Αίρεται σταδιακά ο αποκλεισμός των περισσοτέρων διυλιστηρίων στη Βρετανία,

ενώ στη Γερμανία η αντιπαράθεση για τις τιμές της βενζίνης προκαλεί μεγαλύτερη

αναταραχή στην πολιτική σκηνή από ό,τι στους δρόμους.

Αντικείμενο του πόθου. Η αντιπαράθεση συνεχίζεται

Στο Βέλγιο και την Ολλανδία οι διαμαρτυρίες όμως συνεχίζονται, ενώ αναμένεται

να επεκταθούν στην Ισπανία και την Τσεχία. Το θέμα πρόκειται να συζητηθεί και

στη συνάντηση των υπουργών Μεταφορών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις 20

Σεπτεμβρίου, στις Βρυξέλλες.

Οι απεργοί ιδιοκτήτες φορτηγών και οι αγρότες ανακοινώνουν σταδιακά ότι

τερματίζουν τις κινητοποιήσεις τους μετά το τέλος του αποκλεισμού στο

διυλιστήριο του Στάνλοου. Οι απεργοί άρχισαν ήδη να αποσύρονται από τα

διυλιστήρια του Γκρέιντζμάουθ στη Σκωτία και τις αποθήκες καυσίμων στο Κάρντιφ

και το Μπρίστολ, ενώ πρόκειται να πραγματοποιήσουν συνελεύσεις έξω από τις

υπόλοιπες πετρελαϊκές εγκαταστάσεις για να αποφασίσουν το μέλλον των

κινητοποιήσεών τους.

Η κυβέρνηση Μπλερ ήταν αποφασισμένη να μη φανεί ότι υποχώρησε στις πιέσεις ­ ο

πρωθυπουργός χαρακτήρισε τους διαδηλωτές «ανεύθυνους, που παραλύουν τη χώρα

και μεγαλώνουν το πρόβλημα». Αν και 90% του πληθυσμού συμφωνεί με τις

απαιτήσεις των απεργών, ο Μπλερ δήλωσε ότι καμία υπεύθυνη κυβέρνηση «δεν

αλλάζει την φορολογική της πολιτική κάτω από την πίεση του δρόμου». Οι απεργοί

όμως, που αισθάνονται ηθικοί νικητές σε αυτήν την αντιπαράθεση, δηλώνουν πως

έλυσαν την απεργία υπό την προϋπόθεση να μειώσει η κυβέρνηση τη φορολογία των

καυσίμων σε 60 ημέρες. Το ενδεχόμενο αυτό δεν αποκλείεται, αν κρίνει κανείς

από τη φρασεολογία που χρησιμοποίησαν ο Τόνι Μπλερ και ο Βρετανός υπουργός

Οικονομικών Γκόρντον Μπράουν.

Στο Βέλγιο

Βέλγιο, μπλόκο. Οδηγός φορτηγού σε έρανο για ενίσχυση του αγώνα. Οι απεργοί

έχουν πολλές συμπάθειες

Ενώ στο Βέλγιο οι μεταφορείς κατέληξαν σε μερική συμφωνία με την κυβέρνηση,

χθες απέκλεισαν τους δρόμους για πρώτη φορά και οι βιομηχανικοί εργάτες,

διαμαρτυρόμενοι για το υψηλό κόστος του πετρελαίου θέρμανσης και του ντίζελ.

Στην Ολλανδία, οι οδηγοί των φορτηγών συνεχίζουν τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας

κατά των υψηλών τιμών του ντίζελ. Απέκλεισαν τα σύνορα με το Βέλγιο, ενώ έχουν

προγραμματίσει διαμαρτυρίες σε όλη τη χώρα για την Παρασκευή. Αργά χθες το

βράδυ, οι Ολλανδοί μεταφορείς επέκτειναν τον αποκλεισμό της χώρας και στα

ολλανδογερμανικά σύνορα. Έντονες διαμαρτυρίες αγροτών και μεταφορέων

αναμένεται να επεκταθούν στην Ισπανία το Σαββατοκύριακο, όπου η συντηρητική

κυβέρνηση του Αθνάρ αρνείται να μειώσει τη φορολογία, ενώ αποκλεισμοί δρόμων

και πόλεων είναι προγραμματισμένοι και στην Τσεχία.

Στη Γερμανία, όπου η αντιπολίτευση χάρη στις διαμαρτυρίες πολλών παραγωγικών

κλάδων επανήλθε στο προσκήνιο απαιτώντας την κατάργηση του οικολογικού φόρου

στα καύσιμα, ο καγκελάριος Σρέντερ απέφυγε να υιοθετήσει τη σκληρή στάση του

Μπλερ και μιλώντας την Τετάρτη στο Μπούντεσταγκ μετατόπισε τη συζήτηση στο πώς

θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές επιπτώσεις από την ακρίβεια που

προκαλεί η ανατίμηση του πετρελαίου.

