H νεοελληνική Γοργόνα έχει δίκιο, ο βασιλιάς Αλέξανδρος ζει και θα ζει για

πάντα στον νου και την καρδιά των ανθρώπων. Εξακολουθεί να απασχολεί τους

ιστορικούς, να συναρπάζει και να εμπνέει τους καλλιτέχνες και του 21ου αιώνα,

να εξάπτει τη φαντασία των αρχαιολόγων, που αναζητούν μετά μανίας τον τάφο του

στην έρημο Σίβα ή στην Αλεξάνδρεια, κυνηγώντας κατ’ ουσίαν την εν ζωή

αναγνώριση και την υστεροφημία μέσω της «μοναδικής» ανακάλυψης.

Ο κινηματογράφος είναι τέχνη, και η πρόσφατη ταινία του Όλιβερ Στόουν ως έργο

τέχνης πρέπει να κρίνεται και να αξιολογείται, όχι ως ιστορικό ντοκουμέντο,

όπως, άλλωστε, ο ίδιος ο Αμερικανός σκηνοθέτης σπεύδει να επισημάνει προς

άρσιν παρεξηγήσεων στην προμετωπίδα της ταινίας του. Ο Στόουν κατάφερε να

κάνει πραγματικότητα «μία από τις μεγαλύτερες φαντασιώσεις» της παιδικής του

ηλικίας, ένα όνειρο που τον συνόδευε ώς την ωριμότητα, να καταθέσει τη δική

του κινηματογραφική πρόταση για την προσωπικότητα, τη δράση, την τεράστια

προσφορά του Αλέξανδρου.

Νομίζω ότι τα κατάφερε, χωρίς να παραποιεί σοβαρά τα ιστορικά γεγονότα και με

ιδιαίτερη προσοχή στην όσο το δυνατόν αυθεντικότερη αναπαράσταση της εικόνας

του ελληνιστικού μακεδονικού και ασιατικού παρελθόντος. Δεν έχει καμιά

απολύτως σημασία αν διαφωνείς με τον τρόπο που αποδίδονται, για παράδειγμα, τα

μωσαϊκά δάπεδα της Πέλλας ως ταπισερί αναρτημένες στους τοίχους των ανακτόρων,

με τα κακότεχνα αγάλματα που διακοσμούν τους εσωτερικούς και υπαίθριους

χώρους, με τον υπερβολικά σκληρό, βίαιο και αποκρουστικό την όψη Φίλιππο, όπως

ανεπιτυχώς, κατά τη γνώμη μου, τον είχε το 1988 αναπαραστήσει ο Άγγλος

ανθρωπολόγος Μασγκρέιβ με βάση τα καμένα οστά του από τον μακεδόνικο τάφο ΙΙ

της Βεργίνας, που έφερε στο φως το 1976 η σκαπάνη του Μανόλη Ανδρόνικου. Δεν

με ενόχλησε ιδιαίτερα, όπως άλλους, η νεαρή και πανέμορφη Αντζελίνα Τζολί ως

σατανική μητέρα και σύζυγος Ολυμπιάδα, ούτε μου φάνηκε λίγος ο Κόλιν Φάρελ

στον δύσκολο ρόλο του. Είναι αδύνατον να υπάρξει θνητός και ηθοποιός, ο οποίος

να καταφέρει να προσφέρει στον καθένα μας την εξιδανικευμένη εικόνα που

συμβαίνει να έχει για τον Μέγα Αλέξανδρο.

Είναι προφανές ότι ο Όλιβερ Στόουν διαθέτει τεράστια τόλμη, πάθος, γνώση και

μεγάλες αντοχές στις κακουχίες και στις κακόβουλες ακόμη κριτικές, για να

καταπιαστεί με ένα τέτοιο τρομερά δύσκολο, πολυδάπανο και επικίνδυνο τελικά,

για την καλή του φήμη, εγχείρημα. Εύρημα σκηνοθετικό μεγάλο, οπωσδήποτε, η

παρουσία του γέροντα Πτολεμαίου στο ανάκτορό του στην Αλεξάνδρεια, να

υπαγορεύει στον Αιγύπτιο γραφέα Κάδμο τη δική του άποψη για τη συναρπαστική

εμπειρία του ως νεαρού εταίρου και στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην

απίστευτη δεκατριάχρονη εκστρατεία από την Πέλλα στη Βακτριανή. Μέσα από τον

Πτολεμαίο εκφράζεται ο ίδιος ο Στόουν. Απόλυτα πειστικός ο Άντονι Χόπκινς στον

ρόλο του. H συναρπαστική μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου, άρρηκτα δεμένη με

τις εικόνες, δημιουργεί το κατάλληλο επικο-ηρωικό και δραματικό συνάμα

περιβάλλον. Αναμένω τον προαναγγελθέντα «Αλέξανδρο» του Αυστραλού σκηνοθέτη

Λούρμαν, για να κάνω τις συγκρίσεις μου.

Ο Πέτρος Θέμελης είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας