Η πρόσφατη κλιμάκωση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν στη Μέση Ανατολή – γνωστή ως «πόλεμος των 12 ημερών» – έχει προκαλέσει έντονους κραδασμούς στις διεθνείς αγορές. Αν και η σύγκρουση ήταν γεωγραφικά περιορισμένη, οι οικονομικές της επιπτώσεις έχουν παγκόσμια εμβέλεια, επηρεάζοντας το διεθνές εμπόριο, τις αγορές ενέργειας, την επενδυτική εμπιστοσύνη και τη γενικότερη οικονομική σταθερότητα.
Η Μέση Ανατολή παραμένει κρίσιμος κόμβος για την παγκόσμια ενεργειακή αλυσίδα, ιδιαίτερα για την προμήθεια της παγκόσμιας οικονομίας σε αργό πετρέλαιο και υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG).
Η αναζωπύρωση των συγκρούσεων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, με εμπλοκή και των ΗΠΑ, έχει αυξήσει τις ανησυχίες για την ασφάλεια των ναυτιλιακών διαδρόμων, ιδιαίτερα στα Στενά του Ορμούζ.
Περίπου το 20% της παγκόσμιας διακίνησης πετρελαίου διέρχεται από εκεί. Οποιαδήποτε απειλή αυξάνει άμεσα τις τιμές του πετρελαίου, όπως φάνηκε με την αύξηση του Brent πάνω από τα 95 δολάρια ανά βαρέλι.
Η άνοδος στις τιμές των καυσίμων αυξάνει το κόστος παραγωγής και των μεταφορών ενισχύοντας πληθωριστικές πιέσεις.
Οι κεντρικές τράπεζες, ήδη επιφυλακτικές μετά την πανδημία και την κρίση πληθωρισμού του 2022, ενδέχεται να διατηρήσουν ή να επαναφέρουν αυστηρές νομισματικές πολιτικές, περιορίζοντας την παγκόσμια ανάπτυξη. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προειδοποιεί ότι η συνέχιση των συγκρούσεων θα μπορούσε να μειώσει την παγκόσμια ανάπτυξη κατά 0,3 – 0,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η ευρωπαϊκή οικονομία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε ενεργειακά σοκ.
Παρά τις προσπάθειες απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο μετά την εισβολή στην Ουκρανία, πολλές ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζουν να εξαρτώνται από τη Μέση Ανατολή. Μια παρατεταμένη κρίση θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα άνοδο των τιμών και περαιτέρω επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής, κυρίως στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Γαλλία.
Επιπλέον, η επενδυτική εμπιστοσύνη στην Ευρώπη είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στις γεωπολιτικές εντάσεις.
Τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια καταγράφουν ήδη μεταβλητότητα, ενώ το ευρώ υποχωρεί έναντι του δολαρίου λόγω στροφής σε «ασφαλή καταφύγια». Σε περίπτωση κλιμάκωσης, ενδέχεται να υπάρξουν και νέες προσφυγικές ροές, επιβαρύνοντας δημοσιονομικά τα κράτη-μέλη και ενισχύοντας τις πολιτικές εντάσεις εντός της ΕΕ.
Η Ελλάδα, ως μικρή ανοικτή οικονομία με υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές (ιδίως ενέργειας), είναι επίσης ευάλωτη. Ενδεχόμενη αύξηση στις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, απειλώντας την πρόσφατη αποκλιμάκωση.
Οι τομείς των μεταφορών και της ναυτιλίας, βασικοί πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, πλήττονται ιδιαίτερα από μια ενεργειακή κρίση και κινδύνους σε διαδρομές όπως η Διώρυγα του Σουέζ.
Ο τουρισμός ενδέχεται επίσης να επηρεαστεί. Αν και η Ελλάδα θεωρείται ασφαλής προορισμός, η γεωπολιτική αβεβαιότητα συχνά προκαλεί ακυρώσεις κρατήσεων, κυρίως από αγορές εκτός ΕΕ. Δημοσιονομικά, η κυβέρνηση ίσως χρειαστεί να αυξήσει επιδοτήσεις ή κοινωνικές δαπάνες για να απορροφήσει τις συνέπειες των αυξημένων τιμών.
Ο «πόλεμος των 12 ημερών» υπενθυμίζει το πόσο γρήγορα οι περιφερειακές κρίσεις μπορούν να επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία.
Παρότι οι άμεσες συνέπειες είναι έως τώρα περιορισμένες, οι έμμεσες επιπτώσεις – μέσω των τιμών ενέργειας, της αβεβαιότητας και του πληθωρισμού – συνιστούν σημαντική πρόκληση, ειδικά για την Ευρώπη και την Ελλάδα. Το μέλλον θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια και την ένταση της κρίσης, καθώς και από την αντίδραση των αγορών και των κυβερνήσεων.







