Ισως να έχει σχέση με την ακατάβλητη ζωτικότητα της ελληνικής φυλής το γεγονός πως αν προσθέσουμε στην ηλικία του φιλόσοφου, ιστορικού και ακαδημαϊκού Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου (101 χρόνων) την ηλικία του μέγιστου φιλόλογου Εμμ. Κριαρά (108 χρόνων) , έχουμε ως άθροισμα τον αριθμό 209. Δηλαδή πηγαίνοντας προς τα πίσω φτάνουμε στα 1805, 16 χρόνια πριν από την έναρξη της Επανάστασης του 1821. Θα μπορούσε να είναι το ίδιο πρόσωπο που έφτασε ώς τις μέρες μας, φτάνει να συλλογιστούμε πως η επιστήμη της Ιστορίας και η Τέχνη δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αποκαθιστούν τη συνέχεια που διακόπτει ο θάνατος. Πράγμα που σημαίνει ότι ο καθένας μας, ενταγμένος μέσα σε ένα σύνολο, μετράει πολύ περισσότερο από ό,τι ως μονάδα, αφού τόσο η Ιστορία όσο και η Τέχνη διαχειρίζονται σύνολα. Αλλά το ακόμη πιο συγκινητικό στη σημερινή συνάντηση του Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου με τον καθηγητή της Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρη Λινό είναι κάτι άλλο: το παράδειγμα ώριμων ηλικιακά ανθρώπων να θαυμάζουν ακόμα ωριμότερους (ηλικιακά πάντα) μόνο στον χώρο της υψηλής διδαχής και της υψηλής μαθητείας θα το συναντήσει κανείς. Στους άλλους χώρους οι διαφορετικές ηλικίες αλληλοϋποβλέπονται, ενώ οι ώριμες αισθάνονται τις νεότερες να τις σπρώχνουν στην έξοδο από τη ζωή. Ιδεώδης λοιπόν δάσκαλος ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος αλλά και ιδεώδης μαθητής ο Δημήτρης Λινός.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ: Κύριε Δεσποτόπουλε, πώς αισθάνεστε όταν ένας επιστήµονας και µάλιστα γιατρός, µε το κύρος του Δηµήτρη Λινού, σας θεωρεί πνευµατικά δάσκαλό του;

Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος: Συνηθίζω να διατηρώ ανευαισθησία σε περιπτώσεις που υπάρχει ένα πρόβλημα ανάλογης μορφής. Προτιμώ να ρωτήσετε τον κύριο Λινό πώς αισθάνεται τόσο για τη μαθητεία του κοντά μου όσο και για τη φιλία μας, που παραμένει πάντοτε ακμαία. Δεν αποκλείεται να έχει συμβάλει για τη δημιουργία της φιλίας αυτής η έντονη μνήμη της κοινής μας καταγωγής από την «καλλίστη πασών». Αν και θεωρώ ότι πηγή της φιλίας είναι ο καλός χαρακτήρας εκατέρωθεν.

Θ.Ν.: Κύριε Λινέ, τι σηµαίνει για έναν επιστήµονα στην Ελλάδα του 2014 να συζητάει ισότιµα, αν και µαθητής του, µε τον φιλόσοφο Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο, ένα πρόσωπο που αν και θα το χαρακτηρίζαµε ιστορικό, δεν είναι µόνο εν ζωή, αλλά σε πλήρη δραστηριότητα και δηµιουργία;

Δηµήτρης Λινός: Κατ’ αρχάς θεωρώ υπερβολή –για να μην το χαρακτηρίσω θράσος –το να κάθομαι και να συζητώ μαζί με τον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο δημοσίως. Ωστόσο, η πολύχρονη προσωπική γνώση της βαθύτατης ταπεινότητας αυτού του ανθρώπου, που όλη η Ελλάδα και όλος ο πεπαιδευμένος κόσμος σέβονται πραγματικά, μου δίνει ένα ελάχιστο δικαίωμα να σταθώ δίπλα του ως το δεύτερο πρόσωπο ενός διαλόγου που σκοπό έχει να αναδείξει κάποιες ταλαιπωρημένες έννοιες, όπως αυτές της μαθητείας και της διδαχής. Θεωρώ τον εαυτό μου σήμερα εδώ ως απλό συμπαίκτη όχι μόνο ενός σοφού ανθρώπου, αλλά ενός αγίου σύμφωνα με τη χριστιανική φιλοσοφία, που εξαίρει την ταπεινότητα ως την κυριότερη από τις αρετές.

