Ενα αυτοκαταστροφικό ταλέντο επιδεικνύει διαχρονικά η ελληνική κοινωνία: όταν οι καταστάσεις επιβάλλουν να γίνει επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης το αύριο, καταλήγουμε πάντοτε σε μια αντιπαράθεση για τις ευθύνες του παρελθόντος.

Η αντίθεση μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών έδωσε τον τόνο όλη την περασμένη πενταετία: μια αντιπαράθεση που δεν συνέβη σε καμία άλλη χώρα σε κρίση, μια διαμάχη που έκλεισε την πόρτα της εξόδου από την κρίση.

Οι ευθύνες του κάθε κόμματος που επένδυσε στην αντιμνημονιακή ρητορική είναι γνωστές και καταγεγραμμένες. Αλλά μετά την ψήφιση του 3ου Μνημονίου η αντιπαράθεση αυτή δεν έχει πια κανένα περιεχόμενο: όλα τα κόμματα εξουσίας έχουν πλέον ψηφίσει συμφωνία με τους δανειστές –και το ζήτημα πια είναι η εφαρμογή της.

Επομένως, ελάχιστη σημασία για τη χώρα έχει το να πληρωθεί ο Αλέξης Τσίπρας με το ίδιο νόμισμα από τη σημερινή αντιπολίτευση. Η προσπάθεια επαναφοράς της αντιμνημονιακής ρητορικής από το παράθυρο, με στόχο να πληγεί η σημερινή πλειοψηφία, είναι αγώνας χαμένος από τα αποδυτήρια: όταν –μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα –χαθεί μια μαζική ψευδαίσθηση, δεν υπάρχει τρόπος επαναφοράς της.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπορούν να ανακάμψουν λαϊκίζοντας, διότι δεν υπάρχει πλέον καμία υπόσχεση που να μην έχει δοθεί και διαψευστεί. Μόνον η επίδειξη ειλικρινούς διάθεσης συνεργασίας μπορεί να στηρίξει τη χώρα –και τα ποσοστά τους.