Αν σήμερα πασχίζουμε «να είμαστε πιο ψαγμένοι και υποψιασμένοι από τους άλλους», αυτό σε ένα βαθμό ισχύει και για τις περιοχές που επιλέγουμε να μείνουμε ή να βγούμε. Και πλάι στα μαζικά μέρη των προηγούμενων δεκαετιών (Εξάρχεια, Κολωνάκι, Γκάζι, Ψυρή), τα free press, οι real estate και το κάθε φορά hype επέβαλαν κυρίως μετά την ανοικοδόμηση λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων την «ανακάλυψη» συνοικιών που νοηματοδοτούνται ξανά από τα νέα ήθη και τις νέες συμπεριφορές.

Ετσι αν αρχικά, μετά ή τότε περίπου στο 2004, χαρτογραφήθηκαν και ανοικοδομήθηκαν περιοχές πέριξ του Γκαζιού όπως ο Κεραμεικός, σήμερα περιοχές που προστέθηκαν στον χάρτη της διασκέδασης ή της διαμονής είναι παλιές και γνώριμες συμβάλλοντας σε μια νέα μητροπολιτική συμπεριφορά.

Ενα τέτοιο δίπολο είναι το Παγκράτι και τα Πετράλωνα που έχουν τις δικές τους πιάτσες, αυτάρκεις όρους διασκέδασης και μια δόση εναλλακτικότητας που πάντα είναι το ζητούμενο, ίσως και ως παθογένεια του καιρού. Η επιστροφή ή η μετακόμιση βέβαια στις δύο εν λόγω αστικές παλιές γειτονιές είναι και πιο προφανείς από την διάθεση μιας μερίδας καλλιτεχνών να φτιάξουν το νέο τους κέντρο. Τα φτηνά ενοίκια για παράδειγμα ή οι καλές συγκοινωνίες ή ακόμη και η κρίση που ανάγκασε πολλούς νέους να επιστρέψουν στα πατρικά τους και να εκτιμήσουν εκ νέου τις παλιές τους γειτονιές.

Μωσαϊκό με πιάτσες

Μια τέτοια περίπτωση είναι το Παγκράτι. Η παλιά συνοικία των Αθηνών βέβαια δεν μπορεί να περιγραφεί ως ένα ομοιογενές τερέν για νέους μποέμ, καλλιτέχνες, νεόπτωχους (ναι, είναι ισχυρή η τάση παλιών κατοίκων του Κολωνακίου να μετακομίζουν εδώ αφού δεν άντεξαν τον πρότερο βίο). Το Παγκράτι μοιάζει περισσότερο με μια «πολυνησία», ένα μωσαϊκό με πιάτσες που την τελευταία διετία έβαλε ξανά στον χάρτη την παλιά αστική γειτονιά. Η Μάρκου Μουσούρου και η ευρύτερη περιοχή του Μετς, η ανερχόμενη οδός Αρχιμήδους (εδώ σε ένα αδιέξοδο μένει ο Νίκος Κούνδουρος) με την ιστορική ταβέρνα του Βυρίνη που έχει αναπαλαιωθεί ακολουθώντας τις επιταγές της «νεο-ταβέρνας», η Πλατεία Βαρνάβα και βέβαια η παλιά αθόρυβη Πλατεία Προσκόπων με τον αειθαλή Μαγεμένο Αυλό (στέκι του Μάνου Χατζιδάκι), το Αερόστατο και την παλιά ταβέρνα του Ηλία. Εδώ προσθέστε το τρίγωνο Αρριανού – Αρχελάου ενώ η άφιξη της νέας θεατρικής σκηνής Scrow του Βασίλη Μαυρογεωργίου υπήρξε ένας παραπάνω λόγος για να συρρεύσει εδώ και μερίδα καλλιτεχνών. Από την άλλη πλευρά, στη μεριά του Αγίου Σπυρίδωνος, ετοιμάζεται με πυρετώδεις ρυθμούς το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Γουλανδρή που θα είναι έτοιμο μέσα στο 2016. Ομως όχι, δεν θα πέσουμε στην παγίδα να μετατρέψουμε τούτο το σημείωμα σε οδηγό αγοράς ή εξόδου ή παρτιτούρα ονομάτων και διευθύνσεων. Εξάλλου, να αποτυπώσουμε θέλουμε μόνο την νέα urban πραγματικότητα και τη διάχυση των συμπεριφορών που έφερε πλάι στους παλιούς κλασικούς κατοίκους του Παγκρατίου και το πιο «εναλλακτικό» νεανικό κομμάτι.

Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Ενκε Φεζολάρι μετακόμισε πρόσφατα στο Αλσος Παγκρατίου. «Είναι πολύ βολικά εδώ. Εχω το Ciao δίπλα που λειτουργεί 24 ώρες και μπορώ να φάω τα γεμιστά κρουασάν του. Βγαίνω στην Αρχελάου, στην Πλατεία Προσκόπων, στην Πλατεία Βαρνάβα, στην Πλατεία Πλαστήρα και στο σουπερμάρκετ μπορείς να συναντήσεις από φρικιά μέχρι τη Φωτεινή Πιπιλή. Πλέον δεν πολυκατεβαίνω στο Κέντρο αφού εδώ υπάρχουν ωραία μπαράκια ενώ το νυχτερινό σουρεάλ τρόλεϊ 11 με ξενύχτηδες που ξεκινάει από Νέα Ελβετία και φτάνει μέχρι Λαμπρινή εξυπηρετεί κι εμένα» μας λέει ο νέος σκηνοθέτης που για χρόνια έμενε στα Πατήσια και τώρα χαρτογραφεί τη νέα του γειτονιά που διατηρεί φτηνά ενοίκια. «Θα δεις ακόμη τις γιαγιούλες που πίνουν τον ελληνικό τους, έχει έρθει όμως και πιτσιρικαρία, φοιτητές. Επίσης, το Παγκράτι κρατάει ακόμη κάποια πιο κυφά μέρη όπως η Πλατεία Μεσολογγίου ή τα γλυκά της Τούλας στην Ευτυχίδου ή τον περίφημο φούρνο Πνύκα στην Πρατίνου».

Αν πάντως θέλαμε να περιγράψουμε ακριβέστερα τον χαρακτήρα περιοχών σαν το Παγκράτι ή τα Πετράλωνα, θα μπορούσαμε να πούμε πως η παλιά ζωή συνυπάρχει με την αναπαράστασή της. Πλάι σε κανονικά παλιά καφενεία, για παράδειγμα, έχουν ξεφυτρώσει νέα καφενεία vintage. Και πλάι σε παλιές ταβέρνες σαν τον Καραβίτη (στο Παγκράτι πάντα) έχουν στηθεί νεότερες που χρησιμοποιούν τα παλιά υλικά ή το παλιό ντεκόρ σε νέα συσκευασία. Οχι, ο Λέντζος με τον θρυλικό φραπέ έκλεισε, στη θέση του έχουμε έναν φούρνο (σημείο των καιρών), τα νέα στέκια καφενεία-μεζεδοπωλεία είναι πολλά και ανακατεύονται με τα παλιότερα, ακόμη και με πιο θεματικά στέκια όπως το ναργιλέ-καφέ, εντευκτήριο των Αιγυπτίων με τίτλο Αλ Ταχρίρ (στην οδό Αρχελάου πάντα). Το Παγκράτι μοιάζει με καθρέφτη της εποχής μας, ανοιχτό, θορυβώδες, ανθρώπινο. «Είναι φασαριόζικη η πολυκατοικία μου, είναι όμως ανθρώπινη και η περιοχή μοιάζει να σε ωθεί να βγεις έξω», μου λέει φίλος μουσικός που μένει εδώ τρία χρόνια.

