«Υπηρετριάκια» τα έλεγαν παλιά. Τα κορίτσια που, από τα δώδεκα, δούλευαν ως οικιακοί βοηθοί. «Υπηρετριάκι» σε σπίτια πλοιοκτητών και η γυναίκα από την πατρίδα μου που με τα χρόνια εξελίχθηκε σε «οικονόμο». Τα αφεντικά της μάλιστα φρόντισαν να την αποκαταστήσουν με ένα καλό προξενιό. Και αφού έγινε και αυτή «κυρία», μαζεύοντας κατοστάρικο κατοστάρικο, όπως μου έλεγε τότε, τις δραχμές, τα κατάφερε να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Να φτιάξει το δικό της σπίτι στο νησί. «Για δέκα χρόνια δεν πήγαμε ούτε μία φορά σε ταβέρνα» καμάρωνε καθώς μου έδειχνε το, υπερβολικό για τα γούστα μου, τριώροφο οίκημα με τα κεραμίδια και τους πυργίσκους σε τερακότα της Σιένας, εντελώς παράταιρο με το κυκλαδίτικο περιβάλλον. Στο μπάνιο του ζεύγους, όμως, άστραψε το μάτι μου. Σαν έκθεση ορθομαρμάρωσης και χρυσοποίκιλτης διακόσμησης, από τα πρώτα μπάνια με τζακούζι που είχα δει –μιλάμε για είκοσι πέντε χρόνια πριν. «Το είχα άχτι» απάντησε στο αισθητικό σοκ που μάλλον αποτυπώθηκε στην έκφρασή μου. «Από παιδάκι που καθάριζα τα μπάνια των πλουσίων είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι το δικό μου θα ήταν καλύτερο και πιο φαντεζί». «Και μπαίνεις ποτέ στο τζακούζι;» τη ρώτησα. «Αντε, καλέ, που θα κάνω εγώ τέτοια πράγματα! Ετσι, για το ονόρε το έφτιαξα».

Θυμήθηκα αυτήν τη γλυκιά γυναίκα με αφορμή τα οικιακά πλουμίδια στη φωτογραφία της οικογένειας Πατούλη που σέρνεται μέρες τώρα στο Διαδίκτυο και στην τηλεόραση προκαλώντας με την υπερβολή της από ευρηματική σάτιρα μέχρι άγαρμπο κράξιμο. Και αυτό που συνειδητοποίησα, για άλλη μία φορά, είναι πόσο εύκολα βγάζουμε στη σέντρα την αισθητική. Εμείς οι ίδιοι που, κατά τα άλλα, υπερασπιζόμαστε την ελευθερία της έκφρασης. Ναι, όσον αφορά το χρυσοποίκιλτο στιγμιότυπο των Πατούληδων, πρόκειται για την αποθέωση του πλουραλιστικού κιτς. Το κακό γούστο όμως δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα ούτε ηθικό παράπτωμα. Μπορείς να το σχολιάσεις, όχι όμως να το καταγγείλεις, ούτε καν ως επίδειξη πλούτου αφού το σπίτι είναι φανταχτερό, όχι πολυτελές. Μήπως λοιπόν θα έπρεπε να κλείνουμε το μάτι με περισσότερη τρυφερότητα στα απωθημένα που προκαλούν εξάρτηση από τη χρυσαφί στόφα; Το συγκεκριμένο στιγμιότυπο «φωτογραφίζει», εκτός από τις λαμέ μαρκετερί, το καμάρι ενός ανθρώπου που ξεκίνησε από χαμηλά και θέλει να δείξει, όσο πιο φωναχτά μπορεί, την επιτυχία του. Ακόμη και ως ματαιοδοξία, πρόκειται μάλλον για την πιο συμπαθή της έκφανση. Που εκπροσωπεί κυρίως η αναστυλωμένη μαμά, μια γυναίκα ταλαιπωρημένη, που με το κορακί μαλλί και την τιρκουάζ σκιά στα μάτια ποζάρει αγκαζέ με την καταξίωση του γιου της σαν να παίρνει ρεβάνς από την ίδια τη ζωή. Από την άλλη, όταν κάποιος σβήνει τόσο απροκάλυπτα τις αισθητικές του αξίες, το να τον απαξιώνεις γι’ αυτό είναι, περίπου, σαν να κλέβεις παγκάρι.

Στον αντίποδα, η φωτογραφία του Πάνου Καμμένου με τον καρχαρία που σκότωσε ένας ψαράς στον Πόρο. Εγώ θα δεχθώ ότι δεν γνώριζε πως πρόκειται για είδος προς εξαφάνιση. Προφανώς το κήτος δεν του συστήθηκε. Επίσης, νησιώτισσα γαρ, κατανοώ μέχρι ενός σημείου, χωρίς να τα συμμερίζομαι, ακόμη και τα ήθη του ερασιτέχνη ψαρά. Μόνο όμως όταν βλέπω εκείνη την πανομοιότυπη φωτογραφία του ροφού – γίγαντα που κρατά αγκαλιά μια ημίγυμνη αντροπαρέα, κρεμασμένη σε ψαροταβέρνα, συνήθως μάλιστα σε κορνίζα διακοσμημένη με κοχύλια για να αναδεικνύει το θαλασσινό θέμα. Οχι ως, έστω ιδιωτικό, στιγμιότυπο υπουργικού βίου. Διότι αποτυπώνει την έπαρση του κυνηγού ως προς το ήδη νεκρό θήραμά του. Θυμηθείτε τον κακό χαμό που είχε γίνει όταν η Σάρα Πέιλιν, υποψήφια αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, φωτογραφίστηκε μπροστά σε μια ταριχευμένη αρκούδα. Ή, πέρυσι, με το λιοντάρι Σεσίλ.

Το καμάρι από την έπαρση το χωρίζει μια συνείδηση δρόμος. Και επειδή το κλισέ είναι να συνδέουμε την αισθητική με την ηθική, ας ξεκαθαρίσουμε κάτι, ανεξάρτητα από τις δύο περιπτώσεις. Η αισθητική δεν παράγει ηθική. Ούτε την ακυρώνει. Παρά μόνο όταν μιλάμε για τέχνη. Αντίθετα, στην πολιτική, η ηθική είναι αυτή που παράγει αισθητική. Ή που την ακυρώνει.