Προκρίνει τον ΟΛΠ ως τον πρώτο μεγάλο διαγωνισμό που ξεπαγώνει, η νέα λίστα Βαρουφάκη, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι θα συνεχιστούν όλες οι εν εξελίξει ιδιωτικοποιήσεις, στις οποίες το Δημόσιο θα επιδιώξει νομικά να διατηρήσει ισχυρή μετοχική συμμετοχή.

Επειτα από αρκετό καιρό «δημιουργικής ασάφειας», η κυβέρνηση κάνει ήδη τις πρώτες υποχωρήσεις στο θέμα των αποκρατικοποιήσεων και το ερώτημα είναι αν αυτό θα προκαλέσει αντιδράσεις στο εσωτερικό της ή όχι.

Στην αναλυτική λίστα που υπέβαλε χθες στο Brussels Group το υπουργείο Οικονομικών, υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για τις ιδιωτικοποιήσεις, όπου επισημαίνεται ότι όσες ολοκληρώθηκαν δεν ακυρώνονται, όσες είναι σε εξέλιξη και είχαν παγώσει λόγω των εκλογών τώρα επαννεκινούν – ως τέτοιο παράδειγμα αναφέρεται ο ΟΛΠ- και ότι ο κάθε διαγωνισμός θα αντιμετωπίζεται κατά περίπτωση.

Ταυτόχρονα σκιαγραφείται το μοντέλο που προκρίνει για τις αποκρατικοποιήσεις η κυβέρνηση όπου το Δημόσιο «θα χρησιμοποιήσει όλα τα δυνατά νομικά εργαλεία προκειμένου να διατηρήσει σε κάθε επιχείρηση σημαντική μετοχική παρουσία».

Περιγράφεται δηλαδή ένα μοντέλο σαν εκείνο του ΟΤΕ παλαιότερα ή σαν αυτό του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος» όπου το Δημόσιο κατέχει το 55% των μετοχών, με το 45% να βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών που ασκούν παράλληλα και το μάνατζμεντ.

«Το Δημόσιο θα χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα νομικά εργαλεία προκειμένου να αποκτήσει μετοχική περιουσία στην προς ιδιωτικοποίηση επιχείρηση ώστε να συμβάλλει στη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος, και να διασφαλίσει μίνιμουμ επίπεδα τόσο επενδύσεων από τον επενδυτή, όσο και διασφάλισης εργασιακών δικαιωμάτων και ωφελημάτων για τις τοπικές κοινωνίες», αναφέρει χαρακτηριστικά το κείμενο που εστάλη στο Brussels Group.

Το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτό θα γίνει δεκτό από τους εταίρους, αφού όπως έχει γραφτεί συχνά είναι αμφίβολο αν στέκει νομικά να αλλάξουν οι όροι ενός εν εξελίξει διαγωνισμού, ο οποίος δεν προέβλεπε εξ αρχής μετοχική παρουσία του Δημοσίου.

Επίσης η νέα διατύπωση που περιλαμβάνεται στο κείμενο αναφέρει πως «όλες οι διαδικασίες που έχουν ξεκινήσει θα συνεχιστούν», αντί για τη φράση «στην περίπτωση που ο διαγωνισμός έχει προκηρυχθεί, η κυβέρνηση θα σεβαστεί τη διαδικασία, σύμφωνα με τη νομοθεσία», που περιελάμβανε η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου με το Eurogroup.

Επισημαίνεται επίσης ότι «τα ήδη υπογραφέντα συμβόλαια θα εξακολουθήσουν να ισχύουν», ότι οι ιδιωτικοποιήσεις που απομένει να γίνουν θα εκτιμηθούν «κατά περίπτωση» και ότι αναμένεται να αποφέρουν 1,5 δισ. μέσα στη χρονιά, κάτω από τα 2,2 δισ. που προέβλεπε η αρχική συμφωνία του προγράμματος βοήθειας.

«Σπάνια έχει αποτύχει ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων τόσο εντυπωσιακά» σημειώνει στο κείμενο του το υπ.Οικονομικών, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση θεωρεί τους στόχους που είχαν τεθεί ως μη ρεαλιστικούς, καθώς το ενδιαφέρον των επενδυτών ήταν χαμηλό, και ο ανταγωνισμός μεταξύ των διεκδικητών μικρός.

Θα κουρευτεί το 67% του ΟΛΠ;

Στο μέτωπο του ΟΛΠ, κυβερνητικά στελέχη άφηναν προ ημερών να εννοηθεί πως θα πουληθεί χαμηλότερο ποσοστό του 67,7% του μετοχικού του κεφαλαίου, και πως αυτό ενδεχομένως να είναι το 51%, προκειμένου να παραμείνει το Δημόσιο μεταξύ των μετόχων.

Λέγεται ότι το θέμα έχει τεθεί στη Cosco, που ως κόκκινη γραμμή θέτει το 51%, προκειμένου να διασφαλίσει έτσι τον έλεγχο της εταιρείας. Δεν είναι σαφές ωστόσο αν έχει τεθεί και στους άλλους υποψηφίους που έχουν επίσης προκριθεί στη 2η φάση του διαγωνισμού, και κυρίως η θυγατρική της ισχυρής δανέζικης Maersk, APM Terminals. Η ολλανδική APM είναι εκ των πιο «ζεστών» υποψηφίων με βάση τις μέχρι τώρα ενέργειές της ενώ στη δεύτερη φάση συμμετέχουν επίσης και η Ports America, η ICTS και η Utilico.

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές εξετάζονται επίσης αλλαγές στη σύμβαση παραχώρησης (master concession). Πρόκειται για τη σύμβαση με την οποία ο ιδιοκτήτης, δηλαδή το Δημόσιο, έχει παραχωρήσει το δικαίωμα λειτουργίας του λιμανιού του Πειραιά στον ΟΛΠ για διάστημα 50 ετών (μέχρι το 2055).

Αυτό ακριβώς το δικαίωμα, τη διαχείριση δηλαδή των λιμενικών υποδομών, θα αγοράσει ο προτιμητέος επενδυτής που θα επικρατήσει στο διαγωνισμό.

Το λιμάνι και οι υποδομές του θα συνεχίσουν να παραμένουν στην ιδιοκτησία του Δημοσίου, ακόμη και αν το δικαίωμα λειτουργίας του λιμανιού περάσει από τα χέρια του ΟΛΠ σε έναν ιδιώτη.

Μια αλλαγή που εξετάζεται είναι να αφαιρεθεί από τη σύμβαση παραχώρησης το σκέλος της ακτοπλοίας, και να επιστρέψει στο Δημόσιο. Ούτως ή άλλως κανείς σχεδόν από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό δεν ενδιαφέρονται για την ακτοπλοία, παρά για το εμπορευματικό κυρίως σκέλος του λιμανιού.