Με το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και την απελευθέρωση της Ελλάδας, τα συμμαχικά στρατεύματα και κυρίως οι Εγγλέζοι μετακινούνταν σε όλη την Ελλάδα. Σε αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε ένα οπλισμένο τζιπ με εγγλέζους στρατιώτες να περνά από το χωριό Λέχαιον Κορινθίας με προορισμό το Ξυλόκαστρο. Πολύς κόσμος είχε μαζευτεί κατά μήκος του δρόμου να τους καλωσορίσει, κάποιοι ίσως από περιέργεια. Το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου ήταν καλυμμένο με λουλούδια και τα πρόσωπα του πλήθους, αλλά και των στρατιωτών, είναι γεμάτα χαμόγελα και ενθουσιασμό. Ηταν 8 Οκτωβρίου του ’44. Οι Εγγλέζοι εικάζεται ότι είχαν προσγειωθεί σε ένα αεροδρόμιο κοντά στο Λέχαιον, το οποίο χρησιμοποιούσαν και οι Γερμανοί· κάτι που οι κάτοικοι της περιοχής γνώριζαν από τον θόρυβο που έκαναν τα στούκας. Επίσης οι κάτοικοι του χωριού σχολίαζαν μεταξύ τους ότι τα αεροπλάνα επιχειρούσαν επιδρομές στην Κρήτη και γύριζαν συχνά με ζημιές που τους έκαναν πολεμώντας τους οι Κρητικοί. Στη φωτογραφία ξεχωρίζει μία νέα όμορφη κοπέλα να έχει πλησιάσει το τζιπ και με το απλωμένο χέρι της που κρατάει μία ανθοδέσμη να την προσφέρει στους στρατιώτες. Η κοπέλα δείχνει μεγάλο θάρρος και ενθουσιασμό, αν λάβουμε υπόψη μας την κοινωνία της εποχής και μάλιστα της επαρχίας, όπου οι γυναίκες ζούσαν πολύ περιορισμένες.

Τη φωτογραφία αυτή θα πρέπει να την τράβηξε εγγλέζος φωτογράφος γιατί είχε δημοσιευθεί σε κάποια εφημερίδα στην Αγγλία. Δυστυχώς δεν ξέρουμε σε ποια ακριβώς, γιατί την είχαν στείλει στον κοινοτάρχη του χωριού έτσι κομμένη και διπλωμένη στα τέσσερα. Ο κοινοτάρχης είναι που την έδωσε στην κοπέλα της φωτογραφίας.

