Ηταν η εβδομάδα προϋπολογισμού στη Γερμανία, η εβδομάδα του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ. Το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024 έπρεπε να είναι έτοιμο από τον περασμένο Μάιο, ολοκληρώθηκε όμως λίγες μόλις ημέρες πριν υποβληθεί στο Μπούντεσταγκ. Οι εσωτερικές τριβές στον κυβερνητικό συνασπισμό έδιναν επί μήνες την εικόνα παράλυσης της κυβέρνησης και κατ’ επέκταση της χώρας, τροφοδότησαν δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο για τη Γερμανία που γίνεται ξανά ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης.

Ο Κρίστιαν Λίντνερ, όχι μόνον δεν συμφωνεί με τον χαρακτηρισμό αυτόν, αλλά τον αντικρούει σθεναρά, εστιάζοντας στη δυναμική της γερμανικής οικονομίας. «Κανείς δεν πρέπει να πλανάται με την ιδέα ότι η Γερμανία βγαίνει σήμερα με λιγότερο δυναμισμό από την πανδημία και το σοκ της εκτίναξης στις τιμές ενέργειας», τόνιζε την Πέμπτη στους ξένους ανταποκριτές στο Βερολίνο. Βέβαια, «ως εξαγωγική οικονομία, ιδιαίτερα εξαρτημένη από τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία, είχαμε μία ιδιαίτερη αφετηρία

Αλλά αντιληφθήκαμε την κατάσταση και αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες», σημείωσε, φανερά ανακουφισμένος που μία σειρά από διαφιλονικούμενα εντός του κυβερνητικού συνασπισμού νομοσχέδια έχουν πάρει τον δρόμο της υλοποίησης.

Μηδενικά ελλείμματα

Ο προϋπολογισμός του Κρίστιαν Λίντνερ επαναφέρει από το 2024 τη Γερμανία στη γραμμή των μηδενικών ελλειμμάτων και του «φρένου χρέους», το οποίο είχε τεθεί εκτός λειτουργίας στην κρίση της πανδημίας. Ο προϋπολογισμός ύψους 445,7 δισεκατομμυρίων ευρώ περιλαμβάνει συνολικές περικοπές 30 δισεκατομμυρίων σε όλα σχεδόν τα χαρτοφυλάκια πλην του υπουργείου Αμυνας. Ο νέος δανεισμός υπολογίζεται στα 16,6 δισεκατομμύρια ευρώ, έτσι τηρείται το «φρένο χρέους» το 2024. Ωστόσο αυτό γίνεται με το «τρικ» των ειδικών Ταμείων εκτός τακτικού προϋπολογισμού, όπως 100 δισεκατομμύρια για τις Ενοπλες Δυνάμεις και το Ταμείο, 211,8 δισεκατομμύρια για το Κλίμα και τον Ενεργειακό Μετασχηματισμό. Με αυτά φτάνει στο πενταπλάσιο ο πραγματικός δανεισμός, επικρίνει το Ελεγκτικό Συνέδριο. Στο τέλος της θητείας του ο Λίντνερ υπόσχεται «λιγότερα Ειδικά Ταμεία».

Δεδομένου ότι η γερμανική οικονομία παίζει καθοριστικό ρόλο στην ευρωζώνη, η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που εγκαινιάζει ο Λίντνερ επηρεάζει και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες. Σφραγίζει το τέλος της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής από την επόμενη χρονιά. Επιβεβλημένη είναι τώρα η μάχη κατά του υψηλού πληθωρισμού. «Συνεχίζουμε να έχουμε υψηλό πληθωρισμό και είναι ύψιστη προτεραιότητα η αντιμετώπισή του και η αποκατάσταση της νομισματικής σταθερότητας για το ευρώ. Στην κατεύθυνση αυτήν η ΕΚΤ κάνει πολύ φιλόδοξα βήματα με τα επιτόκια», σημείωσε ο Λίντνερ. Ως εκ τούτου «θα ήταν οικονομικά λάθος, εάν τα κράτη με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική αντιστρατεύονταν τη νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών. Η καταπολέμηση του πληθωρισμού θα διαρκούσε περισσότερο, η οικονομική ζημία θα ήταν μεγαλύτερη», εκτίμησε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών.