Το σκεφτόμουν από την Κυριακή καθώς έβλεπα, για άλλη μία φορά, χιλιάδες ανθρώπους να τρέχουν στον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας. Πρώην golden boys, τηλεαστέρες και σουσούδες, ακτιβιστές και χίπστερ, γκρούβαλοι και οικογενειάρχες, έχοντες και μη κατέχοντες, μισοριξιές και «ντούκια». Ποια είναι η κοινή συνισταμένη αυτού του ανομοιογενούς πλήθους; Τι τους παρακινεί να αφιερώσουν τόσες ώρες στην προπόνηση και την προετοιμασία ώστε να συμμετάσχουν σε κάτι που το πολύ πολύ να εξαργυρωθεί σε μια ανάρτηση στα social media και μερικές δεκάδες likes; Μόλις το ανέφερα. Η συμμετοχή. Και εξηγούμαι.

Δεν είναι τυχαίο που η δημοτικότητα αυτών των αγώνων φούντωσε στα χρόνια των Μνημονίων. Και το «αντίδοτο στην κρίση» που επικαλούνται οι περισσότεροι είναι, κατά τη γνώμη μου, η αποτύπωση μιας βαθύτερης αιτίας. Ενας κόσμος που παρακολουθεί αποσβολωμένος εδώ και πέντε χρόνια να τον αλέθει η καθημερινότητα χωρίς καν να του ρίχνει ένα βλέμμα, νιώθει τόσο αποκομμένος από τις εξελίξεις στη χώρα που, πριν αρχίσει να αναπτύσσει στερητικά σύνδρομα, το ρίχνει στο τρέξιμο. Ας συμμετέχει κάπου κι ας είναι ένας συμβολικός Μαραθώνιος. Στην Αθήνα των κλασικών χρόνων εξάλλου ο «ιδιώτης» ήταν το αντίθετο του «πολίτη». Αυτός δηλαδή που δεν συμμετέχει στα κοινά. Από αυτή την αρχαιοελληνική λέξη προέκυψε το αγγλοσαξονικό «idiot» που κατάντησε να σημαίνει «ηλίθιος». Με δυο λόγια, η μη συμμετοχή σιγά σιγά αποβλακώνει. Και καθώς οι Μαραθώνιοι δεν απαιτούν ιδεολογική διατύπωση, σε λίγο ίσως να είναι περισσότεροι αυτοί που τρέχουν από αυτούς που ψηφίζουν.