Ένα βασικό επιχείρημα του καπιταλισμού είναι ότι οι αγορές κεφαλαίου

διοχετεύουν αποτελεσματικά τις αποταμιεύσεις στις πιο προσοδοφόρες επενδύσεις.

Τηρουμένων των αναλογιών, ένα επιχείρημα του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι ότι

οι διεθνείς αγορές κεφαλαίου διοχετεύουν αποτελεσματικά τις αποταμιεύσεις από

όλα τα μέρη του κόσμου σε επενδυτικά προϊόντα σε όλα τα μέρη του κόσμου. Παρ’

όλ’ αυτά η απόδοση των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών δεν ήταν εντυπωσιακή

τα τελευταία χρόνια, καθώς παρουσίασε περιόδους ταχείας ανόδου, πτώσης καθώς

και μη ρεαλιστικές αποτιμήσεις μετοχών, ομολόγων και επίπεδα επιτοκίων.

Οι αγορές κεφαλαίου λειτουργούν αποτελεσματικά όταν οι επενδυτές κατανοούν τις

μελλοντικές ροές αποδόσεων εναλλακτικών επενδύσεων και στη συνέχεια

διοχετεύουν τις αποταμιεύσεις τους σε αυτές που εμφανίζουν τις καλύτερες

προοπτικές. Ο θρυλικός μεγαλοεπενδυτής Γουόρεν Μπάφετ μελέτησε πολύ προσεκτικά

τις μακροπρόθεσμες προοπτικές των εταιρειών και έκανε σε πολύ μεγάλο βαθμό

σωστές επενδυτικές επιλογές. Πολλοί άλλοι επενδυτές, ωστόσο, αντί να εξετάζουν

τις μακροπρόθεσμες προοπτικές, επιλέγουν τις βραχυπρόθεσμες επενδύσεις που

πιστεύουν ότι άλλοι επενδυτές θα τις θεωρήσουν ελκυστικές. Με λίγη τύχη

ορισμένοι επενδυτές που ακολουθούν αυτήν την τακτική μπορεί να κερδίσουν.

Ωστόσο, πολύ συχνά οι αγορές δημιουργούν ψευδαισθήσεις ή ακόμη και εξαπατούν.

Οι τελευταίες παρενέργειες

Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες τουλάχιστον τεσσάρων παρενεργειών στις

χρηματοπιστωτικές αγορές. Η πρώτη είναι ο πανικός, που παρατηρήθηκε με την

αποχώρηση των επενδυτών από την Ανατολική Ασία το 1997. Οι επενδυτές ξαφνικά

εγκατέλειψαν την περιοχή όχι επειδή κατέρρεε, αλλά επειδή οι άλλοι επενδυτές

έφευγαν. Όπως ακριβώς η αποχώρηση των θεατών από ένα στάδιο μεταβάλλεται σε

μαζική φυγή ενός πανικόβλητου όχλου, ο χρηματοπιστωτικός πανικός οδήγησε στην

αποτυχία πολλών αξιόλογων επενδύσεων όταν οι επενδυτές ζήτησαν πίσω τα

κεφάλαιά τους.

Η δεύτερη παρενέργεια είναι η δημιουργία μιας φούσκας, όπως αυτή που έπληξε

την Ιαπωνία στη δεκαετία του ’90 και αυτή που παρατηρήθηκε πέρυσι στις μετοχές

υψηλής τεχνολογίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια φούσκα ξεκινά με ορισμένα καλά

νέα για τα θεμελιώδη μεγέθη των επιχειρήσεων ή της οικονομίας (όπως η

βιομηχανική ισχύς της Ιαπωνίας στη δεκαετία του ’80 ή οι καινοτομίες του

Ίντερνετ στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90) που

μεγαλοποιούνται πέρα από κάθε όριο. Τα κεφάλαια συρρέουν στους συγκεκριμένους

τομείς και οι τιμές των επενδυτικών προϊόντων εκτοξεύονται. Οι επενδυτές που

τοποθετήθηκαν πρώτοι δημιουργούν περιουσίες μέσω της έλευσης άλλων επενδυτών.

Στο τέλος, αυτοί που τοποθετήθηκαν τελευταίοι αγοράζουν στις υψηλότερες τιμές

και στη συνέχεια παρακολουθούν την αξία των επενδύσεών τους να συρρικνώνεται

δραματικά.

