Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Από καιρό σε καιρό, με αφορμή κάποια δυσλειτουργία στη Δημόσια Εκπαίδευση, η εκάστοτε πολιτική ηγεσία παρεμβαίνει και αναφέρεται στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Κοινή επωδός όλων ανεξαιρέτως: «Οι εκπαιδευτικοί είναι υπεύθυνοι και πρέπει να αξιολογηθούν». Επειδή η θεωρία της «ανεπάρκειας των εκπαιδευτικών» χρησιμοποιείται τα τελευταία 30 χρόνια από όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις, καλόν είναι να ρίξουμε μια ματιά στην εκπαιδευτική πραγματικότητα αυτής της περιόδου. Το 1997 και ύστερα από μια σκληρή διαμάχη με την ΟΛΜΕ για μισθολογικά ζητήματα, ο τότε υπουργός Παιδείας Γερ. Αρσένης κατήργησε την επετηρίδα ως σύστημα διορισμού και διακήρυξε ότι πλέον στη Δημόσια Εκπαίδευση θα μπαίνουν οι «καλύτεροι» εκπαιδευτικοί. Το σύστημα του γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ ήταν ένα απάνθρωπο σύστημα, το οποίο καλούσε τους υποψηφίους εκπαιδευτικούς να διαγωνιστούν χωρίς προκαθορισμένη ύλη επί παντός του επιστητού. Στη δε κατηγορία του κλάδου ΠΕ04 (Φυσικοί, Χημικοί, Βιολόγοι, Γεωλόγοι) οι συνάδελφοι Φυσικοί π.χ. καλούνταν να διαγωνιστούν και σε ένα δεύτερο αντικείμενο, που δεν το γνώριζαν κατ' ελάχιστο, δηλαδή και στη Χημεία ή τη Βιολογία. Κατ' αντιστοιχία οι Φιλόλογοι καλούνταν να διαγωνιστούν σε δύο διαφορετικά αντικείμενα.
Για να ξεπεράσει τη δικαιολογημένη αντίδραση της ΟΛΜΕ, η οποία θεωρούσε ότι το νέο σύστημα απαξίωνε τον πανεπιστημιακό τίτλο, ο τότε υπουργός Παιδείας προχώρησε σε μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών, πολιτική που ακολουθήθηκε όλο το επόμενο διάστημα έως το 2010. Χιλιάδες εκπαιδευτικοί διορίστηκαν με το σύστημα του γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ. Το σύστημα αυτό, εκτός του γραπτού διαγωνισμού, προέβλεπε και πριμοδότηση των μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων. Τα στατιστικά στοιχεία, που επιμελώς κρύβουν όλες οι κυβερνήσεις, δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό καθηγητών της δημόσιας εκπαίδευσης με μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους στην Ευρώπη!
Με την τελευταία νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, επί υπουργίας Γαβρόγλου, για να διοριστεί ένας εκπαιδευτικός στη Δημόσια Εκπαίδευση πρέπει να έχει έναν διδακτορικό τίτλο, ένα μεταπτυχιακό, να είναι γνώστης τουλάχιστον δύο ξένων γλωσσών και να έχει υπηρετήσει κάποια χρόνια ως συμβασιούχος αναπληρωτής εκπαιδευτικός. Αφού διοριστεί ως «πετυχημένος», αμέσως αμφισβητείται η επιστημονική του επάρκεια και απαιτείται η άμεση αξιολόγησή του.
Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι με τις εφαρμοζόμενες μνημονιακές πολιτικές, οι καθηγητές συνταξιοδοτούνται στο 67ο έτος της ηλικίας τους. Το πολιτικό σύστημα θεωρεί απολύτως φυσιολογικό ένας εκπαιδευτικός 66 ετών να βρίσκεται στην τάξη και απαιτεί και να τον αξιολογήσει. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν πρέπει να προχωρήσει το υπουργείο Παιδείας στην ατομική αξιολόγηση, αλλά το πόσο αξιόπιστο είναι το ελληνικό πολιτικό σύστημα για να εφαρμόσει μια τέτοια διαδικασία. Ας εφαρμόσει πρώτα το υπουργείο Παιδείας την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας ύστερα από διάλογο με τα συνδικάτα και ας φροντίσει να καλλιεργήσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης με τους εκπαιδευτικούς.