«Με τον ήλιο τα βάζω, με τον ήλιο τα βγάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;» διερωτάται η λαϊκή θυμοσοφία. Και η παροιμία αυτή δείχνει εξαιρετικά δημοφιλής στο Μαξίμου το τελευταίο διάστημα, καθώς τίποτα δεν εξελίσσεται με βάση τον σχεδιασμό του Αλέξη Τσίπρα και των συνεργατών του.

Από τη στιγμή που στην Αθήνα έφτασαν θετικά μηνύματα για την τρίτη αξιολόγηση και εκδηλώθηκε η στήριξη θεσμών και κυβερνήσεων, μοναδικό μέλημα του πρωθυπουργικού επιτελείου ήταν ο «βομβαρδισμός» της κοινής γνώμης με θετικές ειδήσεις. Η καθημερινότητα, ωστόσο, στη διαχείριση της οποίας ούτως ή άλλως έπασχε εξαρχής η κυβέρνηση, την εκδικείται και η πραγματικότητα που βιώνει είναι σκληρή.

Οταν, για παράδειγμα, ο Πρωθυπουργός, αιφνιδιάζοντας τη Δευτέρα ακόμη και τους στενούς του συνεργάτες με την απόφασή του να απευθύνει διάγγελμα για το κοινωνικό μέρισμα, στήθηκε απέναντι στην κάμερα ωσάν σχολιαστής, με αναφορές σε συγκεκριμένα ποσά και παραδείγματα, δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι δύο 24ωρα αργότερα η Δυτική Αττική θα πνιγόταν κυριολεκτικά και θα θρηνούσαμε ανθρώπινες ζωές.

Η τραγωδία ανέδειξε μάλιστα δεδομένες αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού, αλλά κυρίως την αμηχανία του Μαξίμου. Ο Αλέξης Τσίπρας κατέφυγε σε συσκέψεις και δηλώσεις, έβαλε εμμέσως στο κάδρο των ευθυνών την περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου και επισκέφθηκε τις πληγείσες περιοχές με χαρακτηριστική καθυστέρηση και σε απολύτως αποστειρωμένο περιβάλλον. Το σημαντικότερο: δεν κατόρθωσε να πείσει την κοινή γνώμη για την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να διορθώσει αδυναμίες και να πατάξει παθογένειες, περιοριζόμενος στη γνωστή επικοινωνιακή τακτική «για όλα φταίνε οι προηγούμενοι».

Αμμοθύελλα. Την ίδια στιγμή, η «καυτή» υπόθεση της πώλησης πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία και η εμπλοκή Καμμένου εξακολουθούν να κηλιδώνουν το προφίλ της κυβέρνησης, ιδιαίτερα από τη στιγμή που προσωπικά ο Τσίπρας έχει επιλέξει να στηρίξει με κάθε κόστος τον συγκυβερνήτη του. Η παρέμβαση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και η διερεύνηση της υπόθεσης από την εισαγγελέα Διαφθοράς, μετά και τις αποκαλύψεις των «ΝΕΩΝ», προμηνύουν νέες εξελίξεις και επιπλέον φέρνουν «τούμπα» τα περί ηθικού πλεονεκτήματος της κυβέρνησης, που στριμώχνεται και από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο της σκοτεινής υπόθεσης. Παράλληλα, ακυρώνουν εν τη γενέσει της την προσπάθεια του Πρωθυπουργού να ταυτίσει τη ΝΔ και προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη με τη διαφθορά, τη διαπλοκή και τη φοροδιαφυγή εξαιτίας των εγχώριων αναφορών στα εξωχώρια Paradise Papers.

Από τη δική της πλευρά, η αντιπολίτευση δεν πρόκειται να εγκαταλείψει πολιτικά την υπόθεση, απειλώντας ακόμη και με Ειδικό Δικαστήριο τον υπουργό Αμυνας, ο οποίος έσπευσε να προκαταλάβει το αποτέλεσμα της εισαγγελικής έρευνας και να υποστηρίξει ότι αποτελεί δικαίωσή του. Την προσεχή Πέμπτη, μάλιστα, αναμένεται σφοδρή σύγκρουση στη Βουλή, καθώς θα συζητηθεί η επίκαιρη ερώτηση που έχουν καταθέσει βουλευτές της ΝΔ, εγκαλώντας αυτή τη φορά και τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά για τη δυσμένεια κατά διπλωματών που είχαν προειδοποιήσει για τον αμφιλεγόμενο ρόλο του φερόμενου μεσάζοντα Βασίλη Παπαδόπουλου.
Αναζητώντας λοιπόν μια διέξοδο από το ζοφερό αυτό κλίμα, το αντίδοτο για τις χαμένες μάχες της καθημερινότητας και τη δυσφορία των πολιτών για την υπερφορολόγηση, το κοινωνικό μέρισμα θα μπορούσε να είναι «μια κάποια λύσις», κατά τον καβαφικό στίχο. Εξού και η απόφαση για ολιγοήμερη αναβολή της ψήφισής του στη Βουλή δεν ήρθε μόνο λόγω του εθνικού πένθους για τις φονικές πλημμύρες στη Δυτική Αττική. Αλλά και για να έχει μια δεύτερη ευκαιρία ο Αλέξης Τσίπρας να την αξιοποιήσει επικοινωνιακά και να «γυρίσει» το κλίμα.

Πόλωση.

Ο Πρωθυπουργός δεν θα εγκαταλείψει πάντως τη στρατηγική της ακραίας πόλωσης. Αντιθέτως, πιεζόμενος πλέον και από τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά, θα χρησιμοποιήσει την τακτική του διπλού ρόλου: σοβαρό, διαλλακτικό και υποχωρητικό απέναντι στους δανειστές προφίλ στο εξωτερικό και αντιθέτως επιθετικό προς την αντιπολίτευση και ταυτόχρονα φιλολαϊκό προφίλ στο εσωτερικό.

