«Γυναίκες βιάζονταν στον χώρο του πάρτι δίπλα στα πτώματα των φίλων τους. Εκτέλεσαν κι εκείνες αργότερα. Φωτογραφίες δείχνουν κορίτσια που έτρεχαν στους δρόμους και ανάμεσα στα πόδια τους κυλούσε αίμα». Αλλες φωτογραφίες δείχνουν παιδάκια 2-3 ετών που οι ισλαμιστές είχαν απαγάγει και τα είχαν φυλακίσει σε κλουβιά για ζώα. Στην καρότσα ενός φορτηγού το γυμνό πτώμα μιας γυναίκας επιδεικνύεται ως τρόπαιο από αλαλάζοντες ισλαμιστές. Λίγες ώρες αργότερα η θηριωδία αποκτά πρόσωπο, ταυτότητα.

Είναι η 30χρονη Shani Louk από τη Γερμανία και βρέθηκε τη λάθος στιγμή, στο λάθος σημείο. Αυτό δεν σταμάτησε τους τρομοκράτες της Χαμάς. Την έγδυσαν, της έσπασαν τα πόδια, τη βίασαν, την εκτέλεσαν. Σκόρπιες εικόνες συνθέτουν το παζλ της κτηνωδίας. Η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθεί παγωμένη προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει τον διεθνή αντίκτυπο και τις προεκτάσεις ενός νέου πολέμου.

Στο δικό μας χωριό όλα κυλούν αλλιώς. Επαγγελματίες δικαιωματιστές, έμποροι ευαισθησίας και κάποιοι που είναι «με τον άνθρωπο», κρατούν τώρα μια απάνθρωπη εκκωφαντική σιωπή. Αλλοι, με το κλασικό χυδαίο «ναι μεν αλλά», προσπαθούν να δικαιολογήσουν, να επιχειρηματολογήσουν, να μειώσουν την ένταση του αδιανόητου. Προσδίδοντας πολιτικά χαρακτηριστικά στη δράση αυτών που σκυλεύουν πτώματα και γεωπολιτικές προεκτάσεις στον βασανισμό ανυπεράσπιστων παιδιών, επιβεβαιώνουν αυτό που έχουν αποδείξει, με όσα λένε και κυρίως όσα δεν λένε, εδώ και καιρό. Οτι δεν υπάρχει ίχνος ανθρωπιάς πίσω από την ηχηρώς πολυδιαφημισμένη ανθρωπιά τους, παρά μόνο «business as usual» και μία α λα καρτ ευαισθησία που εκδηλώνεται μόνο εάν εξυπηρετεί το πολιτικό τους αφήγημα.

Εγχώριες ένθερμες φεμινίστριες υπερασπίζονται τη μαντίλα, το απόλυτο σύμβολο καταπίεσης του γυναικείου φύλου, αδιαφορώντας για τα δεινά των μουσουλμάνων γυναικών, τα οποία ούτε μπορούν να διανοηθούν από τον αναπαυτικό δυτικό τους καναπέ. «Ευαίσθητοι» καλλιτέχνες που πρόθυμα όλα αυτά τα χρόνια κάνουν συναυλίες ενάντια στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των Αμερικανών, στη ρωσική εισβολή ήταν γενικώς και αορίστως «με τον άνθρωπο». Οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που κατηγορούν ως ρατσιστές όσους μιλούν κατά των φανατικών ισλαμιστών και δεν θέλουν τζιχαντιστές στη χώρα τους, μετά τις θηριωδίες των τρομοκρατών της Χαμάς έβγαλαν μία χλιαρή ανακοίνωση ίσων αποστάσεων: «Οι άμαχοι και των δύο πλευρών πληρώνουν το τίμημα της πρωτοφανούς κλιμάκωσης των εχθροπραξιών μεταξύ Ισραήλ και Γάζας». Θα μπορούσαν απλά, για να πουν ξεκάθαρα αυτό που νιώθουν, να χρησιμοποιήσουν τη γνωστή ρήση που αποδίδεται στον Ρούζβελτ – κατ’ άλλους στον Λίντον Τζόνσον:

«Μπορεί να είναι καθάρματα, αλλά είναι δικά μας καθάρματα».