Στην εποχή των μεγάλων τεχνολογικών και οικονομικών επιτευγμάτων ο ρόλος του

πλούτου είναι από τα πράγματα υποχρεωμένος να αλλάξει. Ο πετυχημένος

οικονομικά επιχειρηματίας συμβάλλει χωρίς αμφιβολία στην ανάπτυξη και τη

δυνατότητα των ασθενέστερων κοινωνικά ομάδων να εξασφαλίσουν κάποια ασφάλεια

και προστασία. Στα χρόνια όμως των μεγάλων αλλαγών που τώρα περνάμε οι

πετυχημένοι πρωταγωνιστές της αγοράς έχουν ευθύνες πολύ σοβαρότερες απ’ αυτές

που το σύστημα αυτόματα τους οδηγεί να αναλαμβάνουν. Με άλλα λόγια, είναι

δεδομένο πως η προσαρμογή στο νέο περιβάλλον της εποχής της ταχύτητας θα

αφήσει πολύ κόσμο έξω από την κούρσα της επιτυχίας.

Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας που έχει ήδη μείνει πίσω στον

αγώνα προσαρμογής στις νέες πραγματικότητες. Οι διστακτικές πολιτικές ηγεσίες,

η ανωριμότητα της κυρίαρχης πολιτικής τάξης ­ η συντριτπική πλειοψηφία των

σημαντικών στελεχών δεν είναι παρά προϊόντα της κομματικής παρασκευαστικής

μηχανής ­ και η εγωιστική αμετροέπεια τής μάλλον νεοπλουτίστικης

επιχειρηματικής ελίτ έχουν αφήσει τον λαό απροετοίμαστο για το αδυσώπητο

μέλλον που μας περιμένει.

Η παιδεία περιφέρεται πελαγωμένη στα χνάρια των προτύπων των περασμένων δύο

αιώνων. Κανένας δεν τολμάει να επισημάνει το αυτονόητο. Πως δηλαδή

περιορίζοντας τον «διάλογο» σ’ αυτά που καθηγητές και μαθητές είναι

συνηθισμένοι να συζητούν, να διδάσκουν και να διδάσκονται, το πλαίσο των

αλλαγών από τα πράγματα οριοθετείται στα όρια αυτού που ξέρουμε ­ αυτού δηλαδή

που υπάρχει. Μα το πρόβλημα είναι πως αυτό ακριβώς είναι που πρέπει

να μεταβάλουμε. Ουδείς τολμάει να μιλήσει για ελεύθερο ανταγωνισμό ανάμεσα

σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία και για κυρώσεις σε όσους αποτυγχάνουν.

Κυρώσεις άμεσες στο προσωπικό (απολύσεις, μεταθέσεις, υποχρεωτικές

μετεκπαιδεύσεις) και κυρώσεις έμμεσες στο σύστημα (η χρηματοδότηση του κάθε

σχολείου να μετατρέπεται σε κουπόνια που οι γονείς ελεύθερα να διαθέτουν

επιλέγοντας το σχολείο ­ ιδιωτικό ή δημόσιο ­ στο οποίο θα επιθυμούσαν να

φοιτήσουν τα παιδιά τους). Ταυτόχρονα ουδείς έχει την τόλμη να

επαναστατικοποιήσει το σύστημα, διασπώντας τα κοινωνικά ταμπού, δίνοντας τη

δυνατότητα σε κάθε γονιό να στείλει το παιδί του στο σχολείο μιας πιο καλής

γειτονιάς με τη χρησιμοποίηση κουπονιών που θα αφαιρούνται από τον φόρο του

και θα προστίθενται στη χρηματοδότηση του νέου σχολείου.

Και για να μη συζητήσουμε βέβαια για την τεχνολογική υποδομή που περιφέρεται

ζαλισμένη στα επίπεδα της δεκαετίας του ’70 ­ στις καλύτερες περιπτώσεις. Δεν

ξέρω γιατί ουδείς σκέφθηκε να εντάξει στις διάφορες γιγαντιαίες κρατικές

προμήθειες, για Ολυμπιάδα και για υποδομές υψηλής τεχνολογίας, που δίδονται

προτιμησιακά και δίχως διεθνείς διαγωνισμούς, την υποχρέωση εξοπλισμού των

ελληνικών σχολείων με υπολογιστές και δίκτυα πρόσβασης. Έστω, δεν μπορώ εύκολα

να καταλάβω πως κανένας μεγαλοπρομηθευτής και εργολάβος του Δημοσίου δεν

σκέφθηκε να θυσιάσει ένα μέρος από τα θηριώδη του κέρδη για να προσφέρει στη

νέα γενιά του τόπου του ένα μέρος απ’ αυτά που καθαρίζει μέσω της ανοχής και

της ανοιχτής εύνοιας των σημερινών κρατικών αρχών.