Καμία υποχώρηση

Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να υποχωρήσει στο ζήτημα του «οικολογικού φόρου»,

εξετάζει όμως το ενδεχόμενο περικοπής της φορολογίας καυσίμων για τους

αγρότες, τους μεταφορείς και τους κοινωνικά αδυνάτους. Ο Χριστιανοδημοκράτης

πρωθυπουργός του κρατιδίου του Σάαρ, Πέτερ Μίλερ, προειδοποίησε όμως την

κυβέρνηση να μην προχωρήσει σε βεβιασμένες ενέργειες όσο η ανατίμηση του

πετρελαίου βρίσκεται σε εξέλιξη, καθώς αυτές μπορεί να γίνουν αντικείμενο

εκμετάλλευσης από τις εταιρείες πετρελαίου.

Οι Γερμανοί συζητούν αυστηρά μέτρα οικονομίας όπως στη διάρκεια της πρώτης

ενεργειακής κρίσης το 1973.

Ιράκ εναντίον Κουβέιτ για το πετρέλαιο

Μια αντιπαράθεση των αρχών της δεκαετίας του ’90 αναβίωσε πάλι χθες, όταν το

Ιράκ κατηγόρησε το Κουβέιτ ότι κλέβει το πετρέλαιό του. Η Βαγδάτη απείλησε ότι

θα λάβει μέτρα, χωρίς ωστόσο να καθορίσει τη φύση τους. Το Κουβέιτ ωστόσο

αρνήθηκε τις κατηγορίες και δήλωσε πως δεν πράττει τίποτε άλλο από το να

αντλεί πετρέλαιο από το υπέδαφός του. Ανάλογες κατηγορίες από την πλευρά της

Βαγδάτης το 1990 οδήγησαν στην εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ και στον πόλεμο

του Κόλπου το 1991. Ο Ιρακινός υπουργός Πετρελαίου, στρατηγός Αμίρ Μοχάμεντ

Ρασίντ δήλωσε ότι μια κουβεϊτιανή γεώτρηση σε πετρελαιοφόρα περιοχή στα σύνορα

των δύο χωρών αντλεί πετρέλαιο «κλέβοντας» από τα ιρακινά κοιτάσματα. Ο

υπουργός Εξωτερικών του Κουβέιτ, σεΐχης Σαμπάχ αλ Αχμέντ αρνήθηκε τις

κατηγορίες της Βαγδάτης. «Δεν κλέψαμε τίποτε. Όταν αντλείς πετρέλαιο από το

έδαφός σου αυτό δεν είναι κλοπή». Ο σεΐχης Αχμέντ τόνισε επίσης ότι οι

δυνάμεις της χώρας του βρίσκονται σε επιφυλακή, χωρίς ωστόσο να αυτό να

σημαίνει ότι περιμένουν ιρακινή επίθεση.

Το μήλον της έριδος είναι τα κοιτάσματα Ρουμαϊλα και Ζουμπαΐρ, που εκτείνονται

και από τις δύο πλευρές των συνόρων. Το Ιράκ κατηγορεί το Κουβέιτ ότι

προσπαθεί να εκμεταλλευθεί το σύνολο των αποθεμάτων από αυτά τα κοιτάσματα.

Ευθύνες προς έξι κατευθύνσεις

Εκεί που όλοι λέγαμε πως η τιμή του «μαύρου χρυσού» είχε περίπου

σταθεροποιηθεί, ιδού μία νέα θεματική άνοδος της τιμής του. Τις πταίει; Για

την απόδοση των ευθυνών θα πρέπει κάποιος να κοιτάξει αρχικά προς έξι

κατευθύνσεις:

1. Τα αποθέματα. Όπως κάθε πρώτο υλικό, ο «μαύρος χρυσός» δεν κυλάει

άφθονος. Αλλά δεν είναι το θέμα των αποθεμάτων που διογκώνει τη σημερινή τιμή

του πετρελαίου. Το 1979 πιστεύαμε πως τα αποθέματα θα αρκούσαν για μόνον

είκοσι χρόνια. Σήμερα, όμως, χάρη στις νέες τεχνικές εξόρυξης που έχουν

ανακαλυφθεί, οι ειδικοί είναι πολύ αισιόδοξοι.

2. Τον Οργανισμό Εξαγωγών Χωρών Πετρελαίου (ΟΠΕΚ), ο οποίος επίσης

κατηγορείται. Ο Οργανισμός δημιουργήθηκε δικαίως το 1960 για να πιέσει ώστε να

αυξηθεί η τιμή του πετρελαίου και να επωφεληθούν οι οικονομίες των χωρών-μελών

του, αλλά τη δεκαετία του ’70 συνειδητοποίησε τη δύναμή του. Οι χώρες-μέλη του

ΟΠΕΚ δεν μπορούν να επιτρέψουν να μειωθεί πολύ η τιμή του πετρελαίου. Τον

Ιανουάριο οι χώρες αυτές αποφάσισαν πως η τιμή του βαρελιού δεν μπορούσε να

παραμείνει για πολύ καιρό σε τιμή κατώτερη των 30 δολαρίων.

