Οι διαφορές ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κύμα της πανδημίας εντοπίζονταν ως τώρα στον αριθμό των θανάτων, στην ηλικία των ανθρώπων που προσβάλλονται και στον βαθμό της κόπωσης των πολιτών. Σιγά-σιγά όμως αποκρυσταλλώνεται και μια άλλη, μεγάλη και οδυνηρή διαφορά, που κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη μάχη.

Θεωρίες συνωμοσίας υπήρχαν πάντα. Και είχαν πάντα περισσότερους οπαδούς του αναμενομένου. Οι αρνητές του ιού είχαν κάνει αισθητή την παρουσία τους και στο πρώτο κύμα. Ποτέ όμως ως τώρα δεν είχαν τολμήσει να στραφούν εναντίον των αφανών ηρώων αυτής της κρίσης. Την άνοιξη, οι γιατροί και οι νοσοκόμοι στην Ιταλία αποθεώνονταν από ευγνώμονες πολίτες που έβγαιναν στα μπαλκόνια. Σήμερα, δέχονται απειλές από τους «ψεκασμένους», που τους κατηγορούν ότι κατασκευάζουν μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Ακόμη πιο επικίνδυνο είναι το κίνημα που διαμορφώνεται κατά του εμβολιασμού. Eχει δύο συνιστώσες. Υπάρχουν αυτοί που λένε ότι θα αποφύγουν να κάνουν σε πρώτη φάση το εμβόλιο για να δουν τι θα συμβεί σε αυτούς που θα το κάνουν. Υπάρχουν κι εκείνοι που το καταγγέλλουν ως τέχνασμα ελέγχου του πληθυσμού από τις κυβερνήσεις, τις πολυεθνικές και τον Σατανά. Αν οι πρώτοι μπορεί να κατηγορηθούν για εγωισμό και αντικοινωνική συμπεριφορά, οι δεύτεροι διαπράττουν έγκλημα.

Για να κυκλοφορήσει ένα εμβόλιο στην αγορά, θα πρέπει να έχουν ελεγχθεί εξαντλητικά η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του. Τα λάθη που γίνονται στην πορεία διορθώνονται, οι δοκιμές επαναλαμβάνονται, οι τυχόν παρενέργειες καταγράφονται και λαμβάνονται υπόψη. Ετσι γινόταν πάντα, έτσι γίνεται και με την Covid-19. Η διαφάνεια που επιβάλλει μάλιστα η εποχή μας συμβάλλει στην ακόμη καλύτερη ενημέρωση, στον ακόμη μεγαλύτερο έλεγχο.

Ας μην έχουμε αυταπάτες: η επιστροφή στην κανονικότητα προϋποθέτει μια αρμονική συνεργασία μεταξύ των πολιτικών, των επιστημόνων και των πολιτών. Kανείς κρίκος της αλυσίδας δεν πρέπει να σπάσει.