Μια γυναίκα με ξανθιά περούκα σημαδεύει με το όπλο που κρατά στα χέρια της

τον «επίγειο Θεό» της. Η σφαίρα βρήκε τον στόχο της. Εκείνο το πρωινό της 22ας

Ιουλίου 1997 γράφτηκε με τρόπο τραγικό ο επίλογος μιας ερωτικής ιστορίας.

Κάτια Γιαννακοπούλου. Στο Εφετείο δικάζεται αύριο για τη δολοφονία του

αρχιμανδρίτη Άνθιμου Ελευθεριάδη

Η γυναίκα που έκοψε το νήμα της ζωής του άνδρα που αγάπησε με πάθος και έγινε

δολοφόνος του ήταν η Κάτια Γιαννακοπούλου και θύμα της ο αρχιμανδρίτης Άνθιμος

Ελευθεριάδης. Η «πρωταγωνίστρια» αυτής της ιστορίας θα βρεθεί και πάλι αύριο

στο εδώλιο του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας αντιμέτωπη με τους δικαστές

και τους ενόρκους, που με την ετυμηγορία τους θα κρίνουν την τύχη της.

Σε πρώτο βαθμό την κατηγορουμένη είχαν πιστέψει οι ένορκοι. Δεν της έδωσαν

άφεση αμαρτιών, αλλά έκριναν ότι το θύμα της, με την ανάρμοστη συμπεριφορά

του, όπλισε το χέρι της γυναίκας με την οποία μοιράστηκε τα τελευταία χρόνια

της ζωής του. Η αναγνώριση των ελαφρυντικών, έστω και με την οριακή

πλειοψηφία, «έσπασε» τα ισόβια δεσμά για την κατηγορουμένη. Ωστόσο, το

κεφάλαιο αυτό δεν έχει ακόμη οριστικά κλείσει για την Κάτια Γιαννακοπούλου,

καθώς λίγες ημέρες μετά την πρωτόδικη απόφαση είχε ασκηθεί έφεση υπέρ του

νόμου, γεγονός που σημαίνει ότι αν οι δικαστές του Εφετείου δεν της

αναγνωρίσουν το πολυπόθητο ελαφρυντικό, τότε κινδυνεύει και με την ποινή της

ισόβιας κάθειρξης.

Απέναντί της η κατηγορουμένη θα βρει και πάλι την οικογένεια του θύματος, που

ένα αίτημα έχουν: την παραδειγματική τιμωρία της Κάτιας Γιαννακοπούλου, η

οποία δεν αρνήθηκε ποτέ την εγκληματική πράξη. Πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού

όλα τα στοιχεία έδειχναν πως εκείνη δολοφόνησε τον Άνθιμο Ελευθεριάδη. Και

όταν έφτασε η ώρα να απολογηθεί ενώπιον των κριτών της, ξεφύλλισε για πολλές

ώρες μία προς μία τις σελίδες της ολέθριας σχέσης.

«Η αγάπη μου για τον Άνθιμο ­ έχει πει ­ ήταν αληθινή και γνήσια. Καταλαβαίνω

τους συγγενείς του που έχασαν το πνευματικό τους στολίδι, αλλά δεν κατάλαβα

πώς σκότωσα τον άνθρωπο που λάτρεψα. Τον άνθρωπο που με ανέβασε στο ανώτερο

σκαλοπάτι και με κατέβασε στο τελευταίο της εξαθλίωσης, της πνευματικής, της

σωματικής και της υλικής». Η ίδια προσπαθώντας εκ των υστέρων να προσεγγίσει ­

όσο αυτό είναι δυνατόν ­ τη συνάντησή της με τον Άνθιμο μίλησε για τη γνωριμία

τους, για τις κρυφές συναντήσεις στο σπίτι του, που θεωρούσε άβατο, για τις

οικονομικές δοσοληψίες, για το πρώτο φιλί και για την ολοκλήρωση της ερωτικής

τους σχέσης.

Και όταν ο Άνθιμος Ελευθεριάδης έφυγε για το Λονδίνο, η Κάτια Γιαννακοπούλου

έμπαινε συχνά σε ένα αεροπλάνο το πρωί και πήγαινε να τον δει επιστρέφοντας το

βράδυ για να βρίσκεται κοντά στην οικογένειά της. Τι συνέβη λοιπόν και

αποφάσισε να τον σκοτώσει; Ήταν διαφορετική η αντιμετώπισή του όταν γύρισε

κάποια στιγμή στην Ελλάδα. Εκείνη, όπως λέει, πονούσε και δεν άντεξε από τη

σκληρή του στάση. Ήθελε να τον πονέσει. Και το έκανε με τον πιο σκληρό τρόπο.

Μόνο που δεν υπολόγισε πως η μοιραία σφαίρα που έκοψε το νήμα της δικής του

ζωής θρυμμάτισε και τον δικό της γυάλινο κόσμο, τραυματίζοντας τον σύζυγο και

τον γιο της, που δεν την έχουν εγκαταλείψει ούτε για μία στιγμή. Είναι τα

αφανή θύματα της ιστορίας, καταδικασμένα εκ των προτέρων να έχουν το δικό τους

μερίδιο στην ποινή της Κάτιας Γιαννακοπούλου. Όποια κι αν είναι αυτή. Ό,τι κι

αν αποφασίσει η Δικαιοσύνη.