Την Κυριακή που μας πέρασε η Ρεάλ Μαδρίτης γιόρτασε την ετήσια επέτειο της μεγαλύτερης νίκης που έχει πετύχει ποτέ εις βάρος της Μπαρτσελόνα: την απόκτηση του Λουίς Φίγκο.

Ηταν 24 Ιουλίου 2000 όταν η Ρεάλ, ενεργοποιώντας τη ρήτρα του Φίγκο με τους Μπλαουγκράνα, έκλεψε το πολυτιμότερο διαμάντι του στέμματος της μεγαλύτερης αντιπάλου του. Οταν είχε ερωτηθεί ο Φίγκο από τον τότε νεόκοπο ηγέτη των Μαδριλένων Φλορεντίνο Πέρεθ αν θα είχε αντίρρηση να φύγει από το Καμπ Νου και να πάει στο Σαντιάγο Μπερναμπέου, ο Πορτογάλος φέρεται να του απάντησε: «Αν εσύ βάζεις τα λεφτά, όλα γίνονται».

Στη φράση του Φίγκο συνοψίζεται η ιδέα του επαγγελματισμού στον αθλητισμό. Money talks. Δηλώσεις του τύπου «από μικρός ήθελα να φορέσω τη φανέλα του Ολυμπιακού» είναι για να γεμίζουν οι εφημερίδες σελίδες και ο κόσμος να συνεχίσει να πιστεύει πως υπάρχει ακόμα συναίσθημα στον αθλητισμό.

Η φούσκα της ψευδαίσθησης πως οι παίκτες ματώνουν για τη φανέλα έσκασε στη Νάπολι και ο θόρυβός της ήταν το ίδιο τρομακτικός με τους μυκηθμούς του Βεζούβιου.

Ο αγαπημένος των Τιφόζι Γκονσάλο Ιγκουαΐν πήγε στη μισητή Γιουβέντους. Παπάδες αφόρισαν τον παίκτη, οι οπαδοί έκαψαν τη φανέλα του και προσωπικότητες της πόλης τον χαρακτήρισαν προδότη. Κι όλα αυτά γιατί έφερε στον σύλλογο 90 εκατ. ευρώ διπλασιάζοντας την τιμή του σε τρία χρόνια. Οι οπαδοί δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν επαγγελματίες.