«Κι έρχεται επιτέλους μια ρημαδοσυμφωνία και την ψηφίζετε με την ψυχή στο στόμα και εισπράττετε σε αντάλλαγμα ό,τι έχετε επείγουσα ανάγκη ώστε να μη βαρέσετε καλοκαιριάτικα διάλυση… Τι θα ‘χετε κερδίσει; Τρεις μήνες σχετικής ηρεμίας; Εξι μήνες; Εάν όχι τα Χριστούγεννα του 2015, το Πάσχα σίγουρα του 2016 θα βρίσκεστε σε παρόμοια με τη σημερινή κατάσταση…».

Η αρσενική Κασσάνδρα που μου τα ‘λεγε αυτά χθες το βράδυ είναι κεντροευρωπαίος πολιτικός. Σαραντάρης, με διεθνή εμπειρία και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Φιλέλλην κατά δήλωσή του, όχι όμως σαν τους ρομαντικούς του 1821, οι οποίοι έβρισκαν στο μεγαλείο και στην τραγωδία του γένους μας τη λύση για τα υπαρξιακά τους προβλήματα.

«Μπορεί η σημερινή κυβέρνηση», του αντέτεινα, «με την αυξημένη λαϊκή της αποδοχή και το άλλοθι των αντιμνημονιακών προθέσεων να φέρει σε πέρας κάποιες ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Να ξεκολλήσει η πατρίδα μας από τον βούρκο. Να ακολουθήσει το παράδειγμα της Πορτογαλίας…».

Μου χαμογέλασε σαρδόνια. Είχε πιθανότατα παρακολουθήσει τον θρίαμβο των καθαριστριών. Είχε ενημερωθεί για τα όσα εξωφρενικά διεμείφθησαν εξ αφορμής του ανοίγματος της ΕΡΤ. Απέφυγε όμως να τα σχολιάσει.

«Και τι κατάφερε, κατά τη γνώμη σας, η Πορτογαλία;» με ρώτησε.

«Βγήκε στις αγορές! Δανείζεται με αρνητικό επιτόκιο!».

«Είναι δηλαδή η Πορτογαλία μια ανθηρή πλέον χώρα; Με υγιή κοινωνικό ιστό; Με εύπορους, αισιόδοξους κατοίκους;».

«Ποια χώρα της Ευρώπης είναι ανθηρή;».

«Φοβάμαι πως καμία. Ούτε καν η Γερμανία –και ας καυχιέται για τα οικονομικά της κι ας παριστάνει το πρότυπο για τους εταίρους της… Ακούστε: Εάν σε κάτι έχει ο ΣΥΡΙΖΑ δίκιο, είναι ότι το πρόβλημα αφορά και απειλεί ολόκληρη την ήπειρό μας. Αποτελεί πρόβλημα παραγωγικότητας και παραγωγής. Από τη στιγμή που οι υπολογιστές και τα έξυπνα κινητά –για παράδειγμα –σχεδιάζονται στη συντριπτική τους πλειονότητα στην Αμερική και κατασκευάζονται στην Νοτιοανατολική Ασία πώς προσδοκάμε εμείς να παραμείνουμε πρώτης κατηγορίας παγκόσμιοι πολίτες; Αμα η Ευρώπη δεν αλλάξει ρότα, σε μια γενιά θα αποτελεί ερείπιο. Ερείπιο μοναδικής –βεβαίως –ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Ωραίο ερείπιο».

Θυμήθηκα τον Μισέλ Ουελμπέκ. Τον οξυδερκέστατο, βλάσφημο συγγραφέα που στο προτελευταίο του μυθιστόρημα, «Ο Χάρτης και η Επικράτεια», περιγράφει μια τέτοια ακριβώς δυστοπία. Θυμήθηκα τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ να κρούει κώδωνα του κινδύνου για τη Γαλλία, πριν να πέσει στην αγκαλιά του Πούτιν: «Ετσι όπως πάμε, σύντομα θα καταντήσουμε αξιοθέατο για τους τουρίστες από τον πρώην Τρίτο Κόσμο. Οι Γάλλοι θα φορούν μπερέδες και θα περπατούν με μια μπαγκέτα στο χέρι και τα γκρουπ των Κινέζων θα αγγίζουν τα μουστάκια τους και τις χοντρές τους μύτες…».

«Σε μια Ευρώπη-μουσείο», αναθάρρησα, «η Ελλάδα θα είναι η πιο δημοφιλής αίθουσα. Πού θα συρρέουν οι επισκέπτες; Στον γκρίζο, προτεσταντικό Βορρά; Ή στις Κυκλάδες;».

«Ζείτε με το όραμα να εξελιχθεί η πατρίδα σας σε Φλόριδα του ανατολικού ημισφαιρίου. Μαγευτικές παραλίες, παραμυθένιο κλίμα, λαχταριστή κουζίνα… Ο,τι πρέπει για να κάνει κανείς ξέφρενες διακοπές. Ή για να γηροκομηθεί πολυτελώς και να πεθάνει γαλήνια…».

«Δεν έχω πρόβλημα να γίνω το γκαρσόνι της υδρογείου!» χαμογέλασα.

«Σας έχω δυσάρεστα νέα: Παρά την φαινομενική της ευμάρεια, η Φλόριδα δεν θα μπορούσε να σταθεί μόνη της. Εάν δεν την στήριζαν οι υπόλοιπες Ηνωμένες Πολιτείες, θα χρεοκοπούσε».

«Ποια είναι λοιπόν η λύση;»

«Δεν ξέρω» σήκωσε τα χέρια. «Το μόνο που ξέρω είναι ότι η λύση θα πρέπει να μας αφορά συνολικά. Η Ευρώπη, ενωμένη, είτε θα ανακάμψει είτε θα ρημάξει…».