οικονομία θα δούμε ότι δεν είναι δυνατόν να ανθήσει κάποια αγορά χωρίς την

προϋπόθεση της μακροοικονομικής σταθερότητας».

Οι διακυμάνσεις

Στην παρατήρηση όμως ότι οι μεγάλες διακυμάνσεις που καταγράφονται δεν

αποτελούν στοιχείο συμπεριφοράς των ώριμων αγορών, ο κ. Καρατζάς κάνει μία

διάκριση ανάμεσα σε διακυμάνσεις που συμβαδίζουν με την ίδια τη λειτουργία της

αγοράς και οι οποίες αποτελούν στοιχείο της εύρυθμης λειτουργίας της και σ’

αυτές που χαρακτηρίζονται από μεταβολές πέρα από τα αποδεκτά όρια τόσο σε

επίπεδο τιμών όσο και στη συχνότητα εμφάνισής τους.

«Ένα φυσικό στοιχείο που προσδιορίζει τη λειτουργία της χρηματιστηριακής

αγοράς είναι οι διακυμάνσεις των τιμών. Όταν αυτές εγγράφονται μέσα σε λογικά

επίπεδα απόκλισης, αυτό μπορεί να εκληφθεί ως δείγμα υγείας μίας

χρηματιστηριακής αγοράς. Πρέπει εδώ να θυμηθούμε ότι η συστηματική απουσία

διακυμάνσεων σε μία αγορά ­ πέραν ίσως κάποιων περιόδων εποχικής ηρεμίας ­

οφείλεται συνήθως σε ατροφία των δυνάμεων που τις ασκούν και μη επαρκή ύπαρξη

της προσφοράς και της ζήτησης. Θα πρέπει να είναι σαφές ότι καμία ανεπτυγμένη

οικονομία δεν μπορεί να συμβαδίσει σε μακρό χρόνο με μία αγορά που θα εμφάνιζε

τέτοια χαρακτηριστικά, αφού η υγεία της οικονομικής δραστηριότητας, αργά ή

γρήγορα, αποτυπώνεται στον μηχανισμό των κεφαλαιαγορών που συστηματικά

επιδιώκουν τον αποτελεσματικό καταμερισμό των μακροπρόθεσμων πόρων της

οικονομίας», τονίζει. Και συνεχίζει:

«Αντίθετα, όμως, δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα από ενδεχόμενες υπερβολές που

μπορούν να ωθήσουν τις διακυμάνσεις αυτές πέρα από τα αποδεκτά όρια σε επίπεδα

και συχνότητα που βλάπτουν την ουσιαστική αποστολή μίας χρηματιστηριακής

αγοράς. Αυτό συμβαίνει διότι τέτοια φαινόμενα υποθάλπουν ένα κλίμα ανησυχίας

και αβεβαιότητας, ενώ συχνά παρεισφρέει σε αυτό το πλαίσιο και η αστάθεια

εξωγενών παραμέτρων.

Κατά τη διάρκεια των διαστημάτων έντονων και αναίτιων διακυμάνσεων σημαντικό

ρόλο διαδραματίζει η διαμόρφωση μίας ιδιότυπης ομαδικής ψυχολογίας. Με άλλα

λόγια, ο ένας επηρεάζει τον άλλον και με σχεδόν ανακλαστικό τρόπο οδηγούμαστε

σε φαινόμενα μαζικής συμπεριφοράς που είναι εντελώς απομονωμένα από τις

αληθινές συνθήκες της οικονομίας. Θα έλεγα ότι είναι ένα από τα μεγάλα

παράδοξα της οικονομικής λειτουργίας να παρατηρείται ότι υπάρχει εγκατάλειψη

της λογικής θεώρησης των πραγμάτων όταν οι αγορές από μόνες τους

δημιουργήθηκαν για να συγκεράσουν ορθολογική συμπεριφορά.

Είναι, λοιπόν, αναγκαίο να αποπειραθούμε την ψηλάφηση της αληθινής μας

οικονομίας που συνεπάγεται το πραγματικό δυναμικό των αγορών μας».

