«Αν όμως, σκέφτομαι, δεν μας εβύθιζε ο Θεός στα τάρταρα, ποιος θα μιλούσε για την Τροία. Θα χανόμασταν στο σκοτάδι της Ιστορίας ανώνυμοι και οι γενιές των μελλοντικών ανθρώπων δεν θα μας τραγουδούσαν στα έπη και τις τραγωδίες τους». Την Παρασκευή, την ώρα που ο κ.Τσίπρας ανακοίνωνε το δημοψήφισμα, παρακολουθούσα την πρόβα των «Τρωάδων» του Ευριπίδη που, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, θα κάνει πρεμιέρα στις 3 Ιουλίου στην Επίδαυρο. Και είναι αυτά τα λόγια που, σε μετάφραση Κ.Χ. Μύρη, λέει στην τελευταία σκηνή η Εκάβη διά στόματος Καρυοφιλλιάς Καραμπέτη.

Τραγικά επίκαιρο. Αυτό είναι το μεγαλείο της αρχαιοελληνικής δραματουργίας. Κουμπώνει σαν καλοραμμένο κοστούμι στην πραγματικότητα. Μόνο που οι ζωές των ανθρώπων δεν είναι ρόλοι. Δεν θυσιάζονται στην έμπνευση ενός συγγραφέα ούτε στη φιλοδοξία ενός χάρτινου ήρωα. Πολύ περισσότερο αν χρειάζεται ο καθένας να πετάξει από τα τείχη τον δικό του Αστυάνακτα –το μέλλον, τη συνέχεια, το με κόπο και αγωνία αυτονόητο κεκτημένο του. Οπως και αν το μεταφράζει αυτό, εν γνώσει ή εν αγνοία του… Γιατί αν πρόκειται να θανατωθούν «μωρά» προκειμένου να γραφτεί η Ιστορία, καλύτερα να μείνουμε αχαρτογράφητοι στο ιστορικό τοπίο. Συμβατικοί αλλά ζωντανοί. Αλλιώς δεν υπάρχει καν έργο. Και στο κάτω κάτω οι Τρωάδες καταστράφηκαν για μια Ελένη. Προς τι η καταστροφή για σκέτο το αδειανό πουκάμισο; Για μια μαγκιά; Γιατί, στην πραγματική ζωή η μαγκιά δεν καταγράφεται από αυτό που ζητάς αλλά αυτό που παίρνεις. Το άλλο είναι θέατρο. Και μάλιστα κακό.