Στις λοιδορούμενες καθημερινά από τους «προοδευτικούς» διανοούμενους της

Ελλάδας ΗΠΑ, ο ιδρυτής της Microsoft Μπιλ Γκέιτς, που τα δισεκατομμύρια που

κερδίζει δεν προέρχονται βέβαια από προμήθειες του αμερικανικού Δημοσίου,

διέθεσε ήδη εν ζωή πάνω από το 92% της περιουσίας του σε ιδρύματα με

κοινωφελείς στόχους. Ο πατέρας του Μπιλ Γκέιτς, Ουίλιαμ Γκέιτς Sr., ο Τζορτζ

Σόρος, ο Ουόρεν Μπάφετ και ο Ντέιβιντ Ροκφέλερ Jr., τα μεγάλα δηλαδή σημερινά

κανόνια του αμερικανικού καπιταλισμού, μόλις την περασμένη εβδομάδα σχημάτισαν

μία ομάδα από 400 πολυδισεκατομμυριούχους με στόχο να καταπολεμήσουν τα

σχέδια της νέας κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους για…μείωση των φόρων στην

ακίνητη περιουσία!! Στην Ελλάδα, αντίθετα, διάσημοι δισεκατομμυριούχοι ­

υποστηρικτές των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων καθώς και εν ενεργεία ή

υποψήφιοι λαϊκοί ήρωες και κοινωνικοί επαναστάτες (!) ­ συχνά φιγουράρουν σε

λίστες φοροφυγάδων ή μάχονται με νύχια και με δόντια για την εξασφάλιση και

της τελευταίας δεκάρας από τις συχνές «δι’ αντιπροσώπων» αμοιβές τους.

Η ουσία του προβλήματος βέβαια βρίσκεται στο γεγονός πως στην Ελλάδα ουδέποτε

υπήρξε, ούτε και τώρα υπάρχει, καπιταλισμός. Επικρατεί ένα σύστημα δυσκίνητης

μεικτής οικονομίας, όπου ο κρατικός προστατευτισμός μοιράζει προνόμια και

εύνοιες, κάνοντας κατά το δοκούν άλλους πλούσιους κι άλλους φτωχούς. Ο γνήσιος

καπιταλισμός οικοδομείται επάνω σε τρεις βασικά προϋποθέσεις. Η πρώτη έχει να

κάνει με την εύκολη και απλοποιημένη είσοδο και έξοδο από την αγορά. Η

ίδρυση της όποιας επιχείρησης δεν προϋποθέτει την εξασφάλιση δεκάδων αδειών

και εγκρίσεων, ενώ η χρεοκοπία και η επιχειρηματική αποτυχία είναι μια φυσική

και συνήθης οικονομική πραγματικότητα. Στο περιβάλλον του ελληνικού

γραφειοκρατικού συστήματος η ενέργεια που χρειάζεται να καταβληθεί για την

αντιμετώπιση των διαδικασιών ίδρυσης μιας επιχείρησης αφήνει ελάχιστα

αποθέματα ενθουσιασμού και μαχητικότητας για την παραπέρα αντιμετώπιση των

προκλήσεων της αγοράς. Αλλά και η αποτυχία είναι μια εξίσου δύσκολη υπόθεση

στη νοθευμένη οικονομική μας πραγματικότητα. Το φαινόμενο της κινητοποίησης

κοινωνικών φορέων κι εργατικών συνδικάτων με στόχο τη ματαίωση του κλεισίματος

χρεοκοπημένων ιδιωτικών επιχειρήσεων ­ μέσω προφανώς κρατικών επιδοτήσεων ­

δεν αποτελεί ασυνήθιστο φαινόμενο της πολιτικής μας ζωής…

Εξίσου σοβαρή προϋπόθεση για την οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού

καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος είναι η ύπαρξη ενός απλού και γενικής