Κ.Δ.: Μετά τον καταιονισμό των εγκωμίων που μου επιδαψίλευσε η γενναιοδωρία του κυρίου Λινού, χρειάζεται να μιλήσω. Να επιβεβαιώσω τα περί σεμνότητος και να τα αποδώσω εξ ολοκλήρου στους γονείς μου. Μολονότι από τα μικρά μου χρόνια είχα διακριθεί στο Κιουπετζόγλειο Δημοτικό Σχολείο Σμύρνης –είχε πάρει το όνομά του από έναν εύπορο Σμυρναίο που έδωσε τα χρήματα και έγινε ένα θαυμάσιο, και ως κτίριο και ως κήπος, οικοδόμημα -, ταυτοχρόνως είχα μάθει να ζω και να ασκώ την ταπεινοφροσύνη. Αν και ο δάσκαλός μου με χαρακτήριζε για τη μνήμη μου ως «πλάκα του φωνογράφου», θεωρούσα ίσους όλους τους συμμαθητές μου, ακόμη και τους ελαχίστους. Δεν άλλαξε ο χαρακτήρας μου ούτε όταν ο εξαίρετος γυμνασιάρχης του 1ου Γυμνασίου Αθηνών Παύλος Βαλάκης δήλωσε: «Είμαι υπερήφανος διότι επί της γυμνασιαρχίας μου το αυστηρό 1ο Γυμνάσιο έδωσε για δεύτερη φορά απολυτήριο με ακέραιο Aριστα. Η πρώτη φορά ήταν με τον Χαρίλαο Τρικούπη. Η δεύτερη είναι με τον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο».

Δ.Λ.: Παρά το γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος γνωρίζει όχι μόνο την αξία του, όχι μόνο το τι έχει προσφέρει στον χώρο του, σε όλα τα επίπεδα, διατηρεί μια διακριτικότητα ακόμη και σε σχέση με ανθρώπους που συμβαίνει να εκφράζονται εχθρικά για τον ίδιο. Για την ακρίβεια, όχι για τον ίδιο αλλά γι’ αυτά που πιστεύει. Παραδείγματος χάριν, για εκείνους τους θρασείς που είπαν ότι την καταστροφή της Σμύρνης και την πυρκαγιά τις είχαν προκαλέσει οι ίδιοι οι Ελληνες. Ή ότι ήταν οχλαγωγία και συνωστισμός αυτό που σημειώθηκε στην παραλία της Σμύρνης. Κράτησε απέναντί τους μια αυστηρότητα επιστημονική βέβαια, αλλά απέφυγε να τους καταγγείλει προσωπικά ή να τους κρεμάσει στα μανταλάκια, όπως λένε οι δημοσιογράφοι. Οταν μίλησε γι’ αυτούς, χρησιμοποίησε μόνο τα αρχικά τους. Σέβεται τους ανθρώπους χωρίς να κάνει ένα χιλιοστό πίσω στις αρχές του, οι οποίες είναι ξεκάθαρες, καταλυτικές θα έλεγα. Πρόκειται κυριολεκτικά για έναν ασυμβίβαστο άνθρωπο που όμως αγαπάει και αγκαλιάζει τον εχθρό του. Γι’ αυτό τον ονόμασα άγιο σύμφωνα με τη χριστιανική φιλοσοφία.

Κ.Δ.: Είμαι υποχρεωμένος, επειδή ο κύριος Λινός μίλησε για «συγγνώμη», να θυμηθώ τη συχωρεμένη φίλη μου Αργίνη, τη θεία του σημερινού Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, που όταν μου έδωσε το λεύκωμά της για να γράψω κάτι, σημείωσα «ευγνωμονικός και για τα ελάχιστα, συγγνωμονικός και για τα μέγιστα». Κατά τα άλλα, αν αποτιμήσω ο ίδιος τη ζωή μου, θα έλεγα ότι πρώτον συνέβαλα με παρεμβάσεις μου να σωθεί η ζωή ανθρώπων που είχαν καταδικαστεί εις θάνατον. Δεύτερον, να εξασφαλίσω κάποια εργασία σε ανθρώπους που είχαν μεγάλη ανάγκη και, τέλος, ότι ετήρησα από παιδάκι αλληλεγγύη με τους παρεκτρεπόμενους. Να σας εξομολογηθώ κάτι: όταν ως αθλητής στο gυμνάσιο ερχόμουν πρώτος, ένιωθα τύψεις γιατί πίκραινα όσους ερχόντουσαν δεύτεροι και τρίτοι. Ηταν ο λόγος που με έκανε πολύ αργότερα να κάνω κριτική σε έναν στίχο του Ομήρου, ο οποίος εννοεί ως κάτι φυσικό τη δυστυχία των μη αριστευόντων. Από ‘κεί και πέρα ευτύχησα ή δυστύχησα να συνυφανθεί η ζωή μου με τις περιπέτειες του έθνους. Οι πρώτες μου αναμνήσεις συνδέονται με τον βομβαρδισμό της Σμύρνης. Η φοβερή εκείνη δοκιμασία των δέκα ημερών, με τις ελληνικές συνοικίες της Σμύρνης να καίγονται –και την αρμένικη επίσης -, όχι όμως τη λεβαντίνικη, όχι την εβραϊκή, όχι την τούρκικη συνοικία. Αν και οι Τούρκοι είχαν μπει Σάββατο στη Σμύρνη, η φωτιά ξέσπασε την Τετάρτη, όταν ο άνεμος ήταν νότιος και δεν κινδύνευε η τουρκική συνοικία. Επί δέκα ημέρες καίγονταν μαζί με τα σπίτια και τα μαγαζιά και ήταν ένα δράμα προκειμένου να βρει κανείς τη στοιχειώδη έστω διατροφή –αφού είχαν καεί και οι φούρνοι.

