Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ο κόσμος βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση. Η πανδημία του Covid-19 εξαπλώνεται γοργά σε όλες τις χώρες, σε κλίμακα και ισχύ που δεν έχουμε ξαναδεί από την καταστροφική επιδημία της ισπανικής γρίπης το 1918. Εάν δεν ληφθούν παγκόσμια μέτρα για τον περιορισμό της, η μόλυνση θα γίνει σύντομα οικονομική και χρηματοπιστωτική.
Το μέγεθος της κρίσης απαιτεί την παρέμβαση των κυβερνήσεων. Κάτι που ήδη γίνεται. Κράτη ρίχνουν κίνητρα στην οικονομία καθώς απεγνωσμένα προσπαθούν να εμποδίσουν τη μετάδοση της ασθένειας, να προστατεύσουν ευάλωτους πληθυσμούς και να βοηθήσουν στη δημιουργία νέων θεραπειών και εμβολίων. Το εύρος και η ένταση αυτών των παρεμβάσεων θυμίζουν στρατιωτικές συγκρούσεις - πρόκειται για πόλεμο ενάντια στην εξάπλωση του ιού και την οικονομική κατάρρευση.
Παρ' όλα αυτά υπάρχει πρόβλημα. Η παρέμβαση που χρειάζεται απαιτεί πολύ διαφορετικό πλαίσιο από εκείνο που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις. Από τη δεκαετία του 1980, οι κυβερνήσεις έχουν κάνει ένα βήμα πίσω αφήνοντας τις επιχειρήσεις να παράγουν πλούτο και παρεμβαίνουν μόνο για να λύσουν προβλήματα όταν προκύπτουν. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι κυβερνήσεις δεν είναι πάντα επαρκώς προετοιμασμένες και εφοδιασμένες για να αντιμετωπίσουν κρίσεις όπως ο Covid-19 ή η κλιματική αλλαγή. Θεωρώντας ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να περιμένουν μέχρι να σημειωθεί ένα μεγάλο συστημικό σοκ πριν αναλάβουν δράση, οι προετοιμασίες που γίνονται εν τω μεταξύ είναι ανεπαρκείς.
Στην πορεία, κρίσιμοι θεσμοί που παρέχουν δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά ευρέως - όπως το ΕΣΥ της Βρετανίας, όπου οι συνολικές περικοπές από το 2015 ξεπερνούν το 1 δισ. στερλίνες - αποδυναμώνονται.
Ο κυρίαρχος ρόλος των επιχειρήσεων στη δημόσια ζωή έχει οδηγήσει επίσης σε απώλεια αυτοπεποίθησης για τα όσα μπορούν να επιτύχουν οι κυβερνήσεις μόνες τους - γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε πολλές προβληματικές συνεργασίες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στις οποίες τίθενται ως προτεραιότητα τα συμφέροντα των επιχειρήσεων έναντι του δημόσιου καλού. Για παράδειγμα, έχει καταγραφεί ότι στις συνεργασίες δημόσιου - ιδιωτικού στην έρευνα και την ανάπτυξη φαρμάκων συχνά ευνοούνται φάρμακα που θα έχουν μεγάλες πωλήσεις εις βάρος λιγότερο δημοφιλών φαρμάκων, που όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τη δημόσια υγεία, συμπεριλαμβανομένων αντιβιοτικών και εμβολίων για διάφορες ασθένειες που έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε επιδημίες.
Πέραν αυτών, υπάρχει έλλειψη δικτύου ασφαλείας και προστασίας για τους εργαζομένους σε κοινωνίες όπου εντείνεται η ανισότητα, ιδιαίτερα εκείνους που απασχολούνται σε ευέλικτες και προσωρινές μορφές εργασίας χωρίς κοινωνική προστασία. Ομως τώρα έχουμε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουμε αυτή την κρίση ως τρόπο κατανόησης του πώς μπορεί ο καπιταλισμός να δουλέψει διαφορετικά. Αυτό απαιτεί αλλαγή της άποψης που υπάρχει για τον ρόλο των κυβερνήσεων: αντί απλά να διορθώνουν αποτυχίες της αγοράς όταν προκύπτουν, θα πρέπει να κινηθούν ώστε ενεργά να διαμορφώσουν αγορές που παρέχουν βιώσιμη ανάπτυξη για όλους. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσουν ότι οι συμμαχίες με επιχειρήσεις στις οποίες η χρηματοδότηση προέρχεται από κυβερνητικά κονδύλια έχουν στόχο το δημόσιο συμφέρον και όχι το κέρδος.
Ο Covid-19 αποτελεί ένα μεγάλο γεγονός που αποκαλύπτει την έλλειψη προετοιμασίας και αντοχής μιας διαρκώς πιο παγκοσμιοποιημένης και αλληλένδετης οικονομίας και σίγουρα δεν θα είναι το τελευταίο.
Η Μαριάνα Ματσουκάτο είναι καθηγήτρια Οικονομικών στο University College του Λονδίνου και συγγραφέας του βιβλίου «Η αξία των πάντων»