Η ουσία της δημοκρατίας είναι η δυνατότητα εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία. Λέμε δυνατότητα εναλλαγής, γιατί πολλές φορές ο λαός εμπιστεύεται κόμματα ή ηγέτες για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Το βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα κέρδισε από το 1979 ώς το 1992 τέσσερις συνεχόμενες εκλογές και κυβέρνησε επί δεκαοκτώ συναπτά έτη. Το ΠΑΣΟΚ από το 1993 ώς το 2004 κέρδισε τρεις εκλογές και κυβέρνησε έντεκα χρόνια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε δύο εκλογές σε εννέα μήνες και συγκυβερνά με τον Πάνο Καμμένο. Το δυσάρεστο είναι ότι δεν δείχνει να έχει συμβιβαστεί με την έννοια της δημοκρατικής εναλλαγής. Αυτό φαίνεται πολλαπλώς. Από την απλή αναλογική που ψηφίστηκε ως απλός νόμος μέχρι την πρωτοβουλία για συνταγματική αναθεώρηση που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός. Αυτή δεν συμπυκνώνει ένα εθνικό σχέδιο για το μέλλον, αλλά αποτελεί άθροισμα διευθετήσεων υπέρ των νυν κυβερνώντων ενόψει των πολιτικών δυσκολιών που αναμένουν να αντιμετωπίσουν.

Ακόμη πιο ανησυχητική είναι όμως η αντίληψη της συμπολίτευσης για τις διαδικασίες. Στην περίπτωση της αναθεώρησης του Συντάγματος είναι ιδιαίτερα αυστηρές –χρειάζονται, ως γνωστόν, δύο κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες, μία που να φέρει 151 ψήφους και μία που να φέρει 180, πριν ή έπειτα από εκλογές. Τέτοια αριθμητικά δεδομένα δεν έχει με το μέρος του ο ΣΥΡΙΖΑ –ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι οι δημοσκοπήσεις δεν του επιφυλάσσουν ιδιαίτερη τύχη στις προσεχείς κάλπες.

Στην πραγματικότητα, η αναθεώρηση ελέγχεται απόλυτα από την επόμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Γι’ αυτό και οι νυν κυβερνώντες έχουν επινοήσει μια άτυπη παρα-διαδικασία λαϊκών συνελεύσεων και άλλων διαδικαστικών εφευρημάτων προκειμένου να τη μετατρέψουν σε συνταγματικό χάπενινγκ. Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό για τη νεότερη πολιτική Ιστορία της χώρας, χρήσιμο είναι να επισημάνουμε ότι, πολλές δεκαετίες μετά το παρακράτος της Δεξιάς, η χώρα καλείται να βιώσει την παρα-δημοκρατία της Αριστεράς.