H δηλητηρίαση του υποψηφίου για την προεδρία της Ουκρανίας Βίκτορ Γιούσενκο

έφερε και πάλι στο προσκήνιο μια δολοφονική πρακτική που ξεκινάει από την

αρχαία Ελλάδα και συνεχίζεται ώς τον Ρασπούτιν, την αυλή του Λουδοβίκου 14ου

και τα βελάκια και τις ομπρέλες του Ψυχρού Πολέμου.

Τα δηλητήρια έχουν εξελιχθεί, ωστόσο η πρακτική της δηλητηρίασης παραμένει

συνυφασμένη με την ιστορία της πολιτικής. Ο Μιθριδάτης ΣΤ’, ο Ευπάτωρ ή Μέγας,

ο τελευταίος βασιλιάς του Πόντου (111-63 π.X.) «δημιούργησε» τον όρο

μιθριδατισμό καθώς, κατά την παράδοση, είχε φροντίσει να εθιστεί στα

δηλητήρια, παίρνοντας προοδευτικά αυξανόμενες δόσεις των ουσιών αυτών, ώστε να

μην μπορούν να τον δηλητηριάσουν οι εχθροί του. Το παράδειγμά του ακολουθούσαν

πολλοί στην αυλή των βασιλιάδων της Γαλλίας – και μάλλον δικαιολογημένα: το

1679 ξέσπασε η «υπόθεση των δηλητηρίων», που άγγιζε το περιβάλλον του

Λουδοβίκου 14ου. Σύμφωνα με μαρτυρίες κατηγορουμένων (εκτελέστηκαν 34 άτομα!),

η ερωμένη του βασιλιά, η Μαντάμ ντε Μοντεσπάν, είχε προμηθευτεί φίλτρα με

στόχο να εξασφαλίσει τον αιώνιο έρωτα του εραστή της και, το κυριότερο, να

εξοντώσει τις αντιπάλους της. Ο θρύλος γύρω από τον Ναπολέοντα τον θέλει

επίσης να δηλητηριάζεται από αρσενικό κατά την εξορία του στην Αγία Ελένη.

Στη Ρωσία. Στην τσαρική Ρωσία, υδροκυάνιο είχε χρησιμοποιηθεί

ανεπιτυχώς εναντίον του Ρασπούτιν – για να εξοντώσουν τον καλόγερο, χρειάστηκε

τελικά να τον γαζώσουν με σφαίρες και να τον ρίξουν στα παγωμένα νερά του

Νέβα.

Στην εποχή του Στάλιν, ένας από τους πιο μυστηριώδεις θανάτους παραμένει αυτός

του συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκι, ο οποίος πέθανε αιφνιδίως το 1936, πιθανότατα

δηλητηριασμένος. Οι σχέσεις του με το καθεστώς είχαν επιδεινωθεί δύο χρόνια

νωρίτερα και η μυστική υπηρεσία του «πατερούλη», η NKVD, τον είχε απομονώσει

στην κατοικία του. Στις συνθήκες αυτές, στις αρχές Ιουνίου του 1936, ο Γκόρκι

προσεβλήθη από γρίπη, υπεβλήθη σε θεραπεία και στις 18 του μήνα υπέκυψε.

Κατηγορήθηκε ο πρώην αρχηγός της Αστυνομίας, αλλά το μυστήριο ουδέποτε

διαλευκάνθηκε.

«Βουλγαρική ομπρέλα». Οι Σοβιετικοί κατάσκοποι είχαν τελειοποιήσει

διάφορες μεθόδους δηλητηρίασης: τσιγάρα, πιστόλια με δηλητηριασμένα βελάκια,

κάψουλες με θανατηφόρο αέριο, κεντριά κάθε είδους. Ένα από τα τελευταία

χρησιμοποιήθηκε στο επεισόδιο της «βουλγαρικής ομπρέλας».

Το πρωί της 7ης Σεπτεμβρίου 1978, ο Βούλγαρος Γκεόργκι Μάρκοφ περίμενε στη

γέφυρα του Ουότερλου στο Λονδίνο το λεωφορείο για να πάει, όπως κάθε πρωί, στο

BBC. Διαφωνών δημοσιογράφος και συγγραφέας, εργαζόταν για τη διεθνή υπηρεσία

του βρετανικού ραδιοφώνου και είχε μια εκπομπή από την οποία επέκρινε το

καθεστώς της Σόφιας. Ενώ περίμενε στη στάση, ένας περαστικός σκόνταψε πάνω του

και του ζήτησε συγγνώμη με ξενική προφορά. Σύντομα ο Μάρκοφ αισθάνθηκε πόνο

στο πίσω μέρος της γάμπας, αλλά πήγε κανονικά στη δουλειά του. Το βράδυ

ανέβασε πυρετό και τότε ήταν που θυμήθηκε πως ο άγνωστος περαστικός κρατούσε

μια ομπρέλα – ήταν το όπλο που χρησιμοποίησε για να του χορηγήσει ένα

θανατηφόρο δηλητήριο. Ο Μάρκοφ υπέκυψε τέσσερις μέρες αργότερα στο νοσοκομείο

με φρικτούς πόνους.

