Οι ιστορικές αναλογίες έχουν τη σημασία τους γιατί μπορεί να αποκαλύψουν ενδεχόμενα που είναι δύσκολο κανείς να δει όταν βομβαρδίζεται από τις εξελίξεις. Είναι γνωστό ότι από όλες τις περιόδους του περασμένου αιώνα, αυτή που συνεχίζει ακόμη και σήμερα να ασκεί τη μεγαλύτερη γοητεία, κυρίως στους ιστορικούς αλλά όχι μόνο, είναι η δεκαετία του ’30. Μια δεκαετία που τα έχει όλα. Ξεκίνησε με τη μεγάλη οικονομική ύφεση –το Κραχ του 1929 –και έκλεισε με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Σεπτέμβριο του 1939. Σε αυτά τα δέκα χρόνια οι άνθρωποι της εποχής εκείνης, εκτός από την πρώτη μεγάλη καπιταλιστική κρίση και τις οικονομικές της συνέπειες, έζησαν την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, το Λαϊκό Μέτωπο στη Γαλλία και μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο που όμως δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν την καταστροφή μιας γενικευμένης παγκόσμιας σύρραξης.

Η πυκνότητα του χρόνου της δεκαετίας αυτής την κάνει να μοιάζει με ιστορικό εργαστήρι και για αυτό η γοητεία της διατηρείται αμείωτη. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, μετά την είσοδο της Χρυσής Αυγής στο πολιτικό προσκήνιο, κάθε ελληνικός εκδοτικός οίκος που σέβεται τον εαυτό του έχει εκδώσει τουλάχιστον μια μελέτη σχετικά με τον Χίτλερ και τον ναζισμό, έτσι ώστε μπορεί να πει κανείς ότι η σημερινή βιβλιογραφία στην ελληνική γλώσσα για το συγκεκριμένο θέμα είναι τουλάχιστον σημαντική.

Είναι όμως η δεκαετία του 1930 η ιστορική αναλογία των χρόνων μας; Γεωπολιτική αναστάτωση, πόλεμοι, οικονομική κρίση, Ακροδεξιά είναι τα κοινά σημεία των δύο περιόδων με τις χρονικές και ιστορικές τους ιδιαιτερότητες. Ιδιαίτερα στο θέμα της Ακροδεξιάς που σε αρκετές περιπτώσεις μοιάζει με καμουφλαρισμένους νεοναζί, τα πράγματα έχουν γίνει αρκετά σοβαρά. Σε πολλές χώρες τα ακροδεξιά κόμματα –συγκεντρώνουν τρία κοινά χαρακτηριστικά: ξενοφοβικά, εθνικιστικά και «αντισυστημικά» –αρχίζουν και επηρεάζουν, αν δεν επιβάλλουν, την πολιτική ατζέντα στις χώρες τους. Τελευταία περίπτωση είναι οι εκλογές στη Σλοβακία, όπου ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός προκειμένου να αποφύγει την εκλογική κατάρρευση υιοθέτησε μια σκληρή ξενοφοβική ατζέντα, αλλά και πάλι απέτυχε. Το κόμμα του έχασε 16 ποσοστιαίες μονάδες και οι νεοναζί απέσπασαν το 8% των ψήφων. Ολοι περιμένουν με αγωνία τις εκλογές σε τρία μεγάλα γερμανικά κρατίδια, όπου οι ξενοφοβικοί σχηματισμοί έχουν τον αέρα στα πανιά τους.

Οπως, όμως, ο ναζισμός του Μεσοπολέμου ήταν –κυρίως –σύμπτωμα της ύφεσης, έτσι και η άνοδος της Ακροδεξιάς σήμερα είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της πολιτικής του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για το ξεπέρασμά της. Ως εκ τούτου, όπως έχουμε επισημάνει και άλλη φορά, το κοινωνικό ζήτημα το οποίο γεννήθηκε στην ευρωπαϊκή ήπειρο επιστρέφει και πάλι στο προσκήνιο, στην παρούσα φάση μέσα από τις συνέπειες της παρόξυνσής του. Πάντως, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις που αναμένονται, το βέβαιο είναι πως για τους ιστορικούς του μέλλοντος τα χρόνια μας θα μελετώνται συγκριτικά με αυτά της δεκαετίας του 1930, ως δύο διαφορετικές σκοτεινές φάσεις του καπιταλισμού: η φάση των εθνικών συνόρων και η φάση της παγκοσμιοποίησης.