Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η δημοσκοπική υστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ σε όλες τις μετρήσεις του τελευταίου έτους καταδεικνύει την αδυναμία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη δεδομένη χρονική περίοδο να προτάξει ένα συγκεκριμένο πολιτικό αφήγημα ως εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Η παραπάνω διαπίστωση ενισχύεται και από τη σύγκριση όσον αφορά τη διαχειριστική επάρκεια σε επιμέρους πολιτικές μεταξύ της τωρινής και της προηγούμενης κυβέρνησης. Σε όλους τους τομείς καταγράφεται σαφής υπεροχή της κυβέρνησης της ΝΔ ως προς τη διαχείριση των ζητημάτων της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, της ανάπτυξης, της ασφάλειας, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του Μεταναστευτικού, της παιδείας, της κοινωνικής πολιτικής και της αντιμετώπισης της ανεργίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει ποσοστά πολύ χαμηλότερα από την εκλογική επίδοση των τελευταίων εθνικών εκλογών, ενώ ακόμη πιο ανησυχητικό για την αξιωματική αντιπολίτευση είναι το ποσοστό συσπείρωσης που κυμαίνεται στο 65%, με ένα 14% να μετακινείται ήδη προς τη ΝΔ και ένα 15% να τοποθετείται στη ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου και να εμφανίζεται μετέωρο ως προς τις μελλοντικές πολιτικές του επιλογές.
Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να επισημάνουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανέκαθεν κατέγραφε χαμηλά ποσοστά συσπείρωσης, αποτέλεσμα της «χαλαρής» σχέσης που έχουν οι ψηφοφόροι του με το κόμμα, σε αντίθεση με αυτούς της ΝΔ, του ΚΚΕ, ακόμη και τους εναπομείναντες του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ που έχουν συγκροτήσει πιο ισχυρούς δεσμούς με αυτό που ονομάζουμε κομματική βάση.
Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να σφυρηλατήσει ισχυρούς δεσμούς αφοσίωσης με τις κοινωνικές ομάδες που τον ακολουθούν, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό συνεχίζουν να συμπεριφέρονται ως «ευκαιριακοί» ψηφοφόροι, χωρίς σαφή κομματική αυτοτοποθέτηση, όπως π.χ. οι ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΚΚΕ. Οι ψηφοφόροι του συνεχίζουν να εκφράζονται αντισυστημικά και περισσότερο ετεροπροσδιορίζονται παρά αυτοπροσδιορίζονται.
Επιπλέον χαρακτηριστική είναι η διαπίστωση ότι μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ οι μετακινήσεις ψηφοφόρων είναι σχεδόν μηδαμινές, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι οι δύο χώροι έχουν πάψει να λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, έχουν δημιουργηθεί στεγανά και δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για επιστροφή ψηφοφόρων προς το ΚΙΝΑΛ ούτε νέων εισροών προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Γίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αδυνατεί τη δεδομένη χρονική στιγμή να διεισδύσει σε άλλους πολιτικούς χώρους και να διευρύνει την εκλογική του επιρροή. Περισσότερο καλείται να δώσει μάχη οπισθοφυλακής, με σκοπό τη συγκράτηση των δυνάμεών του και να αναμένει πιθανά στραβοπατήματα της κυβέρνησης.
Για μια μεγάλη μερίδα του εκλογικού σώματος ο ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε μια εκλογική διέξοδο, ένα πολιτικό αποκούμπι, μια λύση ανάγκης κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου. Οι μαξιμαλιστικές του εξαγγελίες και ο υπερπληθωρισμός των πολιτικών υποσχέσεων κινητοποίησαν σημαντικές κοινωνικές δυνάμεις, η προσγείωση ωστόσο στην κυβερνητική πραγματικότητα και η στροφή στον ρεαλισμό ματαίωσαν τις προσδοκίες πολλών και δημιούργησαν ένα σοβαρό έλλειμμα εμπιστοσύνης που φαίνεται δύσκολο να αποκατασταθεί.
Ο Αντώνης Παπαργύρης είναι πολιτικός αναλυτής - διευθυντής Ερευνών GPO