Σε κωμωδία παρεξηγήσεων παραπέμπει η στάση των στελεχών της τρόικας: ταγμένοι να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή των δανειακών δόσεων, οι τροϊκανοί δείχνουν να απαιτούν τώρα – στο τέλος του δρόμου των Μνημονίων – περισσότερα από όσα μας επέβαλαν το πρώτο διάστημα της «ελληνικής κρίσης»!

Τον Μάιο του 2010, η τρόικα είχε να αντιμετωπίσει μια χώρα με τερατώδες έλλειμμα, η οποία είχε αποκλειστεί από τις αγορές. Σήμερα, η Ελλάδα καταγράφει πρωτογενές πλεόνασμα που πλησιάζει τα δύο δισ. ευρώ και έχει ήδη πετύχει μία «δοκιμαστική» πρόσβαση στον διεθνή δανεισμό.

Επειτα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής του Μνημονίου – και ασχέτως της δικαιολογημένης κριτικής για τη «συνταγή» που ακολουθήθηκε – η χώρα μας έχει πετύχει σημαντικούς δημοσιονομικούς στόχους, την επίτευξη των οποίων πληρώνει με την τεράστια ανεργία, την κοινωνική αποσάθρωση και τον κατακερματισμό του πολιτικού σκηνικού.

Επομένως, είναι αντιπαραγωγικό για τους εταίρους μας να θέτουν εμπόδια 670 προαπαιτουμένων προκειμένου να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας. Αλλωστε, ελάχιστα από αυτά τα προαπαιτούμενα έχουν να κάνουν με τη δυνατότητα ή μη της χώρας να αποπληρώσει τα δάνειά της.

Στη σημερινή συγκυρία, οι εμμονές της τρόικας για διατήρηση του ασφυκτικού ελέγχου στην ελληνική οικονομία καταλήγουν να λειτουργούν αποσταθεροποιητικά για την κοινωνική συνοχή και το πολιτικό μας σύστημα – και επομένως μακροπρόθεσμα βλάπτουν ακόμα και τα ίδια τα συμφέροντα των δανειστών.

Για παράδειγμα, τυχόν άρνηση της τρόικας στην επιμήκυνση των δόσεων για τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο δεν πρόκειται να βοηθήσει το δημόσιο ταμείο. Το αντίθετο – με τα ληξιπρόθεσμα να αγγίζουν τα 67 δισ. ευρώ, μία τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε τροχοπέδη στη συλλογή των φόρων, με καταστροφικά αποτελέσματα για το σύνολο της δημοσιονομικής πολιτικής. Ομως, στα τελευταία μέτρα αυτής της οδυνηρής διαδρομής των τεσσάρων χρόνων ουδείς μπορεί να γυρίσει την Ελλάδα πίσω στην αφετηρία!