Ηττηθήκαμε; Ή συνεχίζουμε να ηττόμαστε; Το γνωρίζει πολύ καλά ο ίδιος: εάν ο Κώστας Μπακογιάννης έγραψε αυτό το μήνυμα για τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα είναι επειδή ο χρόνος δεν σταμάτησε να τρέχει. Είναι επειδή το τέλος της βίας δεν ήρθε ποτέ. Σε αυτά τα 27 χρόνια που πέρασαν από τότε, άνοιξαν και άλλοι κύκλοι, χύθηκε κι άλλο δηλητήριο, κι άλλο αίμα. Χάθηκαν κι άλλες ζωές.

Ο Μπακογιάννης ξέρει ότι το μίσος είναι ακόμη εδώ. Τόσο ώστε όταν άπλωσε το χέρι του εισέπραξε μια άρνηση συμφιλίωσης ακόμη και από εκείνους με τους οποίους δεν ήθελε τίποτε να τον χωρίσει –αντίθετα ήθελε να τους ενώσει μια κοινή οικογενειακή τραγωδία, να τους φέρει πιο κοντά το γεγονός ότι ήταν όλοι τους θύματα της βίας.

Ισως να μπορούσε να το φανταστεί. Η ελληνική κοινωνία ζει τέτοιες οικογενειακές τραγωδίες επειδή ένα τμήμα της δεν είδε τον Εμφύλιο ως μια συλλογική τραγωδία αλλά σαν μια ιστορία νικητών και ηττημένων. Ακόμη κι όταν το μετεμφυλιακό κράτος, το αστυνομικό κράτος των νικητών, έδωσε τη θέση του στη δημοκρατία, οι λογαριασμοί γι’ αυτό το τμήμα της κοινωνίας παρέμειναν ανοικτοί.

Η ήττα, κάτω από αυτό το πρίσμα, είναι μια ήττα διαρκείας. Είναι μια ήττα που βιώσαμε πιο έντονα την περίοδο της κρίσης, όταν δικαιολογήθηκαν πράξεις βίας και η μισαλλοδοξία βρήκε τη θέση της στον δημόσιο διάλογο. Η ήττα μας ήταν η κανονικοποίηση του μίσους, η ένταξή του στη δημόσια σφαίρα.

«Οχι άλλο μίσος, όχι άλλη μαυρίλα» λέει ο Μπακογιάννης. Και ξέρει ότι τίποτε ακόμη δεν έχει τελειώσει.