Ενας νέος εκστασιασμένος από τη μουσική της ταινίας, ο οποίος γυμνώθηκε από τη μέση και πάνω. Μια κοπέλα που «ανεσήκωσε τα ενδύματά της [και] ισταμένη ορθία [κάποιοι] εθώπευον τα στήθη της». Νεαροί θεατές εν εξάλλω καταστάσει που ζητωκραύγαζαν στο άκουσμα των χίπηκων τραγουδιών. Αυτές οι γλαφυρές περιγραφές δεν ανήκουν σε κάποιο μουσικό περιοδικό της εποχής ή σε δαιμόνιο ρεπόρτερ με ροπή στις «πικάντικες» λεπτομέρειες, αλλά στον Διευθυντή της Αστυνομίας Κ. Παπασπυρόπουλο, η έκθεση του οποίου για τα όσα πρωτοφανή έλαβαν χώρα στο Παλλάς στις 29 Νοεμβρίου του 1970 στην πρεμιέρα της ταινίας Γούντστοκ, περιλαμβάνεται στο εξαιρετικό και ιδιαιτέρως καλαίσθητο τομίδιο που το 2014 εξέδωσε για τη «Σκοτεινή Επταετία» το Ιδρυμα της Βουλής. Είναι λοιπόν προφανές ότι η δικτατορία έδειχνε έκδηλο ενδιαφέρον όχι μόνο για τη συμπεριφορά των θεατών στην προβολή της ιστορικής ταινίας του Μάικλ Γούντλι, αλλά συνολικότερα για όσες ζυμώσεις λάμβαναν χώρα σε μια νεολαία της οποίας η «δυσφορία» προκαλούσε αμηχανία στους σχολιαστές της εποχής. Η αμηχανία αυτή είναι χαρακτηριστική και από τη δημοσιογραφική κάλυψη των όσων συνέβησαν μέσα και έξω από το Παλλάς, τις μέρες που ακολούθησαν: για τον Δημήτρη Ψαθά οι νεαροί θεατές ήταν αξιολύπητοι τζαμπατζήδες, γοητευμένοι από «τα ουρλιάσματα ξεμαλλιάρηδων, μουστακογενειοφόρων και κουρελοφανών τραγουδιστάδων». Για το αριστερό περιοδικό Πρωτοπορία, δεν επρόκειτο για χίπις αλλά για πολιτικά ανήσυχους νέους που ενθουσιάζονταν από τα ριζοσπαστικά μηνύματα της ταινίας, κάτι που αποδείκνυαν τα χειροκροτήματά τους στο άκουσμα της λέξης «ελευθερία». Για το περιοδικό Ταχυδρόμος, τα επεισόδια δεν έγιναν ούτε από χίπις ούτε από «αλητόπαιδες», αλλά απλώς από οπαδούς της «εκρηκτικής αυτής [του ροκ δηλαδή] μουσικής».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