εφαρμογής πλαισίου νομικών κανόνων. Οι ίδιοι νόμοι δηλαδή να

ισχύουν αδιάκριτα για όλους. Στην Ελλάδα κατασκευάζουμε νόμους για να μην

εφαρμόζουμε αυτούς που υπάρχουν. Στις ΗΠΑ, το κράτος δαπάνησε δισεκατομμύρια

απασχολώντας τους ισυρότερους νομικούς εγκεφάλους της χώρας για να πολεμήσει

την εταιρεία Microsoft και να εξασφαλίσει τη σωστή λετιουργία του

ανταγωνισμού. Στην Ελλάδα, ελάχιστοι γνωρίζουν πως υπάρχει Επιτροπή

Ανταγωνσιμού, ενώ το κράτος κάνει ό,τι μπορεί για να παρεμποδίζει στην ουσία

το έργο της. Αν τύχαινε η Microsoft να είναι ελληνική εταιρεία, εκτός του ότι

θα υποκαθιστούσε την όποια κυβέρνηση στα περισσότερα πολιτικά της καθήκοντα, ο

Μπιλ Γκέιτς, με καμιά δεκαριά τηλεοράσεις στη δούλεψή του και μερικές ομάδες

ποδοσφαίρου και μπάσκετ στο πορτοφόλι του, θα ήταν ο αδιαμφισβήτητος και

ακατανίκητος λαϊκός ήρωας της εποχής. Κι αν κάπου οι πράξεις του σκόνταφταν

στον νόμο κι αυτό δεν μπορούσε να κρυφτεί; Ε, τότε πολύ απλά, θα άλλαζε ο

νόμος…

Η τελευταία ουσιαστική προϋπόθεση για τη σωστή λειτουργία του καπιταλισμού

είναι αυτό που ο Άλφρεντ Μάρσαλ, ένας από τους ιδρυτές της σύγχρονης παρουσίας

του, αποκαλούσε «οικονομική ιπποσύνη». Τη συνειδητοποίηση δηλαδή από

τον επιχειρηματία των ευθυνών που έχει ως κυρίαρχος παράγων της αγοράς και της

οικονομίας. «Η επιθυμία των ανθρώπων για την έγκριση των πράξεών τους από την

ίδια τους τη συνείδηση» έγραψε στο Principles of Economics, «συνιστά

μια οικονομική δυναμική τεράστιας ισχύος». Σε καμία σχεδόν περίπτωση οι

μεγαλοδισεκατομμυριούχοι των καπιταλιστικών συστημάτων της Δύσης δεν

φροντίζουν για τη μεταφορά των αμύθητων περιουσιών τους άθικτων στους

κληρονόμους τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις διαθέτουν σχεδόν όλα τους τα

χρήματα σε ιδρύματα και σε κοινωφελείς στόχους. Ακόμα και διάσημοι ηθοποιοί

έχουν φροντίσει με αποκλειστικά δικούς τους πόρους, για τη λειτουργία

ιδρυμάτων που έχουν ως στόχο την προστασία των παιδιών, την καταπολέμηση

ασθενειών και τη φροντίδα των αδυνάτων. Το σύστημα έτσι δεν αυτοϋπονομεύεται,

αλλά ανανεώνεται και ενισχύεται. Το κέρδος θεωρείται επίτευγμα κι όχι αφαίρεση

του εισοδήματος κάποιου άλλου. Διότι όλοι γνωρίζουν πως, με κάποιο τρόπο, όλα

αυτά θα επιστρέψουν στην ώρα τους πίσω στην κοινωνία.

Από πουθενά δεν προκύπτει πως η Ελλάδα αποτελεί αυτήν τη στιγμή ένα σύγχρονο

καπιταλιστικό σύστημα. Ζούμε όμως σ’ ένα σύγχρονο καπιταλιστικό οικονομικό

περιβάλλον. Που θα συντρίψει τις παραδοσιακές μας αντιστάσεις εφ’ όσον δεν

λάβουμε μέτρα γι’ αυτά που γίνονται γύρω μας. Το καθεστώς της αδιέξοδης

κλεπτοκρατίας που χτίστηκε ύστερα από τόσες δεκαετίες γραφειοκρατικού

παρεμβατισμού κινδυνεύει να μεταμορφωθεί σε ένα είδος αλαζονικής πλουτοκρατίας

μέσα από τις κρατικές εύνοιες και τις απροσδόκητες εξελίξεις στην τεχνολογία.

Οι ηγέτες της αγοράς είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν τις ευρύτερες ευθύνες

τους. Εφ’ όσον υπάρχει έλλειψη εμπνευσμένων και στιβαρών πολιτικών ηγεσιών

είναι ανάγκη να αναλάβουν πολλοί απ’ αυτούς, από μόνοι τους, τον ρόλο των

«ιπποτών της οκονομίας». Για να αποκτήσει η κοινωνία μας συνείδηση. Και για να

μην οδηγηθούμε σε πολιτικές αποσταθεροποιήσεις…