«Λησμόνησε τους δρόμους της βροχής το περιστέρι». Με αυτό τον στίχο του 1954, που άνοιγε την ιδιωτική έκδοση «Ηλιοτρόπια», ο Γιώργος Σορολόπης έγινε ο Γιώργος Ιωάννου. Μέχρι τότε ο φέρελπις ποιητής είχε εγκαταλείψει ήδη μία φορά τη γενέθλια Θεσσαλονίκη για να αποφύγει τους γερμανικούς βομβαρδισμούς, είχε εγγραφεί και αποχωρήσει από τη χριστιανική ένωση Αδελφοσύνη και υπηρετήσει τη θητεία του ως δεκανέας του Πυροβολικού. Κουβαλούσε εικόνες που έκαιγαν σαν καυτηριασμός σε πληγή. Οπως ο ξεκληρισμός των Εβραίων γειτόνων του:

«Κάθε φορά που τρίζει η σκάλα μας/ «λες να ‘ναι αυτοί επιτέλους;» σκέφτομαι/ κι ύστερα φεύγω και με τις ώρες/ κατακίτρινα ζωγραφίζω ηλιοτρόπια» (σ.σ.: χρόνια αργότερα θα δήλωνε ότι με το λουλούδι συμβόλιζε το κίτρινο αστέρι στο πέτο των μελλοθανάτων).

Ευτυχώς η Θεσσαλονίκη του Ιωάννου δεν υπήρξε ποτέ μονοδιάστατη. Δεν ήταν μόνο πολυπολιτισμική, τουρκοκρατούμενη ή άνευ όρων «πρωτεύουσα των προσφύγων». Ηταν και τσιμεντούπολη της Μεταπολίτευσης που λύνει λογαριασμούς με το παρελθόν και μένει μετέωρη μπροστά στο κομβικό σημείο: να γίνει ξανά μητρόπολη των Βαλκανίων ή να χάσει το τρένο. Τα πεζογραφήματα του αφηγητή ήταν η πυξίδα για να αναζητήσει η πόλη τον χαμένο της χρόνο -μαζί και ο αναγνώστης.

Τοπόσημα τακτικώς ερριμμένα σε μια πεζογραφία που έμαθε σε πολλούς επιγόνους να υπάρχουν λογοτεχνικά (ακόμη κι αν δεν το εξομολογήθηκαν ποτέ).Κι ύστερα οι σκιές της Θεσσαλονίκης μεταφέρθηκαν στην Ομόνοια της Αθήνας, στα φτηνά λαϊκά ξενοδοχεία, στον Επιτάφιο του Αγίου Κωνσταντίνου.

Στα ποιήματα, πάλι, δεν πρωταγωνιστούσε κατ’ ανάγκην η πόλη. Εδώ απλωνόταν ένας τόπος μοναχικής ερωτικής απόγνωσης, η αγωνία της γραφής («Δανείστηκα τη φωνή/ μιμήθηκα το βάδισμα/ Μπήκα ώς το λαιμό μέσα στην επιτήδευση…») και η κατά μέτωπον αντιπαράθεση με το τέλος: «Πιστεύεις πως όλα έχουν αλλάξει πια/ οι άνθρωποι, η εποχή/ εσύ ο ίδιος που οδεύεις προς τα πρόθυρα./ Οπλίζεσαι αργά αργά με θάρρος/ με απόφαση να μην αφήσεις τίποτα θολό/ τίποτα για τους κακοήθεις δήθεν βιογράφους σου…». Ελειπε το μελόδραμα και το παραφουσκωμένο αίσθημα, περίσσευαν οι υπαινιγμοί. Τα ποιήματα του Ιωάννου δεν είναι μεγάλα –με όλες τις αποχρώσεις που μπορεί να πάρει ο όρος -, αλλά δεν χάνουν ούτε ένα καράτι από τον ερμητικό ηθικό του κώδικα. Ο ποιητής «λιγοστεύει» εκ πεποιθήσεως μπροστά στο έργο.

Από τη Δεσκάτη Γρεβενών

Σαν ετεροχρονισμένη ανταπόδοση της ποιητικής ιδιοσυγκρασίας του Ιωάννου, οι εκδόσεις Σφεντάμι με έδρα τη Δεσκάτη Γρεβενών κυκλοφόρησαν ένα λιτό τομίδιο με τα «Ποιήματα 1954 – 1985». Πρόκειται για μια συγκεντρωτική παράθεση των ποιημάτων από τα «Ηλιοτρόπια» (1954), τα «Χίλια δέντρα» (1963), τον «Δούλο ιερό του έρωτα» (1980) και τα «Πέντε ποιήματα» (1985).

Η έκδοση είναι προϊόν συνεργασίας του Γιάννη Καραγιάννη, καθηγητή εικαστικών, και του τυπογράφου Ευθύμη Γάλλου από τη Λάρισα. Για το βιβλίο με τα ποιήματα πήραν όλα τα δικαιώματα από την αδελφή του συγγραφέα Δήμητρα Ιωάννου – Μηλαράκη και τον γαμπρό του.

Κατόπιν μιας πρώτης συνεννόησης με τους τελευταίους, στόχος ήταν όλο το έργο του Γιώργου Ιωάννου να επανακυκλοφορήσει από το «Σφεντάμι». Πριν από την περίοδο των Χριστουγέννων, ωστόσο, προέκυψε εκ νέου το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων (ξαναπέρασαν στον «Κέδρο»), οπότε τα σχέδια ναυαγούν. Μοναδική «γκρίνια» απ’ την πλευρά μας, η έλλειψη ενός εισαγωγικού σημειώματος ή ενός επιμέτρου, ακριβώς για να τοποθετηθεί χρονικά η συγκεκριμένη συλλογή στην εργογραφία του Ιωάννου.

Γιώργος Ιωάννου

Ποιήματα 1954 – 1985

Eκδόσεις

Σφεντάμι,

Σελ. 136

Τιμή: 11,61 ευρώ