Εχει επισημανθεί από γραφίδα υψηλή: από το 1974 και μετά κάθε υπουργός Παιδείας θεωρεί ότι πρέπει να κάνει και μία μεταρρύθμιση. Ορισμένοι μάλιστα και ορισμένες διατηρούν εμμονή με τη μεταρρύθμιση που έκαναν και αφού φύγουν από το υπουργείο και έχει έρθει ο επόμενος –ενίοτε δε και ο μεθεπόμενος –να κάνει τη δική του.

Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ιλαροτραγωδίας είναι ότι η χώρα δεν έχει αυτό που κυρίως χρειάζεται: ένα σταθερό εκπαιδευτικό σύστημα, προσανατολισμένο στις ιδιαίτερες ανάγκες μας. Κάτι που υπάρχει στη Γαλλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία, στις ΗΠΑ και σε όλα τα σοβαρά κράτη –ελλείπει όμως από τη χώρα μας.

Δυστυχώς η σημερινή συζήτηση για την Παιδεία στη Βουλή δεν πρόκειται να επικεντρωθεί στο σοβαρό αυτό έλλειμμα. Την προκάλεσε η ΝΔ ως αντίδραση στη γραμμή που έχει υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην Εκπαίδευση. Καθώς όλα είναι πλέον ανεστραμμένα, η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης δεν συνιστά ούτε μεταρρύθμιση ούτε αντιμεταρρύθμιση αλλά αποτελεί πολυεργαλείο διχασμού και καταστροφής. Κι αυτό γιατί μόνο σε ένα τέτοιο πεδίο, όπου θα συγκρούονται ιδιωτικοί και δημόσιοι εκπαιδευτικοί και θα αντιπαρατίθενται πανεπιστημιακοί, φοιτητικές οργανώσεις και φοιτητές, θεωρεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι μπορεί να ηγεμονεύει. Οσο για τις βολές κατά της Εκκλησίας, κρίνοντας από την προσπάθεια του κεντρικού συστήματος ΣΥΡΙΖΑ να διασκεδάσει το ζήτημα, μάλλον οφείλονται στην κεκτημένη ταχύτητα του συντρόφου υπουργού Φίλη.

Συμπέρασμα: οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα των κυβερνώντων και να αναλωθούν σε μια μικροπολιτική σύγκρουση για την Εκπαίδευση. Αντιθέτως, πρέπει να διεκδικήσουν συναίνεση για ένα οριστικό εκπαιδευτικό πλαίσιο που να κλειδώσει, ώστε η χώρα να προχωρήσει.