Πενήντα ένα χρόνια και πέντε ζωές. Αμέτρητες τζούρες. Φίλτρα κι άφιλτρα χωρίς διαχωρισμό. Ο καλός ο μύλος όλα τ’ αλέθει. Μια γεύση νικοτίνης και μια ανάσα που βάραινε διαρκώς. Ενα κορμί που ασθμαίνοντας έβλεπε την κάπνα να κυριαρχεί στο δώμα. Με συντροφιά τον χυμό απ’ το κριθάρι και μια επικοινωνία με τον Υψιστο. Τον αγάπησε και τον αγαπάει ο Θεός τον Ζάρκο. Του έδωσε «δικαίωμα» πέντε φορές. Τα δάχτυλά του θαρρείς και σχηματίστηκαν για να χαϊδεύουν λάγνα την πορτοκαλί μπάλα, το τσιγάρο και τα μπουκάλια με το ουίσκι.

«Μα τι αυτοκαταστροφικός!» θα μπορούσε εύκολα ν’ αναφωνήσει κάποιος που δεν γνωρίζει τον Πάσπαλιε. Μα είναι δυνατόν να είσαι τόσο ταλαντούχος και να μην έχεις τάσεις αυτοκαταστροφής; Οχι βέβαια. Κι όπως είχε πει κάποτε και ο Φασούλας, «νόμιζα πως έπινα και κάπνιζα. Νόμιζα, μέχρι που είδα τον Ζάρκο».

Στις ΗΠΑ

Είναι ο μαχητής που πριν από λίγες ημέρες υπέστη εγκεφαλικό, αλλά ευτυχώς είναι καλά, αναρρώνοντας στο σπίτι του Πόποβιτς στο Σαν Αντόνιο. Είναι ο Ζάρκο που «συνάντησε» τον Δημιουργό τέσσερις φορές (ισάριθμα εμφράγματα) και γύρισε πίσω. Οι πέντε ζωές που αναφέραμε στον πρόλογο.

Στο σπίτι του Πόποβιτς έτρεξε πρώτος ο Βλάντε. Θα είχε να του πει πολλά ο Ντίβατς. Μεταξύ μας, θα του μίλησε και σερβικά και «γαλλικά» για τις κακές συνήθειές του, αλλά ο διάλογός τους δεν είναι της παρούσης.

Αρχικά ήταν ο Πάσπαλιε. Μετά έγινε Πάσπαλι. Αλλοι στο τέλος προτιμούσαν το Πάσπαλ. Ενα όμως δεν άλλαξε και δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ποτέ. Είναι ο Ζάρκο μας.

Πώς το έγραφε ο Γιώργος Λιάνης στο βιβλίο του «Τα είδωλα»; Θέλει μεγάλη προσπάθεια, θέλει κάματο μεγάλο για να σε μάθει μια χώρα με το μικρό σου όνομα. Και τούτο για τον Ζάρκο ισχύει σε δύο χώρες! Λατρεύτηκε στο μεγάλο λιμάνι. Τον αγάπησαν εκατομμύρια Ολυμπιακοί φτάνοντας μαζί του στον ουρανό.

Πήγε «απέναντι» κάνοντας το μετέωρο βήμα. Εκείνοι που τον λάτρεψαν θόλωσαν από το μίσος βλέποντάς τον να φορά τα πράσινα. Ετσι είναι όμως τα πάθη, μάστορα!

Επέστρεψε πριν από δύο χρόνια στο ΣΕΦ για να σχολιάσει ένα παιχνίδι Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού δίπλα στον Βασίλη Σκουντή. Χειροκροτήθηκε θερμά και κάπου από μακριά (στο βάθος) ακούστηκε κι ένα «Ζάρκο». Ελαφρύ μειδίαμα κι άναμμα τσιγάρου. Ο Σέρβος έφερνε στον νου του θύμησες απ’ τα νιάτα.

Δεν υπήρξε τίποτε στη ζωή που να χαρίστηκε στον μάγκα απ’ την Πλιέβλια του Μαυροβουνίου. Γεννήθηκε κι ανδρώθηκε για να δημιουργήσει έναν ασυναγώνιστο μπασκετικό μύθο. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για τον Ζάρκο. Τράβηξε ανάποδα τη ρότα που του έδειχναν, έχοντας στο μυαλό του ένα μόνο πράγμα. Να μην ξεμείνουμε από τσιγάρα! Με ρέγουλα, φίλε, με ρέγουλα. Επτά ζωές και μια ψυχή «ποτισμένη» από νικοτίνη, νερό της φωτιάς κι έρωτες. Μην ξεχνάς τα πάθη, μάστορα…