Παραμονή της Παναγιάς, με συνθήκες κοινωνικού πνιγμού, λόγω του πανταχού παρόντα ιού, δεν μπορώ να καμωθώ τον εορτάζοντα. Αλλοτε αυτή η γιορτή ήταν πολλαπλά γόνιμη. Μεσοκαλόκαιρο, αφού ο Σεπτέμβρης πάντα ήταν μικρό καλοκαιράκι, και ήταν εποχή γενικής εξόδου, άλλοτε προς τα δασώδη όρη, άλλοτε προς τη ζεστή αγκάλη της θάλασσας, άλλοτε ως εκδρομείς και άλλοτε ως νοσταλγοί που γυρίζουν στη γενέθλια γη τους. Εξοχοι πεζογράφοι και ποιητές μας προσπάθησαν και πέτυχαν με εικόνες και ρυθμούς να συλλάβουν τον σφυγμό αυτής της περιόδου, λίγες μέρες πριν, λίγες μέρες μετά τον Δεκαπενταύγουστο. Εχω κι άλλοτε γράψει τη συγγνωστή, άλλωστε, γκάφα του πρώτου μεταφραστή του Ελύτη στα γαλλικά, ο οποίος, μεταφράζοντας έναν ελυτικό ρεμβασμό του Δεκαπενταύγουστου, νόμισε πως ο εξαίσιος στίχος του ποιητή «Εχω τη γέψη του Δεκαπενταύγουστου στον ουρανίσκο μου» αναφερόταν σε κάποια προσωπική εμπειρία του ποιητή που ήθελε, τάχα, αποκρυπτογράφηση. Ενας Γάλλος έχει φυλετικές εμπειρίες με ένα γαλλικό κρασί και, όταν ο ποιητής αναφέρεται στη γεύση του και στο άρωμά του, δεν αποκαλύπτει προσωπικό γούστο, αλλά συλλογικό. Ετσι και ο γάλλος μεταφραστής του Ελύτη δεν μπορούσε να φανταστεί τη συλλογική, γευστική απόλαυση των καρπών και των χυμών του ελληνικού θέρους, κυρίως τον Δεκαπενταύγουστο, όταν, συνήθως, έχει γίνει η συγκομιδή των σταφυλιών, των σύκων, του πεπονιού και, συνήθως, έχουν γεννηθεί αρνάκια και κατσικάκια.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