Ποια είναι η κοπέλα της φωτογραφίας; Είναι η Δήμητρα Δριτσοπούλου. Ο πατέρας της, ο Γεώργιος Δριτσόπουλος, ήταν φανατικός βενιζελικός και είχε διακοσμήσει την πόρτα του σπιτιού του με το πρόσωπο του Βενιζέλου. Αφού είχε τελειώσει το σχολαρχείο, ο Γ. Δριτσόπουλος, πήγε στην Αμερική και δούλεψε στους σιδηροδρόμους, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα αγόρασε κτήματα στο Λέχαιον. Τα γεγονότα της Μικράς Ασίας τα αντιμετώπισε με ενθουσιασμό και ένας από τους λόγους που επέστρεψε στην Ελλάδα ήταν για να πάει να πολεμήσει ως εθελοντής για τη Μεγάλη Ιδέα. Μαζί με τον αδελφό του τον Κωνσταντίνο πήραν μέρος στην εκστρατεία και ναι μεν αυτός γύρισε, όμως ο αδελφός του χάθηκε πολεμώντας στον Σαγγάριο. Ο Γ. Δριτσόπουλος παντρεύτηκε τη Μαρία Γιώργα και κάνανε τέσσερα παιδιά, δύο αγόρια και δύο κορίτσια, ένα από τα δύο κορίτσια ήταν η Δήμητρα. Η περιοχή ήταν εύφορη και το κυρίως προϊόν ήταν η σταφίδα, έτσι ο πατέρας της Δήμητρας έγινε σταφιδομεσίτης. Λέγανε ότι λίγο πριν έλθουν οι Γερμανοί, ο Δριτσόπουλος πήγε με μία μεγάλη βάρκα που είχε απέναντι στη Ρούμελη και έφερε σιτάρι. Στην Κατοχή, επειδή το σπίτι τους ήταν μεγάλο με δύο ορόφους, στον έναν όροφο εγκαθίσταντο πότε οι Γερμανοί και πότε οι Ιταλοί. Η Δήμητρα σχολίαζε και τους μεν και τους δε, για τους Γερμανούς έλεγε ότι σηκωνόντουσαν πολύ πρωί και αφού πλενόντουσαν ασχολούνταν με τα όπλα τους και δεν είχαν επαφές, ενώ οι ιταλοί αξιωματικοί και οι ορντινάντσες τους χαζεύανε και πειράζανε τις κοπέλες, λέγοντας θεατρικά «νο τσε μάμα, νο τσε πάπα, νο τσε ντεσπινής». Επίσης έλεγε ότι είχαν κλέψει κότες από το κοτέτσι τους. Μετά την Απελευθέρωση έμαθε η οικογένεια για τον μεγάλο κίνδυνο που διέτρεξε, έναν κίνδυνο καταστροφικό. Ο μεγάλος αδελφός της Δήμητρας, ο Νικόλας, είχε πάει κρυφά με έναν φίλο του στο αεροδρόμιο και είχαν ανατινάξει βαρέλια με καύσιμα, διέφυγαν όμως χωρίς να τους πιάσουν ή να τους ανακαλύψουν. Η Δήμητρα έμεινε στο Λέχαιον ώσπου παντρεύτηκε στην Αθήνα με τον Σπύρο Κουγιανό. Το Λέχαιον, από Κολομπότσι που λεγόταν, μετονομάστηκε έτσι το 1925 από το ομώνυμο σημαντικό λιμάνι της αρχαίας Κορίνθου που βρίσκεται τρία χιλιόμετρα ανατολικά του σημερινού οικισμού. Οφείλει το όνομά του στον Λέχη, το γιο του θεού Ποσειδώνα.

Ο Σπύρος Κουγιανός από την Κεφαλονιά, τον οποίον παντρεύτηκε η Δήμητρα, είχε βρεθεί, μικρό παιδί με τις αδελφές του πρώτα στην Αίγινα και μετά στην Αθήνα μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Μία από της αδελφές του, η Αγγελική, είχε παντρευτεί έναν γνωστό μεγαλέμπορο γυαλικών, τον Χαράλαμπο Δάρα, και ο Σπύρος δούλεψε κοντά του. Αργότερα απέκτησαν οι δύο ένα μαγαζί με σίδερα στο Μοναστηράκι, στην Πλατεία Αβησσυνίας, όπου ήταν τα σιδεράδικα. Το μαγαζί αυτό για πολλά χρόνια και αφού είχαν αλλάξει τα πράγματα, το κράτησε μόνος του ο Σπύρος και πουλούσε έπιπλα. Οι δουλειές του πήγαιναν καλά και έχτισαν με τη Δήμητρα ένα μεγάλο σπίτι στο Αιγάλεω. Απέκτησαν δύο παιδιά, την Κυριακή που είναι ψυχίατρος και τον Γεράσιμο που αφού τελείωσε την ΑΣΟΕΕ ασχολήθηκε με τις αντίκες, μέχρι πρότινος κράτησε και το μαγαζί στο Μοναστηράκι, αλλά άνοιξε κι ένα μαγαζί με αντίκες στο Κολωνάκι. Η φωτογραφία της μητέρας του να προσφέρει τα λουλούδια στους εγγλέζους στρατιώτες βρίσκεται σε μεγέθυνση στο μαγαζί αυτό.

Η Δήμητρα γεννήθηκε το 1922 και πέθανε πριν από λίγα χρόνια στην Αθήνα.