Σε συνδυασμό με τις παροχές και λοιπές εξαγγελίες –με κορωνίδα το κοινωνικό μέρισμα -, οι χειρισμοί του Πρωθυπουργού φέρνουν ξανά στο προσκήνιο εκλογικά σενάρια, δίχως να αποκλείονται οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα. Αποτελεί, άλλωστε, κοινό μυστικό ότι η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα «ξεκλειδώσει» το ανακάτεμα της τράπουλας, ακριβώς για να εξασφαλίσει ο Τσίπρας εσωκομματική νηνεμία στον δρόμο προς τις κάλπες.

Οι γενναιόδωρες εξαγγελίες για το κοινωνικό μέρισμα «ξαναζέσταναν» μάλιστα το σενάριο των εκλογών την άνοιξη του 2018. Επισήμως, πάντως, ο Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του επιμένουν πως εκλογές υπάρχουν μόνο στο τέλος της τετραετίας, αλλά στην πολιτική οι διαψεύσεις ισοδυναμούν σχεδόν πάντοτε με επιβεβαιώσεις –ιδίως όταν πρόκειται για τον χρόνο των εκλογών. Ο Πρωθυπουργός έχει εξάλλου αποδείξει πως μελετά τα δεδομένα, παρά τους γενικότερους αφορισμούς του Μαξίμου κατά των δημοσκόπων, και αναζητεί το ιδανικό για εκείνον momentum προκειμένου να «χτυπήσει». Με αντικειμενικό στόχο ο ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον να μη χάσει τις εκλογές με… κάτω τα χέρια ή ακόμη και να κινδυνεύσει να χάσει τη δεύτερη θέση από τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς.

Φράγμα.

Μιλώντας δε για Κεντροαριστερά, είναι ξεκάθαρο πως η μεγάλη συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες για τον νέο φορέα ακυρώνει στην πράξη τα σχέδια Τσίπρα να μετακινήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτικό χάρτη και να επικαλύψει τον ευρύτερο χώρο. Ο προσδιορισμός που έδωσε μάλιστα για τη μεσαία τάξη –που αποτελεί παραδοσιακά τη ραχοκοκαλιά του πολιτικού Κέντρου –ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στη Βουλή, μιλώντας για τετραμελή οικογένεια με συνολικό ετήσιο εισόδημα 18.000 ευρώ, ισοδυναμεί με μια έμμεση ομολογία φτωχοποίησής της από τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ και του τρίτου Μνημονίου.

Τι σημαίνει αυτό; Οτι στο Μαξίμου γνωρίζουν καλά πως για να κερδίσουν αυτό το κοινό στην κάλπη θα πρέπει να καταβάλουν διπλάσια προσπάθεια –και ίσως τριπλάσια, μετά τις εκλογές της Κεντροαριστεράς. Αλλως ειπείν, να δικαιολογηθεί γιατί η προεκλογική ελπίδα του 2015 διαψεύστηκε και να διατρανωθεί πως αυτή δεν μπορεί να εκφραστεί από τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς, ο οποίος βλέπει με τη σειρά του τη μεγάλη ευκαιρία να επανακτήσει τον ζωτικό πολιτικό του χώρο.
Ενόψει της αυριανής κάλπης, το Μαξίμου διατηρεί στρατηγική ίσων όσο και μακρινών αποστάσεων από Φώφη Γεννηματά και Νίκο Ανδρουλάκη, με αρκετά κυβερνητικά στελέχη που προέρχονται κυρίως από τους λεγόμενους «πασοκογενείς» να εκφράζουν πάντως προτίμηση προς την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Εκτιμούν δηλαδή ότι υπάρχει μεγαλύτερο πεδίο συνεννόησης υπό προϋποθέσεις, καίτοι βασική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πως κύρια συνθήκη για μια ενδεχόμενη συνεργασία αποτελούν η μετακίνηση του νέου φορέα αριστερότερα στον πολιτικό χάρτη και η αποκήρυξη της συντηρητικής παράταξης και του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Η αξιολόγηση. Στο γενικότερο αυτό κλίμα έρχεται να προστεθεί η πορεία της τρίτης αξιολόγησης, η οποία θα εισέλθει στην τελική ευθεία με την επιστροφή των δανειστών στην Αθήνα έως τις 29 Νοεμβρίου. Μαξίμου και οικονομικό επιτελείο αισιοδοξούν ότι μπορεί να επιτευχθεί τεχνική συμφωνία έως το Eurogroup στις 4 Δεκεμβρίου και τον Ιανουάριο να εκταμιευθεί η δόση, αφού το σπουδαιότερο «αγκάθι», αυτό της διενέργειας των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, πήρε ήδη τον δρόμο του.

Ομως, τρομάζει την κυβέρνηση για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η κοινωνική αναταραχή και ο δεύτερος οι αντιδράσεις των δικών της στελεχών. Παρά τις διαβεβαιώσεις Τσακαλώτου ότι οι πλειστηριασμοί θα αφορούν στρατηγικούς κακοπληρωτές και ακίνητα πολύ μεγάλης αξίας, πολλοί βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εκτιμούν πως θα συμβεί το αντίθετο. Αρα, κατά την ανάγνωσή τους, το εν λόγω ζήτημα θα αποδειχθεί καθοριστικότερο για την επιβίωση της κυβέρνησης ακόμη και από τις περικοπές συντάξεων, τις αυξήσεις φόρων ή τη χαμένη μάχη της καθημερινότητας.