Μέτρο και όχι μέτρα

Όταν μάλιστα τού ζητείται να προτείνει τρόπους για το πώς μπορεί να αλλάξει το

κλίμα που δημιουργεί αυτή η «ιδιότυπη ομαδική ψυχολογία», είναι

κατηγορηματικός αλλά ταυτόχρονα προειδοποιεί για τις αρνητικές επιπτώσεις που

έχουν τέτοια φαινόμενα στην ελληνική οικονομία:

«Θα ήταν καλό να απομακρύνουμε το βλέμμα μας από τον παραμορφωτικό φακό

οποιασδήποτε υπερβολής ή απαισιοδοξίας. Τα φαινόμενα αυτά μπορεί να είναι

βραχύβια, αλλά οι συνέπειές τους ενδέχεται να είναι μακροχρόνιες. Αυτό που

χρειάζεται είναι να αντικρύσουμε την αλήθεια απλά και να κτίσουμε ακόμα

παραπάνω πάνω σε αυτά που έχουμε ήδη κατορθώσει. Αυτήν τη στιγμή η αγορά δεν

πιστεύω ότι χρειάζεται μέτρα. Χρειάζεται, πολύ απλά, μέτρο».

Την άποψη αυτή μάλιστα τη στηρίζει και στα σημαντικά βήματα που έχουν κάνει τα

τελευταία χρόνια οι ελληνικές επιχειρήσεις:

«Κάτω από το επίπεδο της μακροοικονομίας βρίσκεται το «μικροεπίπεδο», το

επίπεδο των επιχειρήσεων. Εκεί παρακολουθούμε την άλλη σημαντικότατη

συνισταμένη προόδου της χώρας μας. Χωρίς να αγνοούμε τις επιδράσεις της

διεθνούς οικονομίας, οι ελληνικές επιχειρήσεις πετυχαίνουν να αναπτύσσονται,

να επεκτείνονται και να παρουσιάζουν συστηματική βελτίωση της κερδοφορίας

τους. Φυσικά δεν μπορώ να ισχυριστώ κάτι τέτοιο για όλες τις ελληνικές

επιχειρήσεις. Είναι λογικό να υπάρχουν και εξαιρέσεις.

Εκεί όμως που πριν από μερικά χρόνια ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας είχε

να επιδείξει μόνο 5 ή 6 διεθνείς αξιόλογες εταιρικές ταυτότητες, τώρα πλέον

την αιχμή του δόρατος της ελληνικής οικονομίας απαρτίζει ένας μεγάλος αριθμός

σοβαρών και δυναμικών επιχειρήσεων που δεν σταματούν να κινούνται με

σταθερότητα προς ένα ακόμα πιο επιτυχές μέλλον». Και τονίζει: «Καλό θα ήταν η

περίεργη αυτή διάθεση εσωστρέφειας, που μερικές φορές μάς καταλαμβάνει, να μην

αποκρύπτει την απλή αυτή αλήθεια την οποία καθημερινά μοιράζονται όλοι αυτοί

οι άνθρωποι που εργάζονται, παρακολουθούν ή συμμετέχουν στις εταιρείες αυτές».

Νοτιοανατολική Ευρώπη

Θεωρεί μάλιστα ότι ανάμεσα στους στρατηγικούς στόχους των ελληνικών

επιχειρήσεων θα πρέπει να είναι και η εδραίωση της θέσης τους στη ΝΑ Ευρώπη.

«Ας μη λησμονούμε επίσης το μέγεθος της σημασίας που γεννάει η κομβική θέση

της Ελλάδας στη ΝΑ Ευρώπη. Έχω ξαναπεί ότι πρέπει να ενισχύσουμε την

εξωστρέφειά μας γιατί είναι, πιστεύω, σαφές ότι μπροστά μας τοποθετείται το

όραμα νέων αγορών. Δεν θα μπορέσουμε να αναιρέσουμε τις όποιες κοινωνικές ή

πολιτικές δυσκολίες που συμβαδίζουν με την παρουσία μας σε αυτές τις αγορές.

Μπορούμε όμως να εκμεταλλευθούμε το σημαντικό προνόμιο που έχουμε στην Ευρώπη,

αυτό της γειτνίασής μας με αυτές τις αγορές, ώστε να γίνουμε ο βασικός

παράγοντας της μεσοπρόθεσμης σύγκλισής τους με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Είναι

μία διαδικασία η οποία, πέρα από κάθε αμφιβολία, θα δημιουργήσει σημαντικές

ωφέλειες», τονίζει χαρακτηριστικά ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας.