Ο Paul Samuelson είναι καθηγητής Οικονομίας στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της

Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Οικονομικών

Στη Βόρεια Αμερική, ο Καναδάς, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό έχουν

προχωρήσει σε τελωνειακή ένωση, τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας

Αμερικής (North American Free Trade Agreement ­ NAFTA). Αυτό μεταφράζεται σε

μηδενικούς δασμούς, απουσία ορίων εξαγωγών και εισαγωγών και ελεύθερο εμπόριο

μεταξύ των τριών χωρών της Βόρειας Αμερικής.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ή Κοινή Αγορά, ενώνει τις περισσότερες χώρες της Δυτικής και

της Κεντρικής Ευρώπης με μια τελωνειακή ένωση που έχει ως κύριο στόχο το

ελεύθερο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών: οι εργαζόμενοι από τη φτωχότερη Ισπανία

ή τη Νότια Ιταλία, είναι ελεύθεροι να μεταναστεύσουν στην πλουσιότερη

Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο και αντίστροφα. Επιπλέον, η

Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση που γεννήθηκε στο Μάαστριχτ πριν από τη δημιουργία

της NAFTA, αφορά στη λειτουργία μιας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και στην

εισαγωγή κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος για τις ένδεκα από τις δεκαπέντε χώρες

της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι εξελίξεις αυτές έχουν αρχίσει να δημιουργούν μιμητές. Διάφορες χώρες της

Λατινικής Αμερικής σκέπτονται αν θα ήταν καλύτερα να μη συμμετάσχουν στην

τελωνειακή ένωση και ζώνη ελεύθερου εμπορίου που μελετούν η Βραζιλία, η

Αργεντινή, η Βενεζουέλα, η Κολομβία, το Περού και η Χιλή. (Πράγματι, η

απελευθερωμένη οικονομικά Χιλή, θα ήθελε να γίνει το τέταρτο μέλος της NAFTA,

ενώ κάποιοι φουτουριστές στη Νότια Αμερική ελπίζουν ότι μακροπρόθεσμα θα

υπάρξει ένας συνασπισμός με τη NAFTA, δημιουργώντας την Κοινή Αγορά του Νέου

Κόσμου).

Στην Ασία

Τι συμβαίνει όμως στην Ασία, η οποία το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα έφτασε

να παράγει ένα σημαντικό μέρος του παγκόσμιου οικονομικού προϊόντος; Γιατί θα

πρέπει να μείνει πίσω στις εξελίξεις; Μήπως ήρθε η ώρα για τη δημιουργία ενός

κοινού ασιατικού νομίσματος που θα κυκλοφορεί στην Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα,

την Ταϊβάν, τη Σιγκαπούρη, αλλά ακόμη και στην Ινδονησία, τη Μαλαισία, τις

Φιλιππίνες και την Ταϊλάνδη; Και σε δεύτερη φάση δεν θα μπορούσαν να

συμμετάσχουν στην ασιατική νομισματική ενοποίηση η Κίνα, η Ινδία και το

Πακιστάν;

Δεν είμαι επαγγελματίας «μελλοντολόγος», αλλά πρέπει να εκφράσω ορισμένες

αμφιβολίες και επιφυλάξεις. Δεν πρόκειται για σνομπισμό και απέχθεια για

άλλους λαούς.

Όταν πρωτοσυζητήθηκε το ευρώ, ήμουν ένας από αυτούς που έγραψαν για τις

μεγάλες πιθανότητες να μη λειτουργήσει τέλεια η νομισματική ενοποίηση της

Ευρώπης. Ως Αμερικανός πατριώτης δεν φοβήθηκα ότι η επιτυχία του ευρώ μπορεί

να υπονομεύσει την ευημερία και τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας των

Ηνωμένων Πολιτειών.

Οι ΗΠΑ

Η ψυχρή ανάλυσή μου έδειξε ότι η Αμερική είχε ελάχιστα να χάσει, τόσο

βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, αν το ευρώ τελικά λειτουργούσε θετικά για

τα μέλη της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ενοποίησης. Η κυνική μου πρόβλεψη ήταν πως

η μία για όλους πολιτική του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος και της Ευρωπαϊκής

Κεντρικής Τράπεζας, θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα για τις διαφορετικές

ευρωπαϊκές οικονομίες. Και η πρόβλεψή μου επαληθεύθηκε από τις εξελίξεις των

τελευταίων δύο χρόνων.

Ο λόγος; Η Ιρλανδία αναπτύσσεται με τους ταχύτερους ρυθμούς στην Ευρώπη. Η

οικονομία της βρίσκεται στα πρόθυρα υπερθέρμανσης με τον πληθωρισμό να τρέχει

με ρυθμούς άνω του 6%, ενώ η Γερμανία και η Γαλλία ανακάμπτουν με βραδύτερους

ρυθμούς και παρουσιάζουν πολύ χαμηλότερο πληθωρισμό. Αυτό σημαίνει ότι η

Ιρλανδία έχει την ανάγκη υψηλότερων επιτοκίων από τη Γερμανία και την Ιταλία.

Ωστόσο, τα χέρια της Ιρλανδίας είναι δεμένα. Όχι μόνο το ύψος των επιτοκίων

αποφασίζεται στη Φρανκφούρτη αντί για το Δουβλίνο, αλλά υπάρχει πρόβλημα και

με την ισοτιμία του νομίσματος. Ένα από τα βασικά αντιπληθωριστικά όπλα μιας

οικονομίας είναι η ανατίμηση του νομίσματός της. Τα χέρια της Ιρλανδίας είναι

δεμένα και σε ό,τι αφορά την ισοτιμία του κοινού νομίσματος.