Το «χωριό» των Πετραλώνων

Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, τα Πετράλωνα μοιάζουν πιο περίκλειστα. Πιο γειτονιά. Πιο χωριό. «Μόλις περάσεις τη Γέφυρα του Πουλόπουλου επικρατεί μια άλλη αύρα. Είναι ήσυχα στα Πετράλωνα, δεν έχεις ακριβώς την αίσθηση πως σε κυνηγούν όπως σε άλλες περιοχές της Αθήνας» μας λέει ο επιθεωρησιογράφος και ηθοποιός Αγγελος Πυριόχος που μένει στα Πετράλωνα από το 1984. «Νομίζω πως είναι η τελευταία παραδοσιακή γειτονιά. Ξέρω παιδιά από την κούνια που σήμερα είναι παντρεμένα, ξέρουν οι γείτονες αν λείπεις και πότε γυρίζεις. Οταν ήρθα εδώ πριν από 30 χρόνια, με ρώταγαν όλοι: Πού πας; Τώρα έγινε μόδα, πάντως αλλιώς αντιμετωπίζεις έναν διάσημο στο Γκάζι κι αλλιώς τον αντιμετωπίζει η γειτονιά αν τον δει στη λαϊκή αγορά της Τρώων. Εχουν έρθει πάντως τα τελευταία χρόνια πολλοί νέοι» συμπληρώνει ο Πυριόχος, και φαίνεται πως παρά το γεγονός ότι τα Πετράλωνα έγιναν της μόδας – τα φτηνά ενοίκια και η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων κάτω από την Ακρόπολη έπαιξαν τον ρόλο τους.

Τώρα τα Πετράλωνα με άξονα την Τρώων, όπου επιβιώνει ενδόξως το σινεμά Ζέφυρος και λίγο πιο πάνω από την Πλατεία Μερκούρη με το γνωστό μπαρ της Βραζιλιάνας ή η Δημοφώντος με το μπαρ Κλουβί ή τη μουσική σκηνή Χαμάμ αποτελούν τη νέα μποέμικη γειτονιά της Αθήνας και οι χίπστερ ή νέοι καλλιτέχνες συνυπάρχουν με τους παλιούς αλήτες των Πετραλώνων που πια έχουν πενηνταρίσει ή εξηνταρίσει και συχνάζουν στα εναπομείναντα καφενεία της γειτονιάς. Ενας τέτοιος είναι ο Γιώργος Νάσιος, ιδιοκτήτης του θρυλικού μπαρ Μπάτμαν στον Νέο Κόσμο και γέννημα-θρέμμα Πετραλωνίτης. «Στη σκηνή στην ταινία «Συνοικία το όνειρο» ο κόσμος μαζεύεται μπροστά στον φούρνο του κυρ Χρήστου Ράπτη. Απέναντι, στην οδό Αιολέων, γεννήθηκα. Σήμερα σχεδόν δεν αναγνωρίζω τη γειτονιά, αλλά την αγαπώ πολύ. Για εμάς τους παλιούς δεν υπήρχε η ονομασία Ανω Πετράλωνα. Πετράλωνα σκέτο. Υπήρχαν πιο κάτω οι Τρεις Γέφυρες και το θερινό σινεμά του Φωστήρα.

Τα Κάτω Πετράλωνα ανοικοδομήθηκαν μετά το ’60 με τον Καραμανλή» μας λέει ο Γιώργος Νάσιος για τη γειτονιά που σήμερα μπορεί να αποτελεί το συχνό πεδίο των φωτογράφων, των free press, μπορεί να έχει γίνει η νέα περιοχή για έξοδο αλλά για χρόνια κρατούσε τους δικούς της κώδικες. Για παράδειγμα, από τους Ατταλιώτες που έφτιαξαν μετά το 1922 τη δική τους παραγκούπολη στο κοίλο του Φιλοπάππου και μέχρι τον σταθμό του Ηλεκτρικού ή και πιο κάτω την Αγία Αικατερίνη και τα πολλά κάποτε σιδεράδικα (αυτά είναι γεωγραφικά τα Πετράλωνα) υπήρχε διαχωρισμός ακόμη και στα σχολεία, αφού τα παιδιά των προσφύγων πήγαιναν στο 77ο ενώ οι «γηγενείς» στο 78ο. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ, αν και διατηρούνται θύλακοι της παλιάς ζωής ή στέκια (όπως το μπιστρό του Λουσιέν, η παλιά ταβέρνα του Οικονόμου ή το Ασχημόπαπο).