3. Τις ιδιωτικές εταιρείες. Αυτές όμως απεκδύονται τώρα των ευθυνών

τους, και ισχυρίζονται πως είναι αδύναμες να επηρεάσουν τη σημερινή κρίση.

«Ζούμε σε μια φιλελεύθερη οικονομία», τονίζει ο Φιλίπ Τρεπάν, πρόεδρος της

γαλλικής ένωσης των πετρελαϊκών βιομηχανιών, «δεν μπορούμε να κατηγορούμε τις

ιδιωτικές εταιρείες ότι το πρώτο τους μέλημα είναι να βγάλουν χρήματα».

4. Όσους ασχολούνται με αγοραπωλησία πετρελαίου. Υπάρχει η τάση να τους

ξεχνάμε, αλλά είναι αυτοί που δημιουργούν τις τιμές του πετρελαίου.

5. Τις δυτικές χώρες, οι οποίες δεν φρόντισαν το θέμα της ζήτησης του

πετρελαίου. Αφού το 1986 η τιμή του βαρελιού έγινε πιο προσιτή, σταμάτησαν να

ασχολούνται με τα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας. Πάνω απ’ όλα, όμως, οι

δυτικές χώρες δεν βρήκαν λύση στο πρόβλημα της ενέργειας για τις μεταφορές.

6. Τους Αμερικανούς, οι οποίοι πιέζουν τη Σαουδική Αραβία να παράγει το

μέγιστο των δυνατοτήτων της, αγνοώντας πως η λύση των προβλημάτων τους

βρίσκεται στο Ιράκ. Το εμπάργκο έχει τουλάχιστον μια ξεκάθαρη συνέπεια στο

θέμα του πετρελαίου: τη μείωση της παγκόσμιας παραγωγής του.

Πρόβλημα για τις αναπτυσσόμενες χώρες

Οι αναπτυσσόμενες χώρες απορροφούν σήμερα μεγαλύτερο ποσοστό της παγκόσμιας

παραγωγής πετρελαίου από ό,τι την εποχή της τελευταίας πετρελαϊκής κρίσης. Και

είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από την αύξηση της τιμής του

πετρελαίου.

Στη δεκαετία του 1970, οι αναπτυσσόμενες χώρες απορροφούσαν το 26% της

παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου· σήμερα, το ποσοστό αυτό αγγίζει το 40%. Η

χρήση πετρελαίου στις αναπτυσσόμενες χώρες, αναφέρει η σχετική έκθεση της

Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, σημείωσε τις τρεις τελευταίες δεκαετίες ετήσια

αύξηση της τάξεως του 5% ­ με το αντίστοιχο ποσοστό στις πλουσιότερες χώρες να

κυμαίνεται γύρω στο 1%.

Αυτή η αυξανόμενη εξάρτηση σημαίνει ότι οι δαπάνες της Κίνας για αγορά

πετρελαίου θα αυξηθούν φέτος κατά 250%· της Βραζιλίας κατά 150%· και οι

αυξήσεις αυτές, επισημαίνεται στην έκθεση, απειλούν να απαλείψουν πολλά από τα

οφέλη της ξένης βοήθειας.

Έντονες διαμαρτυρίες

Στην Ταϊλάνδη, το πετρέλαιο αντιπροσωπεύει το 60% της ενεργειακής κατανάλωσης.

Η χώρα εισήγαγε πέρυσι πετρέλαιο αξίας 4,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων (1,5

τρισεκατομμυρίου δραχμών). Στις Φιλιππίνες, έναν άλλο σημαντικό εισαγωγέα

πετρελαίου της περιοχής, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου έχει εγείρει

έντονες διαμαρτυρίες.

Ακόμα και η Ινδονησία όμως, που εξάγει πετρέλαιο, μπορεί να πληγεί από την

αύξηση της τιμής του. Διότι μία ενδεχόμενη εγχώρια αύξηση μπορεί να προκαλέσει

πολιτική ένταση. Το 1998 άλλωστε η αύξηση του κόστους των καυσίμων προκάλεσε

ταραχές σε πολλές πόλεις της χώρας.

Στην Ινδία ­ οι δαπάνες της για την εισαγωγή πετρελαίου αναμένεται να φθάσουν

φέτος τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια (1,9 τρισεκατομμύρια δραχμές) ­ τα τοπικά

ΜΜΕ καλούν την κυβέρνηση να μειώσει την εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο

και να προωθήσει τη χρήση του φυσικού αερίου. Πρόκειται για μία εναλλακτική

λύση που εξετάζουν πολλές αναπτυσσόμενες χώρες.

* Νέες υποσχέσεις του ΟΠΕΚ στις σελίδες 56-57