Η στήλη παραχωρεί σήμερα τον χώρο της σε ένα ιδιαίτερα επίκαιρο κείμενο. Γράφτηκε από τον ρωσοβρετανό φιλόσοφο Ιζάια Μπερλίν και διαβάστηκε πριν από είκοσι χρόνια, στις 25 Νοεμβρίου 1994, στην τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου του Τορόντο.

«Οταν είσαι πραγματικά πεισμένος ότι υπάρχει μια λύση σε όλα τα ανθρώπινα προβλήματα, ότι μπορεί κανείς να σχεδιάσει μια ιδανική κοινωνία στην οποία μπορούν να φτάσουν οι άνθρωποι αν κάνουν αυτό που πρέπει, τότε εσύ και οι οπαδοί σου πιστεύετε ότι κανένα τίμημα δεν είναι αρκετά υψηλό για να ανοίξουν οι πύλες ενός τέτοιου Παραδείσου. Μόνο οι ανόητοι και οι κακεντρεχείς θα προβάλουν αντίσταση όταν έρθουν αντιμέτωποι με μερικές απλές αλήθειες. Οσοι αντισταθούν πρέπει να διωχθούν. Αν η δίωξή τους δεν είναι δυνατή, πρέπει να ψηφιστούν νόμοι που θα τους περιορίσουν. Αν αυτό δεν φέρει αποτελέσματα, τότε θα πρέπει αναπόφευκτα να χρησιμοποιηθεί καταναγκασμός, αν χρειαστεί βία ή και τρόμος, αιματοχυσία. Ο Λένιν έφτασε σε αυτό το συμπέρασμα αφού διάβασε το Κεφάλαιο και στη συνέχεια δίδαξε ότι αν με τα μέσα που υποστηρίζει μπορεί να δημιουργηθεί μια δίκαιη, ειρηνική, χαρούμενη, ελεύθερη, ενάρετη κοινωνία, τότε ο σκοπός αγιάζει οποιοδήποτε, κυριολεκτικά οποιοδήποτε μέσο χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί.

(…)Θέλω να σας πω ότι αυτή η ιδέα είναι λανθασμένη. Οχι μόνο επειδή οι λύσεις που προτείνουν διάφορες σχολές σκέψης διαφέρουν και καμιά τους δεν μπορεί να αποδειχθεί με λογικές μεθόδους, αλλά για έναν ακόμη βαθύτερο λόγο. Οι βασικές αξίες με τις οποίες έχουν ζήσει οι περισσότεροι άνθρωποι, σε πολλές περιοχές και πολλές εποχές, οι αξίες αυτές, σχεδόν αν όχι εντελώς οικουμενικές, δεν συνυπάρχουν πάντα αρμονικά. Ο άνθρωπος λαχταρούσε πάντοτε για ελευθερία, ασφάλεια, ισότητα, ευτυχία, δικαιοσύνη, γνώση κ.λπ. Η απόλυτη ελευθερία όμως δεν συμβιβάζεται με την απόλυτη ισότητα –αν οι άνθρωποι ήταν εντελώς ελεύθεροι, οι λύκοι θα ήταν ελεύθεροι να τρώνε τα πρόβατα. Η απόλυτη ισότητα προϋποθέτει τον περιορισμό των ανθρώπινων ελευθεριών, ώστε οι πιο ικανοί και πιο ταλαντούχοι να μην μπορούν να υπερτερούν εκείνων που αναπόφευκτα θα έχαναν αν υπήρχε ανταγωνισμός. Η ασφάλεια αλλά και οι ελευθερίες δεν μπορούν να διατηρηθούν αν επιτραπεί η ελευθερία υπονόμευσής τους. Η δικαιοσύνη υπήρξε πάντα ένα ανθρώπινο ιδανικό, αλλά δεν συμβιβάζεται πλήρως με την ευσπλαγχνία.

(…) Πρέπει λοιπόν να ζυγίζουμε, να διαπραγματευόμαστε, να συμβιβαζόμαστε, και να αποτρέπουμε τη συντριβή μιας μορφής ζωής από τους αντιπάλους της. Ξέρω καλά πως ιδεαλιστές και ενθουσιώδεις νέοι άνδρες και γυναίκες μπορεί να μη θέλουν να πορευτούν κάτω από αυτή τη σημαία –μοιάζει πολύ ανιαρή, πολύ μετριοπαθής, πολύ αστική, δεν εμπλέκει τα συναισθήματα. Πιστέψτε με, όμως, δεν μπορεί κανείς να έχει όλα όσα θέλει, ούτε στη θεωρία ούτε στην πράξη. Η άρνηση αυτής της αρχής, η αναζήτηση ενός κυρίαρχου ιδανικού που είναι το μοναδικό και το μόνο αληθινό, οδηγεί μοιραία στον καταναγκασμό. Και ύστερα στην καταστροφή, στο αίμα. Αβγά σπάνε, αλλά η ομελέτα δεν φαίνεται πουθενά, υπάρχει μόνο ένας απεριόριστος αριθμός αβγών, ανθρώπινων ζωών, έτοιμων να σπάσουν. Και στο τέλος οι παθιασμένοι ιδεαλιστές ξεχνούν την ομελέτα και συνεχίζουν απλώς να σπάνε αβγά».