Οι ισοτιμίες του ευρώ έναντι του δολαρίου και του γιεν κυμάνθηκαν την

περασμένη Παρασκευή σε σχετικά υψηλότερα επίπεδα από τα χαμηλά ιστορικά που

σημειώθηκαν την Πέμπτη (£0,8630 και 90,95 αντίστοιχα). Έτσι οι αγορές φαίνεται

ότι είχαν προεξοφλήσει ότι οι υπουργοί Οικονομικών θα προέβαιναν, όπως και

έγινε, απλά και μόνο σε κοινή δήλωση στήριξης για το ευρώ αποκλείοντας το

ενδεχόμενο πιθανής παρέμβασης της ΕκΤ στην αγορά συναλλάγματος. Στην Ιαπωνία,

σύμφωνα με επίσημη δήλωση την Παρασκευή, η Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική

ικανότητα της χώρας ­ σε τοπικό νόμισμα ­ (από Aa1 στο Aa2). Παρ’ όλα αυτά, η

πεποίθηση της αγοράς για τη σταθερή πορεία ανάκαμψης της ιαπωνικής οικονομίας

και η αναμενόμενη ενίσχυση του ΑΕΠ για το δεύτερο τρίμηνο 2000 κατά 0,7%

(ανακοινώνεται στις 11 Σεπτεμβρίου) επέτρεψε στο γιεν να διατηρηθεί σε σχετικά

υψηλά επίπεδα. Στη μεγάλη Βρετανία, το Συμβούλιο Νομισματικής Πολιτικής της

Κεντρικής Τράπεζας αποφάσισε την Πέμπτη τη διατήρηση αμετάβλητων επιτοκίων για

έβδομο συνεχή μήνα (6,0%). Η απόφαση αυτή βασίστηκε κυρίως στη διατήρηση του

πληθωρισμού χαμηλότερα από τον στόχο 2,5% της Τράπεζας για 16 συνεχείς μήνες,

την υποχώρηση του ρυθμού ενίσχυσης των μέσων αποδοχών στο χαμηλότερο επίπεδο

των τελευταίων τριών ετών καθώς και στην πρόσφατη πτώση του επιπέδου

βιομηχανικής παραγωγής. Παρ’ όλα αυτά, η σημαντική υποχώρηση του σταθμισμένου

δείκτη της στερλίνας ­ σε εμπορικούς όρους ­, ο υψηλότερος από τον αναμενόμενο

ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο 2000, η στενότητα της αγοράς

εργασίας και το σχετικά υψηλό επίπεδο πίστωσης των καταναλωτών αναμένεται να

οδηγήσουν την Κεντρική Τράπεζα σε αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μ.β. μέχρι το

τέλος του έτους. Στην ελληνική αγορά, η ισοτιμία ευρώ/δραχμή καθορίστηκε στο

fixing της Παρασκευής 338,250 έναντι 338,160 την Πέμπτη. Η απόκλιση του

χαρακτηριστικού 10ετούς ομολόγου από το αντίστοιχο γερμανικό κυμαινόταν την

Παρασκευή στις 78 μ.β.