Την περασμένη Κυριακή στη Θεσσαλονίκη έγινε κάτι πολύ σπουδαίο, που είχε καθυστερήσει δεκαετίες. Στον χώρο της πανεπιστημιούπολης του ΑΠΘ αποκαλύφθηκε μνημείο σε ανάμνηση της καταστροφής του παλαιού εβραϊκού νεκροταφείου.

Ηταν η μεγαλύτερη και η παλαιότερη νεκρόπολη της Μεσογείου. Κι ήταν η απόδειξη της ιστορίας μιας εθνικής – θρησκευτικής κοινότητας, των Σεφαραδιτών Εβραίων, που συνέβαλε στην κοσμοπολίτικη ταυτότητα της πόλης. Το νεκροταφείο καταστράφηκε το 1942, λίγους μήνες πριν σχεδόν όλοι οι εβραϊκής καταγωγής Θεσσαλονικείς συλληφθούν από τους Ναζί κατακτητές και, με τρένα, οδηγηθούν στα στρατόπεδα εξόντωσης.

Χωρίς τους Εβραίους, και χωρίς την ιστορία τους που συστηματικά ξεχάστηκε, η μεταπολεμική Θεσσαλονίκη μετατράπηκε σε πόλη των φαντασμάτων (κατά τον ορισμό του καθηγητή Ιστορίας Μαρκ Μαζάουερ). Στον χώρο του κατεστραμμένου εβραϊκού νεκροταφείου ανεγέρθηκε το Πανεπιστήμιο. Εως πριν από μερικά χρόνια κανείς δεν ήξερε πάνω σε ποιον τόπο είχε κτιστεί. Και τίποτα δεν το θύμιζε, ούτε καν μια αναθηματική πλάκα σε έναν τοίχο του Πανεπιστημίου.

Εχει ιδιαίτερη σημασία, λοιπόν, ότι στα αποκαλυπτήρια του μνημείου που ανοίγει μια ρωγμή στη στρατηγική της λήθης βρέθηκαν μαζί η Πολιτεία (διά του υπουργού Γιώργου Ορφανού), η δημοτική Αρχή και το Πανεπιστήμιο (διά του πρυτάνεως Περικλή Μήτκα). Ιδιαίτερη αξία έχει και η ομιλία του Γιάννη Μπουτάρη, που σημείωσε:

«Η πόλη της Θεσσαλονίκης άργησε αδικαιολόγητα πολύ να σπάσει τη σιωπή της και να αρχίσει να μνημονεύει την πιο ζοφερή στιγμή της Ιστορίας της. Σήμερα όμως μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για αυτή την άδικη και ένοχη σιωπή. Ντρέπεται για όσους δωσίλογους Θεσσαλονικείς συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, για όσους γείτονες καταχράστηκαν περιουσίες, για όσους πρόδωσαν εκείνους που προσπάθησαν να διαφύγουν…».

Μακάρι αυτά τα λόγια να είναι η αρχή μιας περιόδου με περισσότερη αυτοσυνειδησία, χωρίς αυταπάτες και χωρίς συνειδητά ψέματα.