Σε μια πολιτική σκηνή που θυμίζει κινούμενη άμμο και στην οποία κυριαρχούν οι κραυγές και οι εκρήξεις λαϊκισμού, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος και ο Γιάννης Στουρνάρας προβάλλουν πλέον ως δύο σταθερές με ειδικό πολιτικό βάρος. Ακόμη κι αν διατυπώνονται ενστάσεις για την τακτική που ακολουθούν ή τη διαδρομή τους, είναι οι νέες θέσεις -στην Κομισιόν και στην Τράπεζα της Ελλάδος αντίστοιχα – που τους εξασφαλίζουν έναν ιδιαίτερο ρόλο, ανεξάρτητα από τις πολιτικές εξελίξεις.

Από τις Βρυξέλλες ο πρώτος και από την οδό Αμερικής ο δεύτερος, βρίσκονται στο ξεκίνημα μια θητείας που υπερβαίνει τον συνταγματικό κύκλο και της επόμενης κυβέρνησης – εάν η προσεχής άνοιξη φέρει κάλπες μαζί με τα χελιδόνια. Αυτά τα δεδομένα είναι προφανές ότι δεν αμφισβητούνται από την Κουμουνδούρου. Και υπαγόρευσαν στον Αλέξη Τσίπρα να ανοίξει έναν κύκλο κατ’ ιδίαν συναντήσεων με Αβραμόπουλο και Στουρνάρα προτού παρουσιάσει ένα μεταμνημονιακό σχέδιο που θα είναι πειστικό εντός συνόρων και συζητήσιμο από τους εταίρους.

Από τη θέση του κεντρικού τραπεζίτη ο Στουρνάρας καλείται εκ νέου να αποδείξει ότι μπορεί να ισορροπεί ανάμεσα στον ρόλο του τεχνοκράτη και του πολιτικού, ίσως με περισσότερη ευελιξία από εκείνην που έδειξε ως υπουργός Οικονομικών. Οπως ο ζογκλέρ που στέκεται κατά καιρούς στη συμβολή της οδού Αμερικής με την Πανεπιστημίου, πετώντας και πιάνοντας στον αέρα φλεγόμενες κορύνες, ο διοικητής της ΤτΕ είναι εγγυητής της τραπεζικής ασφάλειας και θεματοφύλακας μιας δημοσιονομικής πειθαρχίας και ισορροπίας σε δύσκολες στιγμές – διαφορετικά θα καεί κόσμος.

Στη βάση αυτήν, μια γραμμή συνεννόησης με την αντιπολίτευση κρίνεται απαραίτητη και προφανώς αυτήν θα επιδιώξει να εξασφαλίσει από σήμερα κιόλας.

Σε αντίθεση με τον Αβραμόπουλο, ωστόσο, για τον οποίο ουδέποτε διατυπώθηκαν επιφυλάξεις από την Κουμουνδούρου για τη μετακόμισή του στη Κομισιόν, ο Στουρνάρας πρέπει να υπερβεί και τις αντιπολιτευόμενες ενστάσεις για τη δική του μετακίνηση – αν εξακολουθούν να υπάρχουν. Υπό αυτή την έννοια, η σημερινή συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα θα μπορούσε να καταγραφεί ως ακόμη μία στροφή της Κουμουνδούρου προς τον ρεαλισμό. Με υπογραφή Στουρνάρα.