Σήμερα όλα δείχνουν πως η ρωσική FSB πήρε τη σκυτάλη από τη σοβιετική KGB

χωρίς να απαρνηθεί τις μεθόδους της. Στις 19 Μαρτίου 2002, ένας από τους

βασικούς αρχηγούς και χρηματοδότες της εξέγερσης στην Τσετσενία, ο Αμίρ

Χατάμπ, υπέκυψε «μέσα σε πέντε λεπτά», σύμφωνα με τη μαρτυρία των

σωματοφυλάκων του. Ένας Άραβας πράκτορας, που φαίνεται πως δούλευε και για

τους Ρώσους, του έφερε μια επιστολή. Λίγα λεπτά αφού ο Χατάμπ άνοιξε τον

φάκελο, κατέρρευσε: ήταν εμποτισμένος με ένα εξαιρετικά ισχυρό νευροτοξικό

δηλητήριο.

Δημοσιογράφοι. Δημοσιογράφοι έγιναν πιο πρόσφατα στόχοι των ρωσικών

υπηρεσιών. Ο Γιούρι Στσεκοτσίχιν, βουλευτής και αρχισυντάκτης της

αντιπολιτευόμενης εφημερίδας «Νοβάγια Γκαζέτα», υπέκυψε στις 2 Ιουλίου 2003,

λίγο καιρό αφότου είχε παρουσιάσει μια ανεξήγητη ακμή στο πρόσωπο. Ερευνούσε

γύρω από μια εταιρεία που ανήκε σε ένα πρώην μέλος της KGB. Οι οικείοι του

είναι πεπεισμένοι πως τον σκότωσαν με διοξίνη.

H ανεξάρτητη δημοσιογράφος Άννα Πολιτκόφσκαγια, η οποία τακτικά εξοργίζει το

Κρεμλίνο και έχει γράψει ένα σημαντικό βιβλίο για την Τσετσενία, είναι κι αυτή

πεπεισμένη πως την 1η Σεπτεμβρίου τη δηλητηρίασαν σε μια πτήση της Αεροφλότ με

την οποία προσπαθούσε να πάει στο Μπεσλάν της Βόρειας Οσετίας για να καλύψει

τη σύλληψη των ομήρων στο σχολείο. Στη διάρκεια της πτήσης «δέχθηκε» ένα τσάι

και λίγο μετά έχασε τις αισθήσεις της. Τη μετέφεραν σε νοσοκομείο στο Ροστόφ

και μετά πίσω στη Μόσχα.

Μοσάντ και Αραφάτ. H ισραηλινή μυστική υπηρεσία Μοσάντ είχε επίσης

προσφύγει σε τεχνικές δηλητηρίασης και αυτό εξηγεί εν μέρει τις φήμες που

ακολούθησαν τον θάνατο του Γιάσερ Αραφάτ. H πιο γκροτέσκα απόπειρά της –

αναμφίβολα επειδή κατέληξε σε αποτυχία – παραμένει η υπόθεση Μεσάλ. Γραμματέας

του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς, ο Χαλέντ Μεσάλ βρέθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου

1997 στο Αμμάν. Δύο άνδρες τον πλησίασαν στον δρόμο και ο ένας του έριξε στο

μάτι μια άγνωστη ουσία. Ήταν ένα «αργό» χημικό δηλητήριο. Αλλά οι δράστες

συνελήφθησαν από την ιορδανική Αστυνομία, η οποία ανακάλυψε αρκετά σύντομα πως

πίσω από τα πλαστά καναδέζικα διαβατήρια κρύβονταν Ισραηλινοί κατάσκοποι.

Οργισμένος ο βασιλιάς Χουσεΐν, σε αντάλλαγμα για την απελευθέρωση των δύο

πρακτόρων, ζήτησε από το Ισραήλ να παράσχει ένα αντίδοτο για τον Παλαιστίνιο

αξιωματούχο, καθώς και την απελευθέρωση του ηγέτη της Χαμάς σεΐχη Άχμεντ

Γιασίν και άλλων Παλαιστινίων αξιωματούχων. Οι Ισραηλινοί συμμορφώθηκαν και

μερικές ημέρες μετά ακολούθησε η παραίτηση του αρχηγού της Μοσάντ, του Ντάνι Γιατόμ.