Και τις αγωνίες μας ως Ελληνισμού από τις έως και βάναυσες χρεοκοπικές κατολισθήσεις και τις ανησυχίες μας ως προς βασικά εθνικά ζητήματα πρέπει πλέον να τις επιμετρούμε κάτω από το φως όσων κρισίμων εξελίσσονται στις όμορες διακεκαυμένες ζώνες της Μέσης και της Εγγύς Ανατολής. Καθώς αυτά προάγουν ευθέως (και βιαίως) ευρύτατες και εις βάθος γεωστρατηγικές ανατροπές και αναδιατάξεις. Με ανακατανομή όχι απλώς ισχύος και ρόλων, αλλά και γεωπολιτικών ορίων. Επαναγεωγραφώντας σύνορα. Και διαφοροποιώντας περιφερειακούς χάρτες. Κάτι που αμέσως μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου εθεωρείτο αδιανόητο.

Τώρα τίποτε πλέον δεν αποκλείεται. Καθώς η Ιστορία καλπάζει κυριολεκτικά επί κινουμένης άμμου.

Κι αυτό διαλαμβάνει τη σύνολη γεωγραφία. Που σημαίνει ότι: επηρεάζει το ίδιο άμεσα και τον Ελληνισμό, εφόσον εφαπτόμεθα των σαρωτικών (και πολυαιμάκτων) συγκρούσεων. Των οποίων τις προεκτάσεις και τα τελικά παράγωγα κανένας δεν μπορεί με βεβαιότητα να προσδιορίσει. Προσδιορίζει απλώς τα επικίνδυνα κι εκτός ελέγχου κι εμβελείας μας ενδεχόμενα.

Είναι μήπως ιστορικώς συγκυριακά όσα διαδραματίζονται σε τόσο διαφορετικούς χώρους με διαφορετικούς πρωταγωνιστές; Ή μήπως επενεργούν αλληλεπιδρώσες δυναμικές, δημιουργώντας συνθήκες αλυσιδωτών εκρήξεων; Από τις εγγύς ευρασιατικές περιοχές (στη φλεγόμενη Νοτιοανατολική Ουκρανία) μέχρι τις καθημαγμένες ζώνες του θρυμματισμένου Ιράκ. Και μέχρι το συριακό σφαγείο.

Και τώρα στη σπαρασσόμενη Γάζα. Χωρίς βεβαιότητα για την επόμενη πολεμική αρένα.

Κι αυτά (ενώ συνεξελίσσονται χωρίς προοπτική ανακοπής και σαφή προσδιορισμό των τελικών τους συνεπειών) συναντούν τον Ελληνισμό (και στους δύο του κρατικούς πυλώνες –Ελλάδα δηλαδή και Κύπρο) σε κατάσταση καταθλιπτικής αδυναμίας. Κατ’ ακρίβειαν σε κατάσταση αποδομήσεως δυνατοτήτων και καθηλώσεως των αντιστάσεων που θα κριθούν ενδεχομένως αναγκαίες, σε περίπτωση που οι φλόγες μετατοπισθούν προς την περιοχή μας. Καθώς αυτές αγγίζουν ήδη τις τουρκικές παρυφές και δημιουργούν κατάσταση πολεμικής ανατάξεως στο Ισραήλ. Δηλαδή σε δυο περιφερειακές δυνάμεις, με τις οποίες οι σχέσεις μας είναι ιστορικώς και στρατηγικώς κρίσιμες.

Με την πρώτη από την άποψη αιτιολογημένων φοβικών συνδρόμων, γιατί τρέφει βλέψεις κι επαπειλεί γεωπολιτικά τετελεσμένα σε περιοχές των εθνικών μας ορίων. Και με τη δεύτερη, γιατί αυτή συνιστά νεοπαγή στρατηγικό εταίρο. Και οι τυχόν απροσδόκητες εμπλοκές όσων τείνουν να προκύψουν από τη νέα και πολυαίμακτη ισραηλο-παλαιστινιακή σύρραξη, με βεβαιότητα θα επιδράσουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και στα καθ’ ημάς.

Πρωταρχικά με όρους πολιτικής αστάθειας, που θα εμβολίσει κάποιες καίριες ισορροπίες που επιθυμούμε σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μας με τον αραβικό κόσμο. Τις οποίες ασφαλώς και δεν θέλουμε και δεν πρέπει να θέσουμε σε κίνδυνο. Κι έπειτα με όρους στρατηγικών αιφνιδιασμών, που θ’ αποβούν εκτός ελέγχου μας, εάν τα πράγματα

οδηγήσουν σε μείζονες αναφλέξεις.

Το ίδιο πρέπει να λεχθεί και ως προς τα ζητήματα της Ουκρανίας. Και άρα των σχέσεών μας με τη Ρωσία. Οπως και ως προς το τι θα προκύψει από τη σχεδόν βέβαιη ανακήρυξη κουρδικού κράτους, με την (ή όχι) ανοχή τη Τουρκίας.

Η θέση μας σχετίζεται ακριβώς με την αναγκαιότητα εξισορροπήσεων πάνω στο τεντωμένο σχοινί των εκτός εμβελείας μας γεγονότων. Είμαστε υποχρεωμένοι δηλαδή σε μοιραίες στρατηγικές ακροβασίες, δεδομένης και της συναρτήσεώς μας από τις νατοϊκές (και βεβαίως τις κοινοτικές) πολιτικές έναντι όσων ανελίσσονται και όσων θα διαμορφωθούν. Εναντι των οποίων οι δικές μας πρέπει να είναι τουλάχιστον συμβατές. Γιατί ούτε μπορεί να παίζουμε ούτε κι έχουμε την ισχύ ν’ αντιστρατευθούμε χωρίς επώδυνο κόστος.

Αλλά την ίδια ώρα πρέπει να συνυπολογισθεί και το κόστος τυχόν αναιρέσεως ή τραυματισμού των δεσμών με άλλες φίλιες δυνάμεις. Κι εδώ ακριβώς είναι τα δύσκολα. Που απαιτούν διπλωματική μαεστρία που να εξισορροπεί την αδυναμία των μεγεθών και των αντιστάσεών μας ως έθνους.

Ο Α. Λυκαύγης είναι δημοσιογράφος – πολιτικός αναλυτής