Η φημολογία που φέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείπουν σύντομα την

πολιτική του ισχυρού δολαρίου χαρακτήρισε τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών

και κεντρικών τραπεζιτών των επτά πλουσιότερων χωρών του κόσμου, η οποία

ολοκληρώθηκε χθες στο Παλέρμο της Σικελίας.

Στο Παλέρμο. Οι 7+1 ισχυροί κεντρικοί τραπεζίτες (χωρίς τους υπουργούς

Οικονομίας) που πήραν μέρος στη σύνοδο της G7. Από αριστερά: ο Ιταλός Αντόνιο

Φάτσιο, ο Βιμ Ντούιζενμπεργκ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο

Βρετανός Έντι Τζορτζ, ο Αμερικανός Άλαν Γκρίνσπαν, ο Καναδός Ντέιβιντ Ντοτζ, ο

Γάλλος Ζαν Κλοντ Τρισέ, ο Γερμανός Ερνστ Βέλτεκε και ο Ιάπωνας Μασάρου Χαγιάμι

Επισήμως οι εκπρόσωποι των Ηνωμένων Πολιτειών διέψευσαν τη φημολογία και μαζί

με τους υπόλοιπους αξιωματούχους της G7 έδωσαν μια νότα αισιοδοξίας για την

πορεία της παγκόσμιας οικονομίας στο μέλλον.

Ο Πολ Ο’Νιλ, υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, κατά τη διάρκεια της

περασμένης εβδομάδας αμφισβήτησε τα οφέλη από την πολιτική του ισχυρού

δολαρίου για την οικονομία της χώρας του. Το αποτέλεσμα ήταν οι αγορές

συναλλάγματος να πιέσουν την Παρασκευή το δολάριο προς όφελος του κοινού

ευρωπαϊκού νομίσματος και ο Ο’Νιλ να καταλάβει ότι έκανε την πρώτη του γκάφα

ως υπουργός Οικονομικών καθώς άγγιξε ένα ευαίσθητο για τις αγορές αλλά και τη

μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ζήτημα.

Σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε μετά την ολοκλήρωση των συνεδριάσεων

των υπουργών Οικονομίας και των κεντρικών τραπεζιτών παραδέχθηκε ότι έκανε ένα

μεγάλο λάθος σχολιάζοντας την πολιτική του ισχυρού δολαρίου και διέψευσε

κατηγορηματικά τις φήμες ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιτρέψουν τη διολίσθηση

του αμερικανικού νομίσματος.

«Οι ρυθμοί της παγκόσμιας ανάπτυξης θα είναι σε γενικές γραμμές καλοί φέτος,

αν και σχετικά χαμηλότερα σε σχέση με αυτές που αναμέναμε όταν συναντηθήκαμε

τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Πράγα», δήλωσε ο Βιτσέντζο Βίσκο, υπουργός

Οικονομικών της Ιταλίας που ήταν ο οικοδεσπότης της συνόδου των επτά ισχυρών.

Προτροπές

Στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που έλαβαν μέρος στη σύνοδο

προέβλεψαν ότι η αμερικανική οικονομία θα μεγεθυνθεί φέτος με ρυθμούς 1,7%,

πολύ χαμηλότερα σε σχέση με την πρόβλεψη για ρυθμούς 3,2% που είχαν διατυπώσει

τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η πρόβλεψή τους για την παγκόσμια οικονομία είναι

ανάπτυξη 3,4% από 4,2% που είχαν προβλέψει τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Η G7 παρότρυνε τους ιθύνοντες της αμερικανικής οικονομικής πολιτικής να

χρησιμοποιήσουν νομισματικά και δημοσιονομικά μέσα για την ενίσχυση της

ανάπτυξης, εννοώντας τη μείωση των αμερικανικών επιτοκίων και της φορολογίας.

Θετικές προοπτικές

Οι προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν «ευνοϊκές» στην Ευρώπη, τη Βρετανία και τον

Καναδά, τόνισαν οι υπουργοί Οικονομικών των επτά ισχυρών, καθώς για πρώτη φορά

τα τελευταία δέκα χρόνια η οικονομία της ζώνης του κοινού ευρωπαϊκού

νομίσματος αναμένεται να ξεπεράσει σε ρυθμούς ανάπτυξης την αμερικανική. Από

την πλευρά του ο Βιμ Ντούιζενμπεργκ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής

Τράπεζας, τόνισε ότι ο κίνδυνος ανόδου του πληθωρισμού έχει μειωθεί,

καλλιεργώντας τις προσδοκίες των αγορών και των αναλυτών της ευρωπαϊκής

οικονομίας για μειώσεις των επιτοκίων στη ζώνη του κοινού ευρωπαϊκού

νομίσματος τους επόμενους μήνες.