Η τρίτη παρενέργεια είναι το moral hazard, δηλαδή η ανάληψη από τον επενδυτή

υπερβολικού επενδυτικού κινδύνου λόγω της βεβαιότητας ότι δεν θα χάσει τα

χρήματά του όταν παρουσιαστούν προβλήματα καθώς οι επενδύσεις θα καλυφθούν από

μια διεθνή Χρηματοπιστωτική Αρχή. Ακριβώς αυτό συμβαίνει σε ορισμένες

περιπτώσεις στις διεθνείς αγορές και συγκεκριμένα όταν οι επενδυτές είναι

αδιάφοροι για την απόδοση μιας επένδυσης επειδή προσδοκούν ότι αν κάτι πάει

στραβά, θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους από την κυβέρνηση ή το Διεθνές

Νομισματικό Ταμείο. Το 1998, οι επενδυτές τοποθέτησαν κεφάλαια στη Ρωσία όχι

λόγω της ισχύος αυτής της οικονομίας, αλλά λόγω της βεβαιότητας ότι η

Ουάσιγκτον θα τους αποζημιώσει. Πρόσφατα, οι επενδυτές τοποθετήθηκαν σε υψηλού

κινδύνου κρατικά ομόλογα της Αργεντινής (παρά τα αστρονομικά επιτόκια), με την

πεποίθηση ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα προσφέρει δάνεια έκτακτης

ανάγκης στην οικονομικά δοκιμαζόμενη Αργεντινή.

Το τέταρτο είδος παρενέργειας εκδηλώνεται όταν οι επενδυτές δεν έχουν τις

γνώσεις για να αξιολογούν τη μακροπρόθεσμη αξία μιας επενδυτικής τοποθέτησης,

όπως ενός νομίσματος. Οι συναλλαγματικές αξίες, για παράδειγμα, πολύ συχνά

επηρεάζονται από «άδειες» κυβερνητικές ανακοινώσεις όπως αυτή των Ηνωμένων

Πολιτειών περί «πολιτικής ισχυρού δολαρίου» ­ μια πολιτική η οποία δεν

υποστηρίζεται πραγματικά από τις αποφάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης ή της

κεντρικής αμερικανικής τράπεζας (Federal Reserve).

Οι αξίες των νομισμάτων

Η εμπειρία και η οικονομική θεωρία μάς λένε πολλά για τη μακροπρόθεσμη αξία

των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Γνωρίζουμε ότι οι αξίες των νομισμάτων τείνουν

μακροπρόθεσμα να προσαρμόζονται προκειμένου να επανακαθορίζουν τις σχετικές

τιμές διαφορετικών διεθνών αγορών. Για παράδειγμα, αν οι διεθνείς ροές

κεφαλαίων προς το αμερικανικό χρηματιστήριο ενισχύσουν το δολάριο και τα

αμερικανικά προϊόντα θα γίνουν πιο ακριβά σε σχέση με τα ευρωπαϊκά, το δολάριο

στη συνέχεια θα τείνει να υποχωρήσει προκειμένου να επαναφέρει τις αρχικές

σχετικές τιμές μεταξύ των δύο οικονομικών μπλοκ. Αν οι επενδυτές το θυμούνταν

αυτό, δεν θα έσπευδαν να τοποθετηθούν σε υψηλά επίπεδα στο δολάριο. Αντίθετα,

θα έτειναν να πωλούν αμερικανικά επενδυτικά προϊόντα και να τοποθετούνται σε

ευρωπαϊκά όποτε το δολάριο ανέβαινε σημαντικά σε σχέση με τη μακροπρόθεσμη

αξία του.