Η Τρώων για παράδειγμα, που σήμερα σφύζει από ζωή, ήταν η πρώτη οδός που ασφαλτοστρώθηκε στα Πετράλωνα. «Εδώ θυμάμαι πάντα την τεχνική σχολή του Μέγα Βασιλείου, το κατηχητικό που πηγαίναμε για να παίξουμε χάντμπολ και βέβαια το σινεμά του Ζέφυρου. Πιο δίπλα ήταν το σινεμά Αννα και η μάντρα του καραγκιοζοπαίκτη κυρ Βασίλη» θυμάται ο Γιώργος Νάσιος, που πάντως συμπληρώνει πως τότε, αν εξαιρέσεις κάποια καφενεία για ούζο όπως του Βίλη στην Πλατεία Μερκούρη ή την ταβέρνα του Καλή στην Καλλισθένους, για νυχτερινή έξοδο η γενιά του επέλεγε την Πλάκα. Σήμερα η Τρώων έχει γεμίσει τσιπουράδικα, μεζεδοπωλεία και η γύρω περιοχή αποτελεί τη νέα εκδοχή μαζικής διασκέδασης μέχρι η νέα τάση να επινοήσει το νέο hype σε μια σισύφεια διαδικασία.

Οι «απέναντι»

Δύο κάτοικοι μιλούν για τη γειτονιά τους

«Ανοίγουν συνέχεια μαγαζιά»

«Εδώ στη γωνία Αρχελάου που είμαι εγώ συνέχεια ανοίγουν μαγαζιά. Δεν ξέρω με τι κουράγιο θα δουλέψουν, αλλά μπράβο τους. Ακριβώς σ’ αυτό το σημείο βέβαια έχει κόσμο, δουλεύουμε πιο πολύ τα μεσάνυχτα. Εγώ έχω πιο πολύ περαστικούς πελάτες εδώ και χρόνια. Υπάρχει ένα μίνι μάρκετ πίσω από το άλσος, οι οικογένειες πάνε εκεί. Αλλά τους περαστικούς πελάτες τους έχω κρατήσει και με έχουν κρατήσει. Το δούλευα με τον γιο μου, αλλά τα παιδιά λόγω ανεργίας έφυγαν στο εξωτερικό και μείναμε με τον σύζυγό μου. Για να πω την αλήθεια, αν κάποτε έπαιρνε κάποιος τσίχλες τώρα παίρνει μια τσίχλα του δεκάλεπτου. Μέχρι και τσιγάρα χύμα μας ζητάνε, άσχετο αν δεν μας επιτρέπεται να πουλήσουμε. Εργαζόμαστε από το πρωί ώς τις 3 τα μεσάνυχτα».

Ελεονώρα, ιδιοκτήτρια περιπτέρου, Παγκράτι

«Ερχονται νέοι από άλλες περιοχές»

«Την οικογενειακή επιχείρηση την έχουμε εδώ και 14 χρόνια. Εδώ στην Τρώων ανοίγουν συνέχεια μαγαζιά. Πριν από μερικά χρόνια εδώ δεν υπήρχε τίποτα, μόνο το τσιπουράδικο του Αποστόλη. Τώρα έχει γίνει σχεδόν πεζόδρομος η Τρώων. Και η δική μου δουλειά, η οικογενειακή επιχείρηση που έχουμε εδώ και 14 χρόνια, έχει ανέβει. Τα τελευταία χρόνια έχω παρατηρήσει στα Πετράλωνα και μια μείωση εγκληματικότητας. Πιο παλιά είχαμε διάφορα κρούσματα – δυο φορές είχαν προσπαθήσει να ανοίξουν νύχτα το μαγαζί. Τώρα είναι και η κρεπερί απέναντι, μένουμε ώς τις 5-6 η ώρα το πρωί και υπάρχει περισσότερη ασφάλεια. Ο κόσμος που έρχεται εδώ είναι περισσότερο νέοι. Παλιότερα έβλεπες κυρίως κόσμο της γειτονιάς. Τώρα έρχονται και από άλλα μέρη, νέα παιδιά 20, 30, 35 χρόνων».

Τάκης, ψιλικατζίδικο, Πετράλωνα