Θ.Ν.: Κύριε Λινέ, κατά πόσο την επιστηµονική ιδιότητα µπορεί να την κάνει ακόµα πιο αποτελεσµατική η καλλιτεχνική καλλιέργεια;

Δ.Λ.: Κατ’ αρχάς ένας γιατρός οφείλει να είναι καλά εκπαιδευμένος. Οπως ακριβώς ο κύριος Δεσποτόπουλος που ήταν άριστος στο gυμνάσιο, άριστος στο πανεπιστήμιο, άριστος στο διδακτορικό του. Δεν μπορείς να γίνεις καλός γιατρός αν δεν είσαι άριστος κατά την εκπαίδευσή σου. Αφού εξασφαλίσεις λοιπόν τα αριστεία της εγκύκλιας γνώσης –η οποία άλλωστε αλλάζει διαρκώς -, οφείλεις ταυτόχρονα με την εξασφάλιση των αριστείων να καλλιεργείς και τις άλλες σου αρετές. Η τέχνη ειδικότερα είναι ένα εργαλείο που καλλιεργεί και εσένα τον ίδιο ως γιατρό και τη σχέση σου με τους άλλους. Αν υστερείς σε αυτού του είδους την καλλιέργεια, η σχέση με τους άλλους θα είναι λειψή. Σε έναν χώρο μάλιστα που η επαφή δεν είναι μόνο καθημερινή, αλλά δεν μπορεί να εννοηθεί παρά σε απόλυτο βαθμό καθώς πρόκειται για μια συγκεκριμένη σχέση –όπως είναι αυτή με τον ασθενή –που περιλαμβάνει το σώμα, την ψυχή και τη διάνοια. Η ιατρική και η τέχνη είναι κοινές γλώσσες όλου του κόσμου, επομένως δεν μπορεί να περιορίζεται κανείς στον μικρό του χώρο. Αν η αριστεία χωρίς κανέναν συμβιβασμό του κυρίου Δεσποτόπουλου φαίνεται λίγο υπερβολική στις ημέρες μας, είναι ακριβώς γιατί φτάσαμε να θεωρούμε φυσικό καθηγητές πανεπιστημίων –για να μην αναφέρω και άλλους πνευματικούς ταγούς –να έχουν αναρριχηθεί στη θέση αυτή χωρίς να έχουν καταβάλει την κόπωση που απαιτείται. Το θέμα της αριστείας θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικό προκειμένου να γίνει κανείς καθηγητής και να μην αναγορεύεται ως τέτοιος χάρη σε συνδικαλιστικούς, συγγενικούς ή οποιουσδήποτε άλλους λόγους.