Για μερικά χρόνια, η εμπειρία έδειξε ότι το δολάριο είναι πιο ισχυρό σε σχέση

με το ευρώ. Επιπλέον, το γιεν είναι πιο ισχυρό σε σχέση με το δολάριο και το

ευρώ, ενισχύοντας τη συνεχιζόμενη στασιμότητα της ιαπωνικής οικονομίας. Η

πρόσφατη εξασθένηση του δολαρίου ήταν προβλέψιμη και αναμενόμενη για πολύν

καιρό. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη ισχύς του γιεν είναι ένα ανεξήγητο φαινόμενο. Με

την ιαπωνική οικονομία να βρίσκεται σε ύφεση, το γιεν θα έπρεπε να είναι

ασθενέστερο, πιο κοντά στα επίπεδα των 140 γιεν έναντι του δολαρίου και όχι

στα 120 όπου βρίσκεται σήμερα. Ωστόσο, τελευταία το γιεν ενισχύθηκε ακόμη

περισσότερο ακολουθώντας μια κατεύθυνση που είναι ανεξήγητη, με δεδομένες τις

συνθήκες που επικρατούν στην ιαπωνική οικονομία. Το απογοητευτικό είναι ότι

αυτές οι παρενέργειες έχουν εξαπλωθεί σημαντικά λόγω της έλλειψης

επαγγελματισμού στην επενδυτική τραπεζική και χρηματιστηριακή κοινότητα. Πάρα

πολλοί αυτοαποκαλούμενοι αναλυτές έχουν μηδενική εκπαίδευση στα οικονομικά και

στη χρηματοοικονομική επιστήμη και βασικά είναι περισσότεροι έμποροι και

λιγότερο πραγματικοί αναλυτές. Στον διεθνή οικονομικό Τύπο απολαμβάνουν

μεγαλύτερο βαθμό προσοχής σε σχέση με τις πραγματικές τους γνώσεις. Σε πολλές

περιπτώσεις οι επενδυτικές τους συμβουλές δεν αποτελούν λιγότερο προσπάθεια

εκμετάλλευσης των τάσεων των αγορών και περισσότερο προσπάθεια ικανοποίησης

των συμφερόντων των εταιρειών στις οποίες εργάζονται, οι οποίες επιδιώκουν να

πουλήσουν τις μετοχές των εταιρειών-πελατών τους.

Παρ’ όλ’ αυτά τα προβλήματα, η κατανομή των κεφαλαίων από τις αγορές είναι

ανώτερη αυτής που κάνουν οι κυβερνήσεις, οι οποίες πολύ συχνά συνθέτουν την

άγνοια με πολιτικούς παράγοντες.

Μέτρα στήριξης

Ωστόσο, δεν πρέπει να μένουμε απαθείς βλέποντας τα θύματα των αγορών. Πέντε

μέτρα θα βοηθούσαν σημαντικά:

­ Οι Εποπτικές Αρχές των χρηματοπιστωτικών αγορών θα πρέπει να επιβάλουν

αυστηρούς κανόνες για την πρόληψη της απάτης, όπως και της απότομης ανόδου ή

κατάρρευσης των τιμών των επενδυτικών προϊόντων, που δεν βασίζονται σε

πραγματικά δεδομένα.

­ Οι χρηματοπιστωτικοί μεσάζοντες, όπως οι τράπεζες, θα πρέπει να ελέγχονται,

προκειμένου να μην «τζογάρουν» με τα κεφάλαια των καταθετών τους.

­ Η χρηματοπιστωτική βιομηχανία πρέπει να υιοθετήσει αυστηρότερους κανόνες

λειτουργίας, προκειμένου να αποφευχθούν περιπτώσεις εξυπηρέτησης

αντικρουόμενων συμφερόντων στην παροχή επενδυτικών συμβουλών.

­ Η χρηματοπιστωτική βιομηχανία πρέπει να ενισχύσει την εκπαίδευση των

στελεχών της, προκειμένου οι αναλυτές να κατανοούν τα οικονομικά των αγορών

στις οποίες δραστηριοποιούνται.

­ Το πιο σημαντικό, οι κυβερνήσεις πρέπει να πάψουν να τρέφουν τα καπρίτσια

των βραχυπρόθεσμων επενδυτών και να επιβάλουν κανόνες που προάγουν περισσότερο

τις μακροπρόθεσμες επενδυτικές τοποθετήσεις και λιγότερο τις βραχυπρόθεσμες

ευμετάβλητες ροές κεφαλαίων.

*Ο Jeffrey Sachs είναι καθηγητής των Οικονομικών και διευθυντής του

Κέντρου Διεθνούς Ανάπτυξης στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Harvard.

Επιμέλεια διεθνών οικονομικών θεμάτων: Σπύρος Δημητρέλης