Την Πέμπτη το πρωί στις 29 Μαρτίου ο Ρενουάν Μπακάλι είχε μόλις φτάσει στην επιχείρησή του στη βιομηχανική περιοχή γύρω από την TT Melissaweg, κοντά στο ναυπηγείο NDSM στη βόρεια πλευρά του Αμστερνταμ. Λίγο αργότερα έπεσε νεκρός. Πυροβολήθηκε στο κεφάλι σε κοντινή απόσταση από άτομο που εμφανίστηκε ότι ανταποκρινόταν σε δημοσιευμένη αγγελία αναζήτησης υπαλλήλου στην εταιρεία του 41χρονου Μπακάλι. Το θύμα ήταν αδελφός τού 30χρονου Ναμπίλ, ο οποίος μόλις τέσσερις μέρες νωρίτερα είχε χαρακτηριστεί βασικός μάρτυρας για την εξιχνίαση ορισμένων από τις δεκάδες δολοφονίες στον βίαιο ναρκοπόλεμο που έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε συμμορίες του υποκόσμου στην ολλανδική πρωτεύουσα.

Στην καρδιά του κύματος δολοφονιών βρίσκεται το εμπόριο κοκαΐνης. Ο Ναμπίλ είχε πληροφορίες για δύο πρόσωπα-κλειδιά στον πόλεμο ανάμεσα σε συμμορίες για τον έλεγχο της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, που μαίνεται εδώ και έξι χρόνια και μετρά ήδη πάνω από τριάντα θύματα και τουλάχιστον εννέα «κατά λάθος» εκτελέσεις.

Κατά την ολλανδική αστυνομία ο τζίρος της κοκαΐνης και των ναρκωτικών στο Αμστερνταμ ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ την εβδομάδα. Ορισμένες φατρίες διακινητών βγάζουν πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ την εβδομάδα, σύμφωνα με σχετική έκθεση. Πρόκειται για μια παράλληλη οικονομία στην οποία δεν εμπλέκονται πλέον μόνο «επαγγελματίες». Το εύκολο κέρδος, σε μια χώρα γνωστή για την ανεκτικότητά της, όπου η χρήση ορισμένων «μαλακών» ναρκωτικών ουσιών είναι νόμιμη, ασκεί μεγάλη απήχηση σε μια αυξανόμενη ομάδα νέων, οι οποίοι αναρριχώνται, μάλιστα, γρήγορα στην κορυφή της ιεραρχίας των εγκληματικών συμμοριών.

«Αυτά τα νεαρά αγόρια δεν έχουν ποτέ συλληφθεί. Παλαιότερα ξεκινούσαν με διαρρήξεις, έπειτα προχωρούσαν σε κάποια ληστεία και στη συνέχεια ασχολούνταν με τα ναρκωτικά. Η εγκληματική σταδιοδρομία τους ακολουθεί μία εντελώς διαφορετική γραμμή. Χρησιμοποιούνται ως πιτσαδόροι ή ως οδηγοί ταξί για να διακινούν κοκαΐνη ή πωλούν πλαστή ντόπα στους τουρίστες. Την επόμενη στιγμή θα σκοτώσουν κάποιον». Η αποκαλυπτική περιγραφή ανήκει στον αρχηγό της αστυνομίας του Αμστερνταμ Πίτερ-Γαπ Αλμπερσμπεργκ.

Στο σύστημα αποχέτευσης του Αμστερνταμ υπάρχουν ίχνη από τη χρήση τουλάχιστον τεσσάρων κιλών κοκαΐνης καθημερινά, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 40.000 φακελάκια προς πώληση. Σύμφωνα με τη Europol, οι Ευρωπαίοι ξοδεύουν μεταξύ 21 και 31 δισ. ευρώ ετησίως για την κατανάλωση ναρκωτικών. Η Ολλανδία διά μέσου κυρίως του λιμανιού του Ρότερνταμ αποτελεί κομβικό σημείο για τους διακινητές ναρκωτικών. Κάθε χρόνο κατάσχονται γύρω στους 10 τόνους κοκαΐνης στο λιμάνι του Ρότερνταμ και ακόμη περισσότεροι στην Αμβέρσα, που χρησιμοποιείται επίσης από ολλανδικά κυκλώματα ναρκωτικών.

Κατά τον πρόεδρο της ένωσης ολλανδών αστυνομικών Γιαν Στράους, πριν από μία δεκαετία η ανάθεση δολοφονίας κόστιζε 50.000 ευρώ και ο εκτελεστής ήταν ενήλικος και επαγγελματίας. Σήμερα το κόστος έχει μειωθεί στα 5.000 ευρώ και οι δράστες είναι νέοι, πολλές φορές ανήλικοι, οι οποίοι ξεφεύγουν από τα ραντάρ της αστυνομίας και παραμένουν «αόρατοι» για μεγάλο διάστημα.

Ο ναρκοπόλεμος ξεκίνησε το 2012 από την Αμβέρσα, όταν κλάπηκε εμπόρευμα 200 κιλών κοκαΐνης. Αντιμέτωπες βρέθηκαν δύο φατρίες, η μία από τις Αντίλλες και η άλλη από το Μαρόκο. Σήμερα, οι φατρίες δεν δομούνται πλέον με βάση την καταγωγή τους και τα μέλη τους περνούν από τη μία πλευρά στην άλλη με στόχο να βγάλουν εύκολα και γρήγορα χρήματα. Οι ρίζες των μελών τους προέρχονται από διάφορες περιοχές: την Ολλανδία, τις Αντίλλες, το Σουρινάμ, την Τουρκία, το Μαρόκο, και ολοένα και περισσότεροι προέρχονται από την Αλβανία. Οι συναλλαγές γίνονται σε υπόγεια γκαράζ στο Αμστερνταμ, αλλά αυτό που τρομάζει περισσότερο είναι ότι γίνονται πλέον και σε πολυσύχναστους δρόμους σε ώρες αιχμής. Σε πρόσφατη έκθεσή της η αστυνομία ονόμασε την Ολλανδία «ναρκοχώρα».