Πάγωμα ισοτιμιών

Η συμφωνία για τη νομισματική ενοποίηση παγώνει την ισοτιμία του ιρλανδικού

νομίσματος έναντι του γαλλικού, του γερμανικού και των υπόλοιπων νομισμάτων

των ευρωπαϊκών χωρών που συμμετέχουν στην ΟΝΕ.

Το συμπέρασμα; Ένα παπούτσι δεν μπορεί να μπει και στο ιρλανδικό και στο

γερμανικό πόδι. Η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο ­ ενώ είναι μέλη της

Ευρωπαϊκής Ένωσης ­ δεν έχουν προσχωρήσει στην νομισματική ενοποίηση ­ έχουν

μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών τόσο όσον αφορά στην πολιτική των κεντρικών

τραπεζών όσο και στον επηρεασμό της ισοτιμία των νομισμάτων τους. Φεύγω τώρα

από την ανάλυση των οικονομικών μηχανισμών και πηγαίνω στις ψυχολογικές

διαστάσεις του θέματος.

Παλιότερα, όταν οι ιαπωνικές φούσκες δημιουργούσαν την ψευδαίσθηση μιας

ιαπωνικής οικονομίας που «πετούσε», οι Ιάπωνες πολιτικοί και επιχειρηματικοί

ηγέτες άρχισαν να συμπεριφέρονται προκλητικά, κοκορευόμενοι για τις νέες και

προηγμένες μεθόδους επιχειρηματικής διοίκησης: λήψη αποφάσεων με ομοφωνία,

καμιά ανησυχία για τις αυριανές τιμές των μετοχών και τα συμφέροντα των

μετόχων, επικέντρωση στις πωλήσεις μετοχών στο πολύ μακρινό μέλλον, χωρίς να

λαμβάνεται υπόψη η μείωση της κερδοφορίας ή ακόμη και το οικονομικό μέλλον των

επιχειρήσεων, πραγματοποίηση μεγάλων πανάκριβων επενδύσεων που επέτρεψαν στα

μεγάλα λάθη να συνεχίζονται για πολλά χρόνια.

Υπερβολές

Όπως ήταν φυσικό, αυτή η αυτοπεποίθηση των Ιαπώνων συνοδεύθηκε από προσβολές

της αμερικανικής ηγεμονίας. Ο δήμαρχος του Τόκιο έγραψε τότε ένα βιβλίο με

τίτλο: «Η Ιαπωνία που μπορεί να λέει όχι». Όχι, σε ποιον; Στους Αμερικανούς

και Ευρωπαίους γκρινιάρηδες που ασκούσαν κριτική στην ιαπωνική υπερβολή; Ο «κ.

Γιέν», ο τέως υψηλόβαθμος γραφειοκράτης του ιαπωνικού υπουργείου Οικονομικών,

άρχισε να μιλά για μια νέα και καλύτερη ασιατική φιλοσοφία. Ξαφνικά ο

μουσουλμανικές μάζες της Ινδονησίας βρέθηκαν σε συμφωνία με τη σιντοϊστική

ιαπωνική ιδεολογία. Κατ’ επέκταση οι Κορεάτες χριστιανοί και βουδιστές

βρέθηκαν να είναι μέλη του νέου ανατολικού θρησκευτικού μπλοκ. Στις αρχές της

δεκαετίας του ’90 με τις φούσκες στις τιμές των μετοχών και των ακινήτων να

σκάνε και να ακολουθεί μια μεγάλη οικονομική ύφεση, όλα τα παραπάνω

εξανεμίστηκαν.

Διαφορές

Όλα αυτά μάς θυμίζουν ότι υπάρχουν ακόμη μεγάλες διαφορές και ανταγωνισμός

μεταξύ των κρατών της Άπω Ανατολής. Εξάγουν περισσότερα στη Δύση σε σχέση με

τις εξαγωγές που πραγματοποιούν μεταξύ τους. Η Κίνα και οι χώρες τις οποίες

πριν από το 1945 η Ιαπωνία κατέκτησε για να δημιουργήσει μια Ζώνη Υψηλότερης

Ευημερίας, δεν έχουν ακόμη καταφέρει να ομαλοποιήσουν απόλυτα τις σχέσεις τους

με την Ιαπωνία.

Σε αντίθεση με τη Γερμανία, που αντιμετώπισε το ναζιστικό της παρελθόν, οι

Ιάπωνες πολιτικοί δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει τις υπερβολές στις παλιές

διαμάχες με την Κορέα και την κινεζική Μαντζουρία. Αυτό που είναι περισσότερο

σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι η Ιαπωνία για περισσότερα από πενήντα χρόνια

είναι ένας πολύ καλός γείτονας.

Όλες αυτές οι δυσκολίες θα ξεπεραστούν με τον καιρό. Στο τέλος, η Ιαπωνία και

η Κίνα, και ίσως η Ινδία, μπορούν να αναπτύξουν ισχυρούς δεσμούς. Σταδιακά οι

πικρές μνήμες στην Κορέα θα σβήσουν. Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον θα έχω τη

δυνατότητα να γράψω ρεαλιστικά και με συμπάθεια για μια Ευρύτερη Ασιατική Ζώνη

Ελεύθερου Εμπορίου και ίσως για κάποιο κοινό ασιατικό νόμισμα. Ακόμη όμως

είναι πολύ νωρίς.

(c), Los Angeles Times Syndicate