«Ηθελα να μείνω πέντε λεπτάκια μόνο, αλλά μετά άρχισε η ταινία και όσο προχωρούσε σκέφτηκα «έι, το φιλμάκι δεν είναι και τόσο χάλια τελικά, λέω να μείνω»». Κάπως έτσι ξεκίνησε το ωριαίο μάστερκλας που έδωσε ο Κλιντ Ιστγουντ αναφερόμενος στην επετειακή προβολή για τα 25 χρόνια των «Ασυγχώρητων», η οποία έγινε σε μια κατάμεστη αίθουσα εδώ στις Κάννες. Παρά τα 89 του χρόνια, ο Κλιντ δεν έχει χάσει ίχνος από το χιούμορ του, «κάτι που έχει χαθεί σήμερα, έτσι όπως σκοτώνουμε ο ένας τον άλλο με την πολιτική ορθότητα» δήλωσε στη συνέχεια. Εκεί χειροκρότησαν όλοι. «Το σινεμά είναι μια απολύτως συναισθηματική διαδικασία. Δεν είναι διανοητική υπόθεση» είπε και οι εκκολαπτόμενοι σκηνοθέτες τον άκουγαν με ανοιχτό το στόμα. Δεν τα λένε στις Κάννες αυτά, το Φεστιβάλ όπου οι ταινίες διαθέτουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης, αλλά σπανίως έχουν να αναδείξουν έναν γνήσιο κινηματογραφικό ήρωα. «Μεγάλωσα τη δεκαετία του ’30 και τότε όλα τα παιδιά αλλά ακόμα και οι ενήλικοι ήθελαν να καβαλήσουν ένα άλογο και να φορέσουν μια ζώνη με εξάσφαιρα. Οι ταινίες αποτελούν έναν τρόπο απόδρασης από την πραγματικότητα, δεν την αντικατοπτρίζουν». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις «Γέφυρες του Μάντισον»: «Διάβασα το βιβλίο και σκέφτηκα ότι δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μετά κατάλαβα το γιατί: δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει και τόσο ο άνδρας σε αυτή την ιστορία αλλά η γυναίκα. Ετσι πήρα τηλέφωνο τη Μέριλ Στριπ και της εξήγησα πως ήθελα να κάνω αυτή την ταινία για να αφηγηθώ την ιστορία από τη γυναικεία πλευρά. Το κατάλαβε αμέσως» –και δώσ’ του πάλι χειροκροτήματα από ένα κοινό που ανακάλυπτε, «παραδόξως», έναν σκηνοθέτη πολύ λιγότερο «συντηρητικό» από ό,τι φανταζόταν.

Θυμίζουμε ότι ο Ιστγουντ υπήρξε πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής των Καννών το 1994, όταν δηλαδή ο Χρυσός Φοίνικας πήγε στο «Pulp Fiction» του Κουέντιν Ταραντίνο. Οσο για το αν σκέφτεται να επιστρέψει στην υποκριτική, ο Κλιντ έδειξε να το σκέφτεται: «Εχουν περάσει χρόνια και μου λείπει. Υπάρχουν μάλιστα κάποιες καλές ιδέες εδώ κι εκεί. Δεν το αποκλείω».