Κ.Δ.: Διστάζω να σχολιάσω αυτά που λέει ο κύριος Λινός γιατί δεν αφορούν εμένα που σας μιλάω τώρα, αλλά αφορούν τον εξιδανικευμένο Δεσποτόπουλο. Αυτός είναι ο Δεσποτόπουλος στις μεγάλες του στιγμές. Αλλά όπως όλοι οι θνητοί έχουμε την καθημερινότητά μας, που αν την απομονώσεις θα διαψεύσει όσα είπε ο κύριος Λινός. Αν όμως, σώνει και καλά, με κάτι θα πίστωνα τον εαυτό μου, είναι ότι αν και ήμουν πάντα υπέρ της αυστηρής τηρήσεως του κανονισμού στο πανεπιστήμιο, όταν επρόκειτο για μια εξαιρετική περίπτωση περιφρονούσα τη γραφειοκρατία. Οταν δέχτηκα να αναλάβω το υπουργείο Παιδείας επί της υπηρεσιακής κυβερνήσεως Γρίβα, το έκανα αφενός μεν γιατί με προτείνανε τρεις εξαίρετοι Ελληνες, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Χαρίλαος Φλωράκης. Αφετέρου γιατί δεν θα υπήρχε αντιπολίτευση ώστε να υπονομεύει το έργο μου. Οι φοιτητές όμως, που είχανε καλομάθει με τη συμπεριφορά τους εναντίον της χούντας, φαντάζονταν ότι με τον ίδιο τρόπο μπορούσαν να συμπεριφερθούν και στις νόμιμες κυβερνήσεις. Οφειλα λοιπόν να ειρηνεύσω ένα ταραγμένο πανεπιστήμιο. Οταν αποφάσισα να πάω στην πρώτη συνέλευσή τους, όπου δεν τόλμησε να πάει ο πρύτανης, μου είπαν «μην πας, θα σε λιντσάρουν». Οχι μόνο δεν με λιντσάρανε, αντιθέτως με χειροκροτήσανε. Τους εξέφρασα την αλληλεγγύη μου και φρόντισα να κατευθύνω τη δράση της σχολής σε σχέση με τα εξωδιδακτικά με ένα πνεύμα μετριοπάθειας. Κατήργησα από τον προϋπολογισμό δαπάνες πολυτελείας, δαπάνες δηλαδή για δεξιώσεις και τα συναφή, και τις μετέφερα στο ταμείο άπορων φοιτητών.

Θ.Ν.: Σε ποιον βαθµό, κύριε Λινέ, ο παράγων «ψυχή» συµβάλλει στην καλή υγεία ενός ανθρώπου;

Δ.Λ.: Μεταξύ μας, οι πιο πολλές ασθένειες είναι γενικότερης φύσεως, όχι δηλαδή υποχρεωτικά βιολογικές. Η επίδραση της ψυχής και του πνεύματος, της προσωπικότητας γενικότερα, ενός ασθενούς σαφώς επιβαρύνει ή βελτιώνει την κατάσταση της υγείας του. Επομένως ο γιατρός χρειάζεται να έχει όχι μόνο τη γνώση αλλά και την εμπειρία και μια ιδιαίτερη ευρύτητα για να γίνεται ουσιαστικά βοηθητικός. Γι’ αυτό θεωρώ τον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο υποδειγματικό, γιατί φροντίζει πάντα τον συγκεκριμένο «ασθενή». Βάζω τη λέξη ασθενής μέσα σε εισαγωγικά γιατί όποτε μου μίλησε ήταν πάντα για να βοηθήσει τον συγκεκριμένο κύριο ή την κυρία τάδε. Δεν είναι ο θεωρητικός που μιλά για όλον τον κόσμο, δεν είναι ο άνθρωπος της γενικότητας, είναι ο άνθρωπος που αγαπάει τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Συμπεραίνοντας θα έλεγα ότι χρειάζεται όλοι μας να ξεχάσουμε το «εγώ» μας, τα προβλήματά μας, τις υπεροψίες μας και να φροντίσουμε τον συνάνθρωπό μας. Ετσι μόνο δεν συμβιβάζεται κανείς με τον ψευδεπίγραφο ισχύοντα καθωσπρεπισμό και δεν συμμαχεί με τον ισχυρό της ημέρας, είτε λέγεται Πρωθυπουργός είτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας είτε τρόικα. Ετσι δεν είσαι μόνο ο άνθρωπος του παρελθόντος αλλά και του παρόντος και του μέλλοντος.

Θ.Ν.: Ποιο είναι το σηµαντικότερο στοιχείο κατά τον χρόνο της διδασκαλίας και της επαφής µε τον νέο άνθρωπο;

Δ.Λ.: Οταν έχουμε τους δασκάλους της αρχαίας Ελλάδας όπως μας τους δίδαξε ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, θα ήταν ασέβεια για τον οποιονδήποτε σημερινό Ελληνα να μιλήσει περί διδαχής.

Κ.Δ.: Η εμπειρία μου είναι να κατορθώσω να έχω την εμπιστοσύνη του ακροατηρίου για να ξυπνήσω το ενδιαφέρον του ώστε να έχει μια εσώψυχη διάθεση για τη διδασκαλία. Η διδαχή είναι ορθή περιαγωγή της ψυχής, όπως λέει ο Πλάτων. Δηλαδή ο συνομιλητής σου είναι άνθρωπος, άρα έχει τη δυνατότητα να μάθει, να σκεφτεί, να δημιουργήσει νέες ιδέες. Η παιδεία χρειάζεται να είναι ενεργός και από την πλευρά του εκπαιδευόμενου, όχι μόνο